Γκέρχαρντ Σρέντερ απ’ τη μια, και ο Σαρλ ντε Γκολ, ο Βαλερί Ζισκάρ ντ’ Εστέν, ο Φρανσουά Μιτεράν και ο Ζακ Σιράκ απ’ την άλλη, είναι προφανές ότι αποτελούν μακρινή, μελαγχολική ανάμνηση.
Δυστυχώς οι γενιές μας βιώνουν την εθνική στρέβλωση, κάθε φουρνιά ηγετών να είναι χειρότερη από την προηγούμενη, στην κοινή μας πατρίδα την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ειδικά στη Γερμανία και τη Γαλλία, η μελαγχολία περισσεύει.
Η απογοήτευση αφορά κυρίως και πρωτίστως τον Νικολά Σαρκοζί. Διαφορετικό θα περίμενε κανείς έναν αντισυμβατικό πολιτικό, που δεν πέρασε από τα παραδοσιακά μονοπάτια της γαλλικής πολιτικής γραφειοκρατίας, για να ανέλθει μέχρι τα Ηλύσια Πεδία. Υπήρξε πιο κοντά από κάθε άλλον στον μέσο Γάλλο ψηφοφόρο, και δεν δίστασε να προχωρήσει σε πολιτική πατροκτονία, με «θύμα» τον Ζακ Σιράκ, για να επιβεβαιώσει ότι δεν αποτελεί συνηθισμένη ηγετική προσωπικότητα.
Δυστυχώς για τη Γαλλία, αλλά κυρίως δυστυχώς για την Ευρώπη, ο Νικολά Σαρκοζί έχει εξελιχθεί σήμερα στον… Μπλερ του Τζορτζ Μπους, με την Άνγκελα Μέρκελ να διαδραματίζει τον ρόλο του Αμερικανού Προέδρου ο οποίος βύθισε τον πλανήτη στο σκοτάδι της ανασφάλειας και του φόβου, κατά την οκταετή θητεία του στον Λευκό Οίκο.
Αυτό επιβεβαιώνει η εικόνα από την χθεσινή συνέντευξη Τύπου, μετά τη συνάντηση των δυο ηγετών στο Βερολίνο, όπου ο Νικολά Σαρκοζί ξεκίνησε τις δηλώσεις του μετά τη Μέρκελ, συμφωνώντας… στα γερμανικά με την Καγκελάριο. Θλιβερές διαπιστώσεις, που προδιαγράφουν ένα ακόμη πιο ζοφερό και αβέβαιο μέλλον.
Η ηγέτης του CDU απ’ την άλλη, έχει τις δικές της υστερήσεις. Προέρχεται από τη… λάθος πλευρά του Τείχους του Βερολίνου, μια βιωματική εμπειρία που φαίνεται ότι δεν κατάφερε να ξεπεράσει ποτέ. Με τις δραματικές συνέπειές της να τις βιώνει σήμερα η υπόλοιπη Ευρώπη, και κυρίως η Ελλάδα, η οποία είναι περισσότερο εκτεθειμένη λόγω της βαθιάς ύφεσης και της κρίσης χρέους.
Και εκείνη βέβαια προχώρησε σε πολιτική πατροκτονία, και μάλιστα διπλή: Κόντεψε να στείλει στη φυλακή τον μέντορά της, Χέλμουτ Κολ, ενώ υπονόμευσε και τελικά παραμέρισε τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Έναν πολιτικό απείρως ανώτερό της σε ηγετική προσωπικότητα, κατάρτιση, ικανότητες, προσόντα, κουλτούρα και ευρωπαϊκό όραμα.
Ακούγοντας χθες την Άνγκελα Μέρκελ να μην κουράζεται να θέτει τα εκβιαστικά τελεσίγραφά της προς την Ελλάδα, και τον Νικολά Σαρκοζί να κουνάει συγκαταβατικά το κεφάλι, δεν μπορείς παρά να αναρωτιέσαι: Έχουν συναίσθηση της κρισιμότητας των περιστάσεων, όχι μονάχα για την Ελλάδα, και την Ευρώπη, αλλά συνολικά για την ανθρωπότητα;
Κοιτάζοντας τον καθρέπτη του αυτοπροσδιορισμού τους, αντιλαμβάνονται ότι όταν η «Monde» μιλούσε για… παιδική χαρά, αναφερόμενη στη σύγχρονη πολιτική ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έδειχνε πρωτίστως και κυρίως αυτούς τους δυο; Έχουν συναίσθηση ότι η κρίση χρέους της ευρωζώνης επιδεινώθηκε επειδή συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να επιδίδονται σε αναμέτρηση με τον χρόνο και την κοινή λογική;
Όλοι αισθανόμαστε ότι το ύφος της ρητορικής της Άνγκελα Μέρκελ ενοχλεί. Προσβάλει. Εξοργίζει. Κανείς λαός δεν αξίζει τέτοια μεταχείριση. Ειδικά όταν σε ρόλο «παιδαγωγού» εμφανίζεται ένας λαός με σκελετούς στην ντουλάπα της ιστορικής μνήμης, όπως είναι η Γερμανία.
Ακόμη όμως και στην ουσία του τελεσιγράφου της, η Άνγκελα Μέρκελ υποφέρει από αστοχία υλικού. Κανείς δεν είπε ότι η Ελλάδα είναι μια σύγχρονη χώρα. Δεν είναι. Είμαστε όμηροι πολλών δεκαετιών στις οποίες ζήσαμε πάνω από τις δυνατότητές μας, χωρίς αίσθηση του μέτρου και των δυνατοτήτων μας. Χωρίς να διαμορφώνουμε τις συνθήκες και τις κατάλληλες υποδομές, για να ζήσουν οι επόμενες γενιές καλύτερα από τις δικές μας και τις προηγούμενες.
Σπαταλήσαμε πόρους, ανθρώπινους και οικονομικούς, πνευματικούς και ηθικούς. Παραδοθήκαμε στα πάθη μας, και υποκύψαμε στη γοητεία του δήθεν, της μεγαλοστομίας, του γρήγορου και συζητήσιμου κέρδους.
Η Ελλάδα έχει πράγματι ανάγκη από αλλαγές. Βαθιές τομές. Μεταρρυθμίσεις που θα ξεθολώσουν τη ματιά προς το μέλλον. Θα αποκαταστήσουν τη σχέση μας με την εξέλιξη της Ιστορίας, και θα επιτρέψουν στην Ελλάδα να ξαναπιάσει το νήμα με την πρόοδο.
Αυτές οι βαθιές τομές όμως, δεν περιλαμβάνονται στο υφεσιακό Μνημόνιο που έχει επιβληθεί στην Ελλάδα μετά το Καστελόριζο. Οι στόχοι περιγράφονται, και αυτοί με προφανή αοριστία. Η μεθοδολογία, ο οδικός χάρτης των μέτρων λιτότητας, των περιοριστικών πολιτικών, της επιδίωξης στόχων που… ούτε οι Γερμανοί δεν μπορούν να πετύχουν, οδηγούν την Ελλάδα σε χειρότερο σημείο από εκείνο στο οποίο βρισκόταν την άνοιξη του 2010, όταν το ΠΑΣΟΚ του νεώτερου Παπανδρέου έβαλε την υπογραφή του στη ληξιαρχική πράξη παράδοσης της εθνικής αξιοπρέπειας στους δανειστές μας. Αυτούς που κάποτε ήταν εταίροι μας.
Όταν λοιπόν οι ίδιοι οι συντάκτες του Μνημονίου δηλαδή κυρίως οι τεχνοκράτες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Ευρώπης, διαπιστώνουν αστοχία υλικού, και αποδίδουν στο Μνημόνιο ρόλο μεγάλου επιταχυντή της κρίσης, που λειτούργησε ως σαράκι παρά ως αποτελεσματική θεραπεία, είναι εξοργιστικό να επιμένει η Άνγκελα Μέρκελ στην ίδια, αποτυχημένη συνταγή.
Δεν ακούσαμε άλλωστε ούτε μια συγνώμη. Ούτε ένα mea culpa. Ούτε μια παραδοχή των δικών της ευθυνών. Των δικών τους ευθυνών. Σε μια Ευρώπη των 27, βλέπουμε να αποφασίζεται το μέλλον μας σε ένα… τανγκό αυτοθαυμασμού, που καμία σχέση δεν έχει με τις πραγματικές ανάγκες των κοινωνιών μας.
Το μέλλον, το μέλλον το δικό μας και των λαών της Ευρώπης, δεν μπορεί να κλειδωθεί σε ένα… δίκλινο δωματιάκι. Και το κλειδί να το κρατά μια πρώην Ανατολικογερμανίδα, με συμπλεγματική προσέγγιση του τι σημαίνει ευρωπαϊκή αλληλεγγύη. Που βλέπει το μέλλον ως εχθρό.