παιδικής ηλικίας κατακτηθεί νωρίτερα αποτελεί τρανή απόδειξη ευφυΐας για το παιδί και καμάρι για τους γονείς, οι οποίοι βιάζονται να μεγαλώσουν και να ωριμάσουν νωρίτερα τα παιδιά τους.
«Κάθε παιδί είναι ένας καλλιτέχνης. Το πρόβλημα είναι να παραμείνεις ένας καλλιτέχνης, όταν μεγαλώσεις»
Pablo Picasso
Βασικό γνώρισμα της σύγχρονης εποχής αποτελεί η αυτοματοποίηση και η ταχύτητα. Η τεχνολογία τείνει να κάνει τα πάντα γύρω μας πιο γρήγορα και πιο αποδοτικά. Ο ρυθμός της ζωής κινείται κι αυτός με κεκτημένη ταχύτητα, με άμεσο αποτέλεσμα ο ελεύθερος χρόνος των ανθρώπων, αντί να αυξάνει, τελικώς να μειώνεται. Όλοι βιαζόμαστε κάπου να φτάσουμε και η καθημερινότητα γίνεται τόσο πιεστική που δύσκολα παρέχει ικανοποίηση και χαρά. Κι αυτό οδηγεί σε πολλαπλές ματαιώσεις, μία από τις οποίες είναι και η απώλεια της παιδικότητας στην παιδική ηλικία.
Τα παιχνίδια της προσχολικής ηλικίας, για παράδειγμα, αποτελούν πιστές απομιμήσεις αντικειμένων της ενήλικης ζωής (μικρογραφίες εργαλείων, μαγειρικών σκευών – οχημάτων των ενηλίκων). Πριν την εισαγωγή των παιδιών στην Α΄ Δημοτικού, τα περισσότερα γνωρίζουν να γράφουν γράμματα της αλφαβήτας και αριθμούς ή και να συλλαβίζουν. Και πριν ολοκληρωθεί η βασική εκπαίδευση των έξι τάξεων του Δημοτικού, οι μαθητές καταλήγουν να εργάζονται περισσότερες ώρες από τους γονείς τους. Μέχρι το μεσημέρι μαθήματα στο σχολείο, στην συνέχεια μία ή δύο ξένες γλώσσες κι εξωσχολικές δραστηριότητες (μπαλέτο, καράτε, μουσική…) και ασφαλώς τις βραδινές ώρες μελέτη για την επόμενη ημέρα στο σχολείο. Το παιδικό παιγνίδι και τραγούδι, ο αυτοσχεδιασμός, η συναναστροφή με τους συνομηλίκους, ο ελεύθερος χρόνος, η ανεμελιά και το κέφι των μικρών παιδιών τείνουν να περιοριστούν σε μεγάλο βαθμό.
Όσο για τους εφήβους, το εκπαιδευτικό τους πρόγραμμα μέχρι την τελευταία τάξη του Λυκείου γίνεται εξαιρετικά εξαντλητικό κι αποτελεί ξεκάθαρη μορφή κακοποίησης της ζωντάνιας και του κεφιού τους για ζωή. Δεν διασκεδάζουν, ούτε συμμετέχουν σε ομαδικές δραστηριότητες. Συχνά σε συνθήκες μεγάλων πόλεων, καταλήγουν να ζουν μία έντονη μοναξιά ατομικής ικανοποίησης κι απόλαυσης. Δε επικοινωνούν επαρκώς με τους συμμαθητές τους και δεν αυτονομούνται με τρόπο λειτουργικό.
Με λίγα λόγια, τα παιδιά της χαράς και της ζωής καταλήγουν παιδιά του καθήκοντος. Η γκρίνια αντικαθιστά την απόλαυση και η κούραση τη ζωντάνια. Ο προσωπικός ελεύθερος χρόνος αποτελεί πολυτέλεια για τους νέους ανθρώπους, οι οποίοι δεν μαθαίνουν να σχετίζονται μεταξύ τους, να ερωτεύονται τη μάθηση, τη γνώση, τη φύση, δεν αγαπούν το σχολείο και το βιβλίο. Η δημιουργικότητα και η φαντασία κρύβονται πίσω από τη στεγνή διεκπεραίωση καθημερινών υποχρεώσεων, οι οποίες όλες αποσκοπούν σε κάποιο συγκεκριμένο «ενήλικο» στόχο.
‘Όσο η ταχύτητα γίνεται το ζητούμενο στην εποχή μας, τόσο η παιδικότητα εξαφανίζεται από την παιδική ηλικία. Κι ο κόσμος των ενηλίκων δείχνει να μη σέβεται καθόλου, ούτε καν να αντιλαμβάνεται την παιδικότητα των παιδιών, η οποία τελικά δεν είναι τίποτα άλλο, παρά μία αποκλειστικά ευχαριστιακή στάση απέναντι στη ζωή.
