Είναι η δεύτερη μόλις φορά που εντοπίζεται τέτοιου είδους νάνος σκοτεινός γαλαξίας. Ο νέος γαλαξίας είναι πολύ πιο μακρινός (ο πρώτος απείχε 2,6 δισ. έτη φωτός), καθώς βρίσκεται σε απόσταση περίπου 10 δισεκατομμυρίων ετών φωτός από τη Γη.
Η ανακάλυψη έγινε με την αστρονομική τεχνική του «βαρυτικού φακού» από Αμερικανούς και Ολλανδούς επιστήμονες, με επικεφαλής τη Σιμόνα Βεγκέτι του πανεπιστημίου ΜΙΤ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό "Nature", σύμφωνα με το BBC και το New Scientist.
Οι επιστήμονες χρησιμοποίησαν το τηλεσκόπιο Κεκ στη Χαβάη για να εντοπίσουν τον μακρινό νάνο γαλαξία (που κινείται δίπλα σε ένα «μητρικό» μεγάλο ελλειπτικό γαλαξία) και εκτίμησαν ότι μια σκοτεινή μάζα περίπου 190 εκατ. φορές μεγαλύτερη από αυτή του Ήλιου μας βρίσκεται αόρατη στην περιφέρεια του νάνου γαλαξία. Από αυτό τον υπολογισμό, έβγαλαν το συμπέρασμα ότι ο νάνος γαλαξίας πιθανότατα κυριαρχείται από τη σκοτεινή ύλη, χωρίς όμως να αποκλείουν και την πιθανότητα απλώς να αποτελείται από πολύ αχνά άστρα που δεν είναι ορατά από τόσο μακριά, όπως μετέδωσε το ΑΠΕ.
Οι αστρονόμοι πάντα προβληματίζονταν γιατί τόσοι λίγοι νάνοι γαλαξίες είναι ορατοί στην κοσμική γειτονιά μας. Μια πιθανή εξήγηση που τώρα προβάλλει, είναι ότι απλούστατα είναι αόρατοι επειδή κατά βάση αποτελούνται από την μυστηριώδη σκοτεινή ύλη, η οποία ίσως αποτελείται από εξωτικά σωματίδια, που όμως ακόμη δεν έχουν βρεθεί.
Οι νάνοι γαλαξίες συνήθως βρίσκονται στην περιφέρεια μεγαλύτερων γαλαξιών και συχνά αποκαλούνται «δορυφορικοί». Ακόμη και ο δικός μας γαλαξίας πιθανώς έχει πολλούς περισσότερους τέτοιους συνοδούς, άγνωστους έως τώρα, σε σχέση με τους μόνο 30 που έχουν ήδη εντοπιστεί, όπως ο Τοξότης που έχει σχεδόν ίδια μάζα με αυτή του νέου «σκοτεινού» γαλαξία. Ίσως αυτοί οι γειτονικοί μας μικροί δορυφορικοί γαλαξίες αποτελούνται επίσης κυρίως από σκοτεινή ύλη, καθώς κανένας τους δεν φαίνεται να περιλαμβάνει πάνω από 100 άστρα.
Η ψυχρή σκοτεινή ύλη ονομάζεται έτσι, επειδή δεν αλληλεπιδρά με το φως και άρα δεν είναι άμεσα ορατή, αλλά η παρουσία της τεκμαίρεται από τις βαρυτικές επιδράσεις που ασκεί η μάζα της, η οποία εκτιμάται ότι συνιστά σχεδόν το ένα τέταρτο του σύμπαντος. Ακριβώς αυτή την έμμεση επίδραση εντοπίζει η τεχνική του «βαρυτικού φακού», καθώς ένα αντικείμενο (π.χ. γαλαξίας) που παρεμβάλλεται ανάμεσα σε μια μακρινή πηγή φωτός και στον πλανήτη μας, δρα σαν φακός, σύμφωνα με τη θεωρία σχετικότητας του Αϊνστάιν, καμπυλώνοντας και διαστρεβλώνοντας την τροχιά των ακτινών του φωτός που καταλήγουν στα μάτια μας.
Στη συνέχεια, με τη βοήθεια υπολογισμών από ηλεκτρονικούς υπολογιστές και ανάλογα με τη διαστρέβλωση που υφίσταται το φως καθώς ταξιδεύει προς τη Γη, οι επιστήμονες βγάζουν συμπεράσματα για την μάζα του γαλαξία. Κάπως έτσι, οι αστρονόμοι διαπίστωσαν ότι μια τεράστια μάζα, πιθανότατα σκοτεινής ύλης, κρύβεται γύρω από τον συγκεκριμένο, σχεδόν αόρατο, γαλαξία.