αποτελούν καλές πηγές φυτικών πρωτεϊνών και είναι πλούσιοι σε φυτικές ίνες, βιταμίνες και πολλά μέταλλα (ασβέστιο, σίδηρο, μαγνήσιο), ενώ έχουν χαμηλό γλυκαιμικό δείκτη.
Η συστηματική κατανάλωσή τους έχει συνδυαστεί με πρόληψη και αντιμετώπιση καταστάσεων. Για το λόγο αυτό η ενσωμάτωσή τους στην καθημερινή διατροφή μπορεί να βελτιώσει τη συνολική ποιότητα της διατροφής και έχουν τη δική τους θέση στην Πυραμίδα της Μεσογειακής διατροφής.
Δύο νέες μελέτες σχετικά με τα πιθανά οφέλη για την υγεία, από την κατανάλωση αμυγδάλων, έφεραν για μια ακόμα φορά στο προσκήνιο τη σημασία και τη διατροφική αξία γενικά, των ξηρών καρπών στο ΣΔ. Πιο συγκεκριμένα, οι μελέτες αυτές έδειξαν ότι συγκεκριμένοι ξηροί καρποί μπορούν να βοηθήσουν τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 στην καλύτερη διατήρηση της γλυκόζης στο αίμα τους, καθώς και στη ρύθμιση των επιπέδων χοληστερόλης.
Η μία από τις μελέτες, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό 'Metabolism', έδειξε ότι η κατανάλωση 30 γρ περίπου αμυγδάλων αμέσως πριν από γεύμα υψηλής περιεκτικότητας σε άμυλο οδήγησε 30 % μείωση των μεταγευματικών επιπέδων γλυκόζης, σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, σε σύγκριση με μόλις 7 % μείωση στους μη διαβητικούς.
Επιπλέον, μετά από ολονύκτια νηστεία, τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 προσθέτοντας αμύγδαλα στο γεύμα τους είχαν μια μείωση των επιπέδων σακχάρου στο αίμα μετά το γεύμα τους. Η επίδραση της τακτικής κατανάλωσης αμυγδάλων στα επίπεδα γλυκόζης στο αίμα σε άτομα με διαβήτη τύπου 2, διερευνήθηκε επίσης, με την καθημερινή κατανάλωση 30 γρ αμυγδάλων, για 12 εβδομάδες, και σχετίστηκε με μείωση 4 % στην αιμοσφαιρίνη A1c (HbA1c) και ίδια μείωση του δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ).
Η δεύτερη μελέτη, που δημοσιεύθηκε στο 'Diabetes Care', αποκάλυψε ότι ξηροί καρποί όπως τα αμύγδαλα μπορεί να συμβάλουν στη διατήρηση υγιών επιπέδων γλυκόζης αίματος και χοληστερόλης τόσο για άνδρες, όσο και μετεμμηνοπαυσιακές γυναίκες που έχουν διαβήτη τύπου 2.
Άτομα τα οποία καταναλώνουν συστηματικά ξηρούς καρπούς όπως τα φιστίκια, τα καρύδια, τα αμύγδαλα, παρουσιάζουν μικρότερο κίνδυνο να παρουσιάσουν διαβήτη τύπου 2. Αυτό έχει φανεί από μεγάλες και πολυετείς, αξιόπιστες μελέτες.
Παλαιότερη μεγάλη έρευνα από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, σε 83.818 γυναίκες, (34-59 ετών) στις Ηνωμένες Πολιτείες για 16 χρόνια που μελέτησε τη διατροφή των γυναικών αυτών, όπως επίσης το δείκτη μάζα σώματος, το οικογενειακό ιστορικό διαβήτη, το κάπνισμα, τη σωματική δραστηριότητα, έδειξε ότι όσες γυναίκες κατανάλωναν 30 γρ. ξηρούς καρπούς για 5 ή περισσότερες φορές την εβδομάδα, είχαν μειωμένο κίνδυνο κατά 27% να παρουσιάσουν διαβήτη τύπου 2, όσες κατανάλωναν 30 γρ ξηρούς καρπούς σπανιότερα (1 έως 4 φορές την εβδομάδα), είχαν 16% λιγότερο κίνδυνο για διαβήτη, ενώ όσες κατανάλωναν 5 ή περισσότερες φορές από 30 γρ φιστικοβούτυρου την εβδομάδα, είχαν 21% μειωμένο κίνδυνο για διαβήτη.
