είναι μια κοινωνία σε παρακμή και σε σήψη. Μπορεί να ερμηνευτεί και ότι δεν είναι ικανή να δημιουργήσει τα δικά της ξεχωριστά έργα για να τα αφήσει με τη σειρά της στις επόμενες γενιές.
Προσπαθώ να εξηγήσω, αν καταλάβατε, την επιμονή της Δημοτικής Αρχής της Λαμίας για την οριστική κατεδάφιση της πρώην Δημοτικής Αγοράς.
Είναι γεγονός ότι βομβαρδιζόμαστε, ακόμα και σήμερα στην καρδιά της κρίσης, με εικόνες ενός τρόπου ζωής καταναλωτικού και ανούσιου και ακολουθούμε τις επιταγές της μόδας και του life-style, που μας προβάλουν τα παράθυρα της τηλεόρασης καθημερινά, με κυρίαρχο το κέρδος και την εμπορική αξία. Και τα «χθεσινά» - και μάλιστα όταν είναι ταπεινά - είναι επόμενο να μην έχουν αξία· και τη στιγμή που δεν σεβόμαστε ό,τι είναι «χθεσινό» και θεωρούμε δευτερεύουσας σημασίας όλα αυτά που μας ενώνουν με την ιστορία, είναι επίσης επόμενο να χάνουμε την ικανότητα να αναδείξουμε αξίες και έργα ικανά να μείνουν.
Η κατεδάφιση της Δημοτικής Αγοράς ήταν μια διαχρονική επιλογή της Δημοτικής Αρχής. Μια επιλογή που κράτησε χρόνια και που, τελικά, κατάφερε να παρακάμψει και να αγνοήσει τόσες και τόσες συζητήσεις, αντιδράσεις, προτάσεις, προσφυγές. Το κακό είναι ότι το έκανε, όχι μόνο «κατεδαφίζοντας» ένα μέρος της ιστορίας της πόλης, αλλά και εξευτελίζοντας, κατά μία έννοια, τον τρόπο ζωής και την καθημερινότητα της γενιάς που έφυγε. Κανείς δε είπε ότι πρέπει να ακολουθήσουμε τα πρότυπα ή να ζήσουμε την αγορά του '30-'40. Όμως, η Δημοτική Αγορά είχε ένα ιδιαίτερο πολιτισμικό και ιστορικό ενδιαφέρον για την πόλη, με διάφορες λειτουργίες και μορφές και με κοινωνικοοικονομικές προεκτάσεις στο σύνολο της πόλης.
Ήταν ένα κύτταρο της ιστορικής μνήμης των κατοίκων της Λαμίας και τοπόσημο, καθώς ήταν σημείο αναφοράς σε μια από τις ιστορικότερες και συγκροτημένες, από άποψη αυτόνομων υπηρεσιών, περιοχές της Λαμίας. Το ότι ήταν ετοιμόρροπη δεν αποτελούσε αιτία για κατεδάφιση. Δεν κατέστη μόνη της η Δημοτική Αγορά ετοιμόρροπη. Από κάποιους εγκαταλείφθηκε, κάποιοι δεν φρόντισαν να τη συντηρήσουν.
Η διαπίστωση λοιπόν είναι ότι με ευχέρεια γκρεμίζουμε ό,τι έχει σχέση με το κοινωνικό, το λαϊκό, το στοιχείο της ανθρωπιάς, ό,τι έχει σχέση με τους ανθρώπους του μόχθου και της γειτονιάς, του μεροκάματου, της καθημερινότητας. Ασφαλώς η Λαμία αλλάζει, γιατί είναι ζωντανός οργανισμός. Πολλές φορές αυτές οι αλλαγές είναι αναγκαίες. Μόνο που το έχουμε παρακάνει. Η πικρή επίσης διαπίστωση είναι ότι εμείς οι Λαμιώτες, πολλές δεκαετίες τώρα, έχουμε μια πολύ καλή σχέση με το «τσιμέντο». Ιδιαίτερα οι δημοτικές αρχές. Καταστρέψαμε αλάνες και γειτονιές, δημόσιους χώρους, πατρικά με αντιπαροχή, κόψαμε πεύκα, κυπαρίσσια και πλατάνια ιστορικά, μπαζώσαμε μνήμες. Εμείς και το διαμέρισμά μας, εμείς και το αυτοκίνητό μας, εμείς και η τηλεόρασή μας. Και όλοι μαζί να εκλέγουμε δημάρχους σάρκα από τη σάρκα μας.
Οι παραπάνω διαπιστώσεις μπορεί να μας μελαγχολούν. Μας οδηγούν όμως και σε συμπεράσματα: Η ταυτότητα της πόλης χάνεται, όταν χάνεται η συλλογική μνήμη· όταν οι κάτοικοί της και η Δημοτική Αρχή δεν προασπίζουν την πολιτιστική κληρονομιά της. Η Δημοτική Αγορά ήταν μέρος αυτής της πολιτιστικής κληρονομιάς της Λαμίας.
Πολλές ελληνικές πόλεις συνειδητοποίησαν πόσο αναγκαία είναι η συλλογική μνήμη. Τις δικές τους δημοτικές αγορές τις ανάπλασαν, τις ανέδειξαν και τις παρέδωσαν, πραγματικά στολίδια, στους δημότες και τους επισκέπτες τους. Εμείς;