Τί μπορεί να συμβαίνει όμως στα παιδιά που μεγαλώνουν χωρίς παιδικότητα; Όταν αυτά γίνονται γονείς, επενδύουν πολλές προσδοκίες για οικογενειακή χαρά και ευτυχία στα παιδιά τους. Περιμένουν από αυτά, καθώς αναπτύσσονται, να ικανοποιήσουν τις δικές τους βαθύτερες επιθυμίες και όνειρά. Παιδικές ματαιώσεις των ενηλίκων μεταμορφώνονται σε αγωνιώδεις προσδοκίες προς την επόμενη γενιά. Συνεπώς καλούνται τα παιδιά να φροντίσουν τους γονείς κι όχι το αντίστροφο, όπως θα ήταν αναμενόμενο. Οι νέοι εμπλέκονται σε μαθησιακές υπερπροσπάθειες, σε εξαντλητικές προπονήσεις, σε εντατικά μαθήματα μουσικής, σε κοπιώδεις διδασκαλίες και πολύωρες μελέτες.
Και αυτό το επονομαζόμενο «σύνδρομο του καλού παιδιού» ταλαιπωρεί την παιδική ψυχή και καταστρέφει την χαρά της παιδικότητας. Από πολύ νωρίς καλείται ο νέος άνθρωπος να επιλέξει ανάμεσα στο ρόλο του καλού παιδιού ή στον πραγματικό του εαυτό. Επιλέγει συνήθως να καλύψει τις ανάγκες και τις επιθυμίες των γονιών, που τόσο πολύ αγαπάει. Και ασφαλώς παραμερίζει τα δικά του «θέλω», τη δική του ευχαρίστηση και απόλαυση. Αν αρνηθεί να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του ρόλου του, παύει να είναι αποδεκτός, δε λαμβάνει ανατροφοδότηση κι ενίσχυση για τίποτα, καταπιέζεται συναισθηματικά, λόγω μίας αθόρυβης απόρριψης. Δίχως να είναι στο ελάχιστο ελεύθερη επιλογή του, καταλήγει να φροντίζει κι όχι να φροντίζεται.
Αυτό έχει ως αποτέλεσμα στην ενήλικη ζωή του να εξακολουθεί να επιζητά απεγνωσμένα φροντίδα, με παιδικό ωστόσο τρόπο, ναρκισσιστικά και άγαρμπα. Παραμένει στις σχέσεις του με μία παιδική στάση απέναντι στην αγάπη και την επιβεβαίωση της αγάπης. Έχει βιώσει έντονες ματαιώσεις από τις χαμένες προσδοκίες του στο παρελθόν και δε μπορεί να τις επεξεργαστεί με τρόπο λειτουργικό. Αναβιώνει συνεχώς όλες τις παιδικές απογοητεύσεις κι επειδή δε μπορεί να αναζητήσει νέους τρόπους συναλλαγής, προκαλεί πλέον πόνο στη συντροφική σχέση του ή στα δικά του παιδιά. Δε φροντίστηκε και δε μπορεί να φροντίσει. Παραιτείται από τη χαρά της προσφοράς αγάπης και ευχαρίστησης.
Ενώ, λοιπόν, η απώλεια της παιδικότητας επιφανειακά δείχνει ότι υπερωριμάζει τα παιδιά, τελικώς τα αφήνει ανώριμα στην ενήλικη ζωή τους. Το γεγονός ότι οι νέοι άνθρωποι είναι φορτωμένοι με πολλές ευθύνες από πολύ νωρίς, δε σημαίνει κι ότι κατακτούν αναπτυξιακά και την ωριμότητα. Οι νέοι δε μοιράζονται χρόνο με τους γονείς και την οικογένεια τους και δεν αναπτύσσουν λειτουργικές κι επαρκείς διαπροσωπικές σχέσεις. Στερούνται έτσι ενός βασικού συναισθηματικού στηρίγματος για την ωρίμανσή τους. Η έλλειψη ελεύθερου χρόνου δεν παρέχει τη δυνατότητα προσωπικών αναζητήσεων. Τα παιδιά έχουν ανάγκη άφθονου ελεύθερου χρόνου, να παίξουν, να αυτοσχεδιάσουν, να δοκιμάσουν δεξιότητες και να εξασκήσουν ταλέντα, να συναναστραφούν με φίλους, να συζητήσουν, να εκτονώσουν κι εξωτερικεύσουν δυναμικά, να έρθουν σε επαφή και να αφομοιώσουν ποικίλα ερεθίσματα. Μέσα από τέτοιες διεργασίες καλλιεργείται η γνώση και κατακτιέται αναπτυξιακά η ωρίμανση. Τα παιδιά σήμερα βιάζονται να μεγαλώσουν, όχι γιατί ωριμάζουν νωρίτερα, αλλά γιατί θέλουν να είναι ελεύθερα να κάνουν ό,τι θέλουν.