Και αφού επανέλαβε τις γνωστές δυσκολίες του PSI και της νέας δανειακής σύμβασης κατέληξε: «εάν δεν κλείσουμε το χάσμα ανταγωνιστικότητας της οικονομίας μας σε σχέση με τις άλλες χώρες της ευρωζώνης δεν θα μπορέσουμε να βγούμε από την κρίση»
Πώς, όμως, αντιλαμβάνεται την αποκατάσταση της ανταγωνιστικότητας στη χώρα ουραγό της Ευρώπης και 90ης στον κόσμο; Ο κ. Παπαδήμος επανέλαβε τη γνωστή λίστα των τομέων στους οποίους η πολιτική εξουσία αποτυγχάνει με θαυμαστό τρόπο τα δύο τελευταία χρόνια: «αγορές εργασίας, προϊόντων, υπηρεσιών και επαγγελμάτων, δημόσια διοίκηση, φορολογικό σύστημα, υποδομές και λειτουργία της δικαιοσύνης».
Δεν διευκρίνισε όμως πώς εκείνος σκοπεύει να επιτύχει κάτι περισσότερο τη στιγμή που κι ο τελευταίος πολίτης γνωρίζει πλέον πολύ καλά ότι η διαφθορά και το πελατειακό κράτος θα ακυρώνουν κάθε προσπάθεια για αλλαγές πλην εκείνης του κόστους εργασίας στον ανυπεράσπιστο ιδιωτικό τομέα, που βέβαια μόνη της δεν θα φέρνει παρά περισσότερη ύφεση και δυστυχία. Μήπως, τελικά, πραγματική κόκκινη γραμμή και για αυτήν την συγκυβέρνηση είναι η προστασία του διεφθαρμένου κρατισμού;
Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε αν είναι η τρόικα που πιέζει για τον κατώτατο μισθό και την ακόμα μεγαλύτερη συμπίεση του κόστους εργασίας. Αλλά το θέμα δεν είναι κει. Το θέμα είναι στην ουσία του επιχειρήματος και της συζήτησης για την ανταγωνιστικότητα. Φταίνε πράγματι τα 700-800 ευρώ του κατώτατου μισθού και αν τα ελαττώσουμε θα βελτιωθεί σημαντικά η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας; Ποια εμπειρία το τεκμηριώνει αυτό; Ποια είναι τα επιστημονικά οικονομικά στατιστικά δεδομένα; Ή μήπως η αιτιολόγηση του επιχειρήματος έχει μόνο θρησκευτική και ηθική βάση; Να τιμωρηθούν οι Έλληνες κι ας μην είναι οικονομικά επωφελής αυτή η τιμωρία.
Ευτυχώς που οι αριθμοί είναι διαθέσιμοι στον καθένα. Αρκούν η επεξεργασία και η κοινή λογική. Στον επίσημο ιστότοπο της eurostat υπάρχει το κείμενο «Στατιστικά στοιχεία για τις κατώτατες αποδοχές». Το κείμενο ομαδοποιεί 20 χώρες της ΕΕ σε 3 κατηγορίες ανάλογα με το ύψος των κατώτατων αποδοχών, τον Ιούλιο του 2011. Η πρώτη μέχρι 400 ευρώ μηνιαίως: Βουλγαρία, Ρουμανία, Λιθουανία, Εσθονία, Λετονία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Τσεχική Δημοκρατία και Πολωνία. Η δεύτερη 550 - 900 ευρώ ευρώ μηνιαίως: Πορτογαλία, Μάλτα, Σλοβενία, Ισπανία και Ελλάδα. Η τρίτη ομάδα περιλαμβάνει έξι κράτη μέλη στα οποία οι κατώτατες αποδοχές ήταν άνω των 1000 ευρώ μηνιαίως: Ηνωμένο Βασίλειο, Γαλλία, Ολλανδία, Βέλγιο, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο.
Οι κατώτατες αποδοχές έχουν υπολογίστεί, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τις διαφορές στα επίπεδα τιμών, σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης. Αυτή η αναπροσαρμογή για τις διαφορές στα επίπεδα τιμών μειώνει τη διακύμανση μεταξύ των χωρών. Έτσι ενώ τον Ιούλιο του 2011 οι κατώτατες αποδοχές σε ευρώ κυμαίνονταν από 123 ευρώ έως 1 758 ευρώ (ένας λόγος της τάξης του 1:14), οι κατώτατες αποδοχές σε μονάδες αγοραστικής δύναμης (ΜΑΔ) κυμαίνονταν από 243 έως 1 466 (ένας λόγος της τάξης του 1:6).
Η ιδεολογική εμμονή να συνδέονται οι χαμηλές αποδοχές με την ανταγωνιστικότητα θα έπρεπε, και για αυτές τις ευρωπαϊκές χώρες, να καταγράφεται σαν αποτέλεσμα και να προκύπτει από επίσημα στατιστικά δεδομένα. Ωστόσο τα στοιχεία από την «Παγκόσμια Έκθεση για την Ανταγωνιστικότητα 2011-2012» δεν φαίνονται να ενισχύουν αυτήν την άποψη. Αντίθετα υψηλότερη ανταγωνιστικότητα παρατηρείται στις χώρες της πρώτης ομάδας με τις υψηλότερες αποδοχές. Επιπλέον τα στοιχεία από την «Έκθεση για τον Δείκτη Αντίληψης της Διαφθοράς για το 2011» είναι ενδεικτικά για τη σύνδεση της διαφθοράς με την ανταγωνιστικότητα. Στον Πίνακα 1 συνοψίζονται αυτά τα συγκριτικά στοιχεία.
Πίνακας 1. Ανταγωνιστικότητα 20 κρατών μελών της ΕΕ σε σχέση με τις ακαθάριστες κατώτατες αποδοχές(εκφρασμένες σε ισοτιμίες αγοραστικής δύναμης) και τη διαφθορά.
Η κοινή λογική λέει ότι η δαιμονοποίηση των αποδοχών στον ιδιωτικό τομέα επιδιώκει απλώς να προστατέψει τους πραγματικούς δαίμονες που έχουν στοιχειώσει την πολιτική πραγματικότητα τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα. Λέει ότι ο κ. Παπαδήμος έχει απλώς σηκώσει τα χέρια και θυμίζει μαέστρο που προσπαθεί να διευθύνει μια ορχήστρα στην οποία ο κάθε μουσικός παίζει μιαν άλλη δική του μουσική. Και όλοι μαζί το ρέκβιεμ της χώρας.