Διότι οι εισοδηματικοί περιορισμοί θα πλήξουν την κατανάλωση, την οποία για πάρα πολλά χρόνια συντηρούσαν τα δανεικά. Έτσι, δίπλα στον δημόσιο τομέα, δημιουργήθηκε στην χώρα μας και ένα υπερπληθωρικό εμπορικό κύκλωμα, το οποίο ήταν και παραμένει το πιο διογκωμένο στην Ευρώπη.
Γνωστό αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής ήταν να έχει η Ελλάδα τον υψηλότερο αριθμό αυτοαπασχολουμένων στην Ευρώπη ανά 1.000 κατοίκους. Συγκεκριμένα, στην χώρα μας το 2007 υπήρχαν 70 εμπορικά καταστήματα ανά 1.000 κατοίκους, ενώ στην ΕΕ ο αντίστοιχος αριθμός ήταν 39 καταστήματα. Αυτή η εμπορική δομή τα τριάντα τελευταία χρόνια μπόρεσε να επιβιώσει και σε αρκετές περιπτώσεις να πλουτίσει, αφ’ ενός, μέσω της κατανάλωσης τραπεζικής πίστης και την επέκτασή της και, αφ’ ετέρου, λόγω της ένταξής μας στην ευρωζώνη και του συνολικού χαμηλότοκου υπερδανεισμού που την συνόδευσε. Έτσι, δημιουργήθηκε μέσα σε λίγα χρόνια μία υπερεμπορική φούσκα, η οποία για αρκετό διάστημα ήταν και εκτός φορολογικού ελέγχου. Πίσω από την φούσκα αυτή υπήρχαν χιλιάδες αυτοαπασχολούμενοι, οι οποίοι είχαν επιλέξει την αυτοαπασχόληση ελλείψει άλλων ευκαιριών απασχόλησης. Κυρίως στο Δημόσιο.
Δίπλα στην πληθωρική εμπορική δομή της χώρας, η παραγωγική μηχανή της ήταν αναιμική, εσωστρεφής και όχι ιδιαίτερα ανταγωνιστική. Στο πλαίσιο αυτό, οι ελληνικές εξαγωγές αντιπροσώπευαν μόνον το 7% του ΑΕΠ μας, όταν, στο Βέλγιο για παράδειγμα, το αντίστοιχο ποσοστό είναι 65% και ο μέσος ευρωπαϊκός όρος φθάνει το 40% περίπου.
Ένα άλλο σοβαρό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας δεν είναι τόσο η έλλειψη, όσο η ποιότητα των επενδύσεων. Όπως θα έλεγε και ο γνωστός οικονομολόγος της Αυστριακής Σχολής, Ρόμπιν Χιγκς, η Ελλάδα πάσχει από “κακοεπενδύσεις” –γεγονός που οφείλεται στον κρατισμό και στις απίστευτες δομικές ανεπάρκειές του. Για πολλά χρόνια, έτσι, υπήρξε πρωτοφανής κατασπατάληση επενδυτικού κεφαλαίου, με κορυφαία περίπτωση αυτή των ολυμπιακών έργων. Σήμερα, αυτή η κατασπατάληση επενδυτικών πόρων είναι με την σειρά της δημιουργός ανεργίας, για τον απλούστατο λόγο ότι οι ολυμπιακές επενδύσεις απονεκρώθηκαν μετά τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Επίσης, στο μέτρο που το ελληνικό εμπόριο αναπτυσσόταν με κύριο μοχλό του τις εισαγωγές, η ελληνική παραγωγική μηχανή δεν έκανε καμμία προσπάθεια να επενδύσει σε υποκατάσταση των εισαγωγών. Έτσι, στους παραδοσιακούς τομείς της μεταποίησης, που κατά κανόνα στηρίζονταν στην ένταση της εργασίας, χάθηκαν και μερίδια εσωτερικής αγοράς προς όφελος τρίτων χωρών χαμηλού κόστους.
Σήμερα, υπό το βάρος της κρίσης, όλες οι πιο πάνω δομές καλούνται να καταρρεύσουν και το κοινωνικό κόστος αυτής της κατάρρευσης θα είναι οδυνηρό και υψηλό. Ήδη, η ανεργία στον εμπορικό τομέα προσλαμβάνει κατακλυσμιαίες διαστάσεις, ενώ αμέτρητες εμπορικές επιχειρήσεις είναι έτοιμες να διακόψουν τις δραστηριότητές τους ελλείψει επαρκούς ζήτησης και σχετικής πελατείας.
Υπό τις συνθήκες αυτές –που, όπως καταλαβαίνει κανείς, δεν είναι εύκολα αναστρέψιμες– η Ελλάδα, πέρα από την μακροοικονομική κρίση της, βρίσκεται αντιμέτωπη και με μία βαθιά κρίση οικονομικού προτύπου. Το δε πιο δυσάρεστο είναι ότι κανείς δεν προβληματίζεται πάνω στο θέμα αυτό. Αν λοιπόν στη κρίση δημοσίου χρέους προστεθεί και αυτή του οικονομικού προτύπου, τότε η κατάσταση θα αποκτήσει όντως εκρηκτικό περιεχόμενο. Γι αυτό επείγει η αναδιάρθρωση της οικονομίας μέσω του ΕΣΠΑ και των 20 δισεκατ. ευρώ που το συνοδεύουν. Αναδιάρθρωση που πρέπει να στηριχθεί στην παραγωγή πλούτου και όχι στην κατανάλωση δανεικών.
Από την άποψη αυτή, οι προοπτικές για την χώρα δεν είναι και τόσο άσχημες. Τομείς όπως ο τουρισμός, η βιομηχανία ειδών διατροφής σε συνδυασμό με μία άλλη γεωργική ανάπτυξη, οι ιατρικές υπηρεσίες, το ηλεκτρονικό εμπόριο, η έρευνα και ανάπτυξη, η εκπαίδευση και η λιμενική οικονομία μπορούν να προσφέρουν στην χώρα κορυφαία ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Αρκεί τα τελευταία να στηριχθούν στην ποιότητα και σε άυλες προστιθέμενες αξίες που εξαρτώνται άμεσα από τον παράγοντα άνθρωπο. Με άλλα λόγια, η Ελλάδα πρέπει να ξεφύγει από την δημοσιολαγνεία και την κρατική διαφθορά και να δημιουργήσει μία παραγωγική οικονομία παραγωγής υψηλής ποιότητος υπηρεσιών. Η χώρα έχει όλες τις δυνατότητες, μεταξύ Ανατολής και Δύσεως, να γίνει μία μεσογειακή Ελβετία. Και το στοίχημα αυτό μπορεί να πετύχει. Αν…