η χρονιά της «μεγάλης εγκατάλειψης», καθώς περισσότερα από 3.500 άλογα αφέθηκαν από τους ιδιοκτήτες τους, αλυσοδεμένα και χωρίς τροφή μέχρι να ψοφήσουν. Η βρετανική φιλοζωική οργάνωση RSPCA δέχτηκε πέρυσι περισσότερες από 7.000 εκκλήσεις σχετικά με το θέμα, 21% περισσότερες απ’ όσες την προηγούμενη χρονιά.
Η Redwings, αντίστοιχα, οργάνωση που φιλοξενεί εγκαταλειμμένα άλογα, καταθέτει ότι τον Δεκέμβριο υποδεχόταν 10 ζώα την ημέρα. «Πρόσφατα διασώσαμε 20 άλογα, όμως δεν μπορούμε να δεχτούμε άλλα», επισημαίνει ο εκπρόσωπος της οργάνωσης Νίκολα Μάρκγουελ καλώντας όσους διαθέτουν αγροκτήματα να ρίξουν τους φράκτες τους και να τα δεχτούν.
Αποτρόπαιες πρακτικές
Κάποια άλλα ζώα, ωστόσο, δεν είναι τόσο τυχερά: αδύναμα και απροστάτευτα, γίνονται βορά στα δόντια άγριων σκυλιών ή πέφτουν χτυπημένα στους αυτοκινητοδρόμους της χώρας. Συνήθως, οι ιδιοκτήτες τους τα εγκαταλείπουν δεμένα και αφρόντιστα, με αποτέλεσμα να πνίγονται από τα ίδια τους τα χαλινάρια ή να πληγώνονται θανάσιμα στον λαιμό και τα πόδια. Μια κατάσταση που δυσκολεύει εξαιρετικά τις προσπάθειες για τη διάσωσή τους.
«Τα περισσότερα άλογα που έρχονται σε μας είναι πεινασμένα και αφρόντιστα. Κάποια μάλιστα δεν είναι συνηθισμένα στην ανθρώπινη επαφή γιατί ουδέποτε τα μεταχειρίστηκαν με καλοσύνη», εξηγεί η Σάλι Λίαροϊντ από την RSPCA. «Εχουμε δει πόνι να στραγγαλίζονται από τα χαλινάρια τους και να έχουν μόνιμες πληγές στο σώμα τους».
Εχουν καταγραφεί όμως και ακραία περιστατικά σαδισμού: Ενας επιβήτορας στην Κορνουάλη, καταθέτουν οι οργανώσεις, κατακρεουργήθηκε, ενώ σε ανάλογη κατάσταση βρέθηκε και ένα πόνι στην Ουαλία.
Από την άλλη, ως συνέπεια της ίδιας κατάστασης, έχει αυξηθεί και το εμπόριο κρέατος αλόγου. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία 8.000 περίπου άλογα σφαγιάστηκαν το 2010, σημειώνοντας αύξηση κατά 50%.Το μεγαλύτερο ποσοστό καταλήγει στους ζωολογικούς κήπους - και δη τα κλουβιά των τίγρεων, που καταναλώνουν τουλάχιστον 15 κιλά κρέας την ημέρα.
Κόστος
Το κόστος για τη φροντίδα ενός αλόγου έχει διπλασιαστεί τα τελευταία 5 χρόνια και πλέον υπολογίζεται ότι ξεπερνά τις 6.000 λίρες (περίπου 7.000 ευρώ). Επιπρόσθετα, η αύξηση της τιμής του σανού και του αχύρου αλλά και η μείωση της αξίας των ζωντανών στην αγορά έχουν δημιουργήσει έναν φαύλο κύκλο.
Τα πουλάρια θανατώνονται πλέον πριν κλείσουν τους 6 μήνες, ηλικία στην οποία οι ιδιοκτήτες τους είναι υποχρεωμένοι να τα δηλώσουν.
«Περάσαμε μια περίοδο μεγάλης ζήτησης για άλογα, κατά την οποία το εμπόριο είχε γίνει αδίστακτο, όταν ξαφνικά, το φθινόπωρο του 2008, η φούσκα έσκασε», επισημαίνει ο πωλητής αλόγων Αντριου Ελιοτ. «Δεν θέλω να χρησιμοποιήσω τη λέξη “εκκαθάριση”, αλλά και η βιομηχανία ίππων ήταν μια τεράστια επιχείρηση που έπρεπε να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες».
«Ουσιαστικά, έχουμε περισσότερα άλογα και πόνι απ’ όσα μπορούμε να αντέξουμε ως χώρα», τονίζει ο Λι Χάκετ, εκπρόσωπος της ΒΗS, της μεγαλύτερης βρετανικής οργάνωσης για την προστασία των αλόγων. «Υπάρχουν περισσότερα άλογα από όσα σπίτια για να τα φροντίσουν, με αποτέλεσμα τα ζώα να υποφέρουν», λέει χαρακτηριστικά. Το πρόβλημα κατά τον Χάκετ είναι ότι για μεγάλο διάστημα ο κόσμος θεωρούσε ότι τα άλογα αποτελούσαν εύκολη πηγή χρημάτων. Σήμερα η κατάσταση έχει αλλάξει δραματικά: ένα ζώο μπορεί πλέον να αλλάξει χέρια για 5 μόλις λίρες και με αυτή την «τιμή» το αντιμετωπίζει και ο ιδιοκτήτης του.
Οι Ιταλοί
Στην Ιταλία, το φαινόμενο έχει πάρει άλλες διαστάσεις: οι Ιταλοί, που έχουν ούτως ή άλλως εντάξει στο διαιτολόγιό τους το κρέας αλόγου, στρέφονται τώρα στα... άλογα κούρσας για να ικανοποιήσουν τις γαστριμαργικές τους προτιμήσεις. Ηδη, όπως καταγγέλλει ο ιταλικός Τύπος, πολλά από τα 15.000 άλογα κούρσας που διαθέτει η χώρα έχουν πάρει τον δρόμο για τον χασάπη – παρανόμως, καθώς στην Ιταλία είδος δεν είναι προς βρώση. Πριν από λίγες ημέρες, μάλιστα, 200 επίσημοι και ιδιοκτήτες αλόγων κατέκλυσαν με τα ζώα τους τους δρόμους της Νάπολης, διαμαρτυρόμενοι για την κρίση που μαστίζει τη βιομηχανία. Αντίστοιχα, στον ιταλικό βορρά οι ιππόδρομοι της Μπολόνια και της Τσεζένα έχουν κλείσει. «Οι ιπποδρομίες πρόκειται να περιοριστούν δραστικά και θα είναι δύσκολο να βρεθεί σπίτι για όλα τα ζώα», προβλέπει ο Τομάσο Γκράσι, ιδιοκτήτης της εταιρείας που τους διαχειρίζεται.