Σε μελέτη του 2010 από το 'British Journal of Nutrition', στον Καναδά, που μελέτησε τη σχέση της κατανάλωσης ξηρών καρπών, με το μεταβολικό σύνδρομο και το σακχαρώδη διαβήτη, φάνηκε ότι πέρα από τη γνωστή ικανότητα των ξηρών καρπών στη βελτίωση του προφίλ των λιπιδίων και τη μείωση του κινδύνου εμφάνισης στεφανιαίας νόσου, υπάρχουν θετικές επιπτώσεις στην υγεία και σε παραμέτρους που σχετίζονται με το μεταβολικό σύνδρομο και την πρόληψη του σακχαρώδη διαβήτη.
Επίσης, οι Οργανισμοί για τον Διαβήτη αναγνωρίζουν ολοένα και περισσότερο τη σημασία τους στο συνολικό έλεγχο των διακυμάνσεων της μεταγευματικής γλυκαιμίας, με την κατάλληλη προσθήκη τους πριν ή μαζί με τα υδατανθρακούχα γεύματα ή σνακ.
Αν και όταν σκεφτόμαστε τα άτομα με διαβήτη, κατά κύριο λόγο επικεντρώνουμε στον έλεγχο του σακχάρου και το μεταβολισμό της ινσουλίνης, τα άτομα κυρίως με διαβήτη τύπου 2 έχουν συνήθως και άλλα προβλήματα υγείας σε άλλα συναφή συστήματα, και σχετίζονται ιδιαίτερα με αυξημένο κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα. Έτσι, ένας σημαντικός στόχος για το σωστό σχεδιασμό ενός προγράμματος διατροφής για τα άτομα με διαβήτη είναι η μείωση του κινδύνου των μελλοντικών καρδιαγγειακών προβλημάτων.
Στο πλαίσιο αυτού του στόχου, η κατανάλωση ξηρών καρπών, όπως π.χ. καρυδιών, έχει δείξει σημαντικά αποτελέσματα στην καλύτερη υγεία και λειτουργία των αιμοφόρων αγγείων. Μια ημερήσια πρόσληψη π.χ. καρυδιών (30-60 γρ) παρέχει σημαντικά οφέλη σε αυτόν τον τομέα για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2, όπως καλύτερη σύνθεση λιπιδίων στο αίμα (συμπεριλαμβανομένων των λιγότερο LDL χοληστερόλη και λιγότερο ολική χοληστερόλη), έχει επίσης αποδειχθεί σε άτομα με διαβήτη τύπου 2.
Τα οφέλη αυτά σχετίζονται κυρίως με τα ακόρεστα λιπίδια (πολυακόρεστα ή μονοακόρεστα) που περιέχονται στους ξηρούς καρπούς, τα οποία αποδεδειγμένα βελτιώνουν τα επίπεδα των λιπιδίων στο αίμα, μειώνοντας την κακή χοληστερόλη LDL.
Μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα από την επιστημονική επιθεώρηση 'Diabetes Care' έδειξε ότι όταν ανθυγεινά και λιπαρά σνακ όπως π.χ. ένα μικρό γλυκό όπως ένα μάφιν ή ακόμα και ένα σνακ-πηγή αμύλου και υδατανθράκων όπως 1 φέτα ψωμί αντικατασταθεί από μία - δύο χούφτες ξηρούς καρπούς μπορεί να βοηθήσει τους διαβητικούς να ελέγχουν καλύτερα τα επίπεδα του σακχάρου και της χοληστερόλης τους.
Τα αποτελέσματα της μελέτης αυτής έδειξαν ότι μετά από ένα τρίμηνο διάρκειας αυτής της αντικατάστασης τα επίπεδα του σακχάρου τους και της 'κακής' χοληστερόλης άρχισαν σταδιακά να μειώνονται.
Έτσι, αν συστηματικά ενταχθούν ελεγχόμενες ως προς την ποσότητα και το αλάτι μικρομερίδες ξηρών καρπών (αμυγδάλων, καρυδιών, φυστικιών, κάσιους) στο διαιτολόγιο και αν αντικαταστήσουν άλλα επιβαρυντικά σνακ όπως γλυκά, κράκερς και προϊόντα αμύλου είναι πιθανό να συμβάλουν στην καλύτερη γλυκαιμική ρύθμιση αλλά και στα καλύτερα επίπεδα χοληστερόλης και λιπιδίων στα άτομα με διαβήτη.