tromaktiko: "Ημουν για 13 χρόνια σε ορφανοτροφείο"

Δευτέρα 27 Φεβρουαρίου 2012

"Ημουν για 13 χρόνια σε ορφανοτροφείο"



«Δεν έχω ποτέ πει τη λέξη “μαμά” στη ζωή μου... Ποτέ δεν το έβαλα κάτω. Για δύο χρόνια έτρωγα σκέτα μακαρόνια με κέτσαπ από το σούπερ μάρκετ. Εζησα». Συγκλονίζει ο Θανάσης Βισκαδουράκης στη συνέντευξή του στην Espresso της Κυριακής, όπου αποκαλύπτει τις άγνωστες πτυχές της ζωής του...

Οι γονείς και τα αδέλφια του που είναι κωφοί, ο θάνατος της μητέρας του στα πρώτα χρόνια της ζωής του, η μεταφορά του σε ορφανοτροφείο της Θήβας, όπου και παρέμεινε εσώκλειστος για δεκατρία χρόνια, το πείσμα του να μην το βάλει κάτω, η πίστη του στον Θεό που τον καθοδηγούσε τα χρόνια που δεν είχε καν τα αναγκαία, οι δύσκολες συνθήκες στην Αθήνα, ο έρωτας με την Αγγελική Λάμπρη και η φύσει και θέσει αισιόδοξη στάση ζωής του τον οδήγησε να ονειρεύεται ακόμα και στο… μαύρο.

- Για τρίτη χρονιά παρουσιάζετε την παράσταση «Δεν βλέπω, δεν ακούω, δεν μιλάω» στο Θέατρο Αθηνά, η οποία κάνει τεράστια επιτυχία. Πού θεωρείτε ότι οφείλεται η αγάπη του κοινού;
Στην υπομονή που δείξαμε. Με τον Πούλη και τον Σπαντίδα ενώσαμε τις δυνάμεις μας μαζί με τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη, που έκανε τη σκηνοθεσία. Η επιτυχία οφείλεται στην πολύ καλή χημεία που έχουμε και οι τέσσερις ηθοποιοί, μαζί με τη Δήμητρα Στογιάννη. Επειδή είμαστε μαθητές του Γιώργου Θεοδοσιάδη, υπάρχει κοινή πορεία και κοινή διδασκαλία. Κόβει ο ένας και ράβει ο άλλος. Πάνω από τους εαυτούς μας βάλαμε το έργο. Το αγαπήσαμε και το λατρέψαμε κααι μαζί το κοινό.

- Στα δραματικά γεγονότα που ζούμε στη χώρα το τελευταίο διάστημα ίσως είναι περισσότερο από ποτέ αναγκαία μια αυθεντική κωμωδία.
Οντως. Δυστυχώς, έχουμε υποστεί ένα βίαιο σοκ όλοι. Ηταν ένας ξαφνικός θάνατος αυτό που υπέστη ο ελληνικός λαός.

- Εχετε περάσει στη ζωή σας χωρίς χρήματα ή φτάσατε στο άκρο τού να μη έχετε να φάτε;
Εχω περάσει πολλά χρόνια χωρίς χρήματα. Είχα δύσκολα παιδικά, εφηβικά και φοιτητικά χρόνια. Είμαι ένα παιδί γεννημένο μέσα στην κρίση. Η σημερινή δεν με αγγίζει. Την έχω στο πετσί μου, γι’ αυτό και είμαι ευτυχισμένος με λίγα.

- Ετυχε να ζήσετε με διακόσια ευρώ ένα μήνα;
Δεν θα ξεχάσω ένα απόγευμα στην Πατησίων, όπου έκλαιγα έξω από το Θέατρο Μινώα. Επειδή είμαι φύσει και θέσει αισιόδοξος, δεν έλεγα ποτέ στον διπλανό μου ότι πεινάω, ότι στερούμαι. Ελεγα πρέπει να το ζήσω, γιατί έτσι με έχει προορίσει ο Θεός. Κάποια στιγμή, ήρθε δίπλα μου ο Γιάννης Ζουγανέλης και με ρώτησε «γιατί κλαις;». Ζούσα τότε σε ένα υπόγειο της Αχαρνών. Του είπα «πλήρωσα το ενοίκιο ίσα-ίσα και δεν έχω να πληρώσω τη σχολή. Δεν έχω να φάω». Πήγε στο καμαρίνι του και μου έδωσε ένα ποσό για να μπορέσω να συντηρηθώ.

- Φαντάζομαι ότι ήταν πολύ αντίξοες οι συνθήκες τότε...
Ποτέ δεν το έβαλα κάτω. Για δύο χρόνια έτρωγα σκέτα μακαρόνια με κέτσαπ από το σούπερ μάρκετ. Εζησα! Εχω ζήσει για χρόνια με δανεικά πράγματα. Τα δικά σου άχρηστα πράγματα για μένα ήταν θησαυρός. Την πρώτη μου τηλεόραση την αγόρασα είκοσι πέντε χρόνων και το πρώτο μου πλυντήριο το πήρα από τον Μπουλά. Πέταγε το δικό του και το πήρα. Πήρα μέχρι και δανεικά σεντόνια και ποτήρια. Είχα πάντα όμως ψηλά το κεφάλι. Εχω κάνει όλες τις δουλειές, ασφαλιστής, σερβιτόρος, καμαρινάκιας, οικοδόμος. Οπου και να με ρίξεις, θα επιβιώσω.

- Προέρχεστε από μια οικογένεια κωφών.
Είναι η μαμά, ο πατέρας μου και έχω και δύο αδέλφια κωφά. Είμαστε στο σύνολο πέντε αδέλφια.

- Σημάδεψε τη ζωή σας αυτό το γεγονός;
Οχι, δεν γνώριζα ότι έχω γονείς κωφούς. Δεν γνώρισα τη μάνα μου. Πέθανε λίγα χρόνια αφότου γεννήθηκα. Πήγα στο ορφανοτροφείο από τη νηπιακή μου ηλικία και έχασα κάθε επαφή με τον οικογενειακό μου ιστό και τα αδέλφια μου. Εβλεπα μόνο μία φορά τον χρόνο τον πατέρα μου, αλλά μου μίλαγε με νοηματική και δεν τον καταλάβαινα.

- Πώς ήταν τα χρόνια του ορφανοτροφείου;
Τρώγαμε ξύλο. Ηταν δύσκολα χρόνια και εποχές. Τα ιδρύματα είναι ιδρύματα, αλλά κέρδισα πολλά πράγματα, όπως η αυτονομία μου και η αυτοκυριαρχία μου. Εγινα περήφανος, πάτησα στα πόδια μου. Οσο μεγαλώνω, νομίζω ότι αρχίζω να ερωτεύομαι τα παιδικά μου χρόνια. Γι’ αυτό πρώτη φορά μιλάω για το παρελθόν μου. Επί χρόνια το θεωρούσα αλύτρωτο μυστικό. Τώρα που πια πέρασα τα σαράντα σκέπτομαι ότι δεν μου έκανε κακό.

- Νιώσατε την απώλεια της μητέρας σας;
Οχι, δεν έχω ποτέ πει τη λέξη «μαμά» στη ζωή μου. Ημουν άτυχο παιδί αλλά ίσως και τυχερό. Δεν ένιωσα την απώλεια. Δεν ήξερα την απώλεια του παππού, της γιαγιάς, της μητέρας μου. Ημουν μωρό. Δεν την κατάλαβα. Από μια ευτυχισμένη, πολύτεκνη οικογένεια βρέθηκα ξαφνικά στο ορφανοτροφείο.

- Δεν ήταν σοκαριστικό;
Οχι, γιατί ήμουν παιδί. Δεν καταλάβαινα, δεν έφταιγα. Τα παιδιά δεν στεναχωριούνται. Εχουν φαντασία. Ολα τους φαίνονται ωραία…

- Ηταν δύσκολα τα δεκατρία χρόνια του ορφανοτροφείου;
Πέρασα πολλές δυσκολίες. Τρώγαμε πολύ ξύλο, υπήρχαν κανόνες. Δεν είναι εύκολο να χειραγωγήσουν δεκαέξι αγόρια δύο καλόγριες. Και μην ξεχνάτε ότι το 1975 δεν υπήρχαν κοινωνικοί λειτουργοί και ψυχολόγοι.

- Προσπαθήσατε ποτέ να αποδράσετε;
Βοήθησα σε δραπετεύσεις παιδιών αλλά εγώ δεν δραπέτευσα ποτέ. Δεν ξέρω γιατί. Μάλλον έχω πολύ φίλο μου τον Θεό. Το λέω πολύ ωμά. Νιώθω ότι μου κλείνει το μάτι πολλές φορές. Δεν δραπέτευσα. Κατ’ αρχάς, δεν ήξερα πού να πάω. Δεν ήξερα ότι είμαι Αθηναίος. Το ορφανοτροφείο βρισκόταν στη Θήβα.
- Εχετε δει τον Θεό στη ζωή σας;
Ναι. Νομίζω γι’ αυτό δεν έπαθα ιδρυματισμό, δεν απέκτησα κομπλεξικά σύνδρομα και παρέμεινα ευδιάθετος και αισιόδοξος.

- Υπάρχουν παιδιά με τα οποία κρατάτε επαφή από τότε;
Οχι, δεν κρατάω. Δυστυχώς, η ζωή μου ήταν πολύ δύσκολη. Επρεπε να επιβιώσω. Σκέψου, πήγα δεκαεννέα μήνες φαντάρος μόνος μου, χωρίς να μου δώσει κανένας λεφτά.

- Πώς επιβιώσατε;
Επιβίωσα. Εγινα καψιμιτζής, έκανα λαθρεμπόριο κρουασάν. Πήρα μάλιστα το βραβείο του πιο πετυχημένου καψιμιτζή.

- Δεν φοβόσασταν;
Είχα άγνοια κινδύνου. Δεν ήξερα πού πατάω και πού βαδίζω. Πήρα μετάθεση, θυμάμαι, στη Σάμο και την Εδεσσα και δεν ήξερα ούτε πού ήταν. Μεγάλωσα εσώκλειστος δεκατρία χρόνια.

- Δεν πήγατε ποτέ ένα ταξίδι;
Οχι, ήμουν στο ορφανοτροφείο χειμώνα - καλοκαίρι. Η ζωή μου ήταν σχολείο - ορφανοτροφείο και τα Σαββατοκύριακο στα μοναστήρια, που λατρεύω.

- Ξαφνικά, ήρθατε στην Αθήνα. Πώς νιώσατε όταν γνωρίσατε τα αδέρφια σας στα δεκαοκτώ σας;
Δεν ήρθα με χαρά στην Αθήνα. Ηρθα με ανάμεικτα συναισθήματα. Κατ’ αρχάς, δεν ήξερα ποια είναι η Αθήνα. Γι’ αυτό σκοπεύω να γράψω ένα βιβλίο που θα το ονομάσω «Ο κοπρίτης». Ο κοπρίτης είναι ένας καλός σκύλος που σε κοιτά στα μάτια, τον αγαπάνε και τον θέλουν όλοι, αλλά, όταν φεύγουν, είναι πάλι μόνος του.

- Αισθάνεστε μοναξιά;
Πολλές φορές. Είμαι δύσκολος. Εχω κλειδαμπαρώσει τη ζωή μου και τα συναισθήματά μου.

- Γιατί;
Επρεπε να κλειδαμπαρωθώ και να μην αφήσω κανέναν να με επηρεάσει συναισθηματικά.

- Η ζωή στην Αθήνα ήταν πιο δύσκολη από τη Θήβα;
Ολα έπρεπε να τα ξεκινήσω από την αρχή. Εμαθα τη νοηματική γλώσσα σε χρόνο μηδέν. Τσάτρα πάτρα νευρικά και γρήγορα. Ισως η υπερκινητικότητα που έχω να οφείλεται στο ότι έπρεπε να καλύψω χιλιόμετρα διαδρομή. Δεν είχα χρόνο να διαπραγματευθώ τίποτα…

- Πώς νιώσατε όταν γνωρίσατε την οικογένειά σας;
Ημουν πολύ παγωμένος. Δεν είχαν να μου πουν τίποτα. Τώρα τους αγαπώ. Αγαπώ πολύ τον πατέρα μου. Πέρασαν όμως είκοσι επτά χρόνια… Αν μου φύγει από τη ζωή, θα κλάψω. Του τα έχω συγχωρέσει όλα. Ενας άνδρας σαραντάρης έμεινε με πέντε παιδιά. Πέθανε η γυναίκα του και διαλύθηκε η οικογένειά του. Η ζωή μού δίδαξε ότι οι γυναίκες κρατάνε την οικογένεια.

- Μιλήσατε με τα αδέρφια σας για την περίοδο του ορφανοτροφείου;
Οχι, τα δύο κωφά αδέρφια μου τράβηξαν τον δικό τους Γολγοθά, την αδερφή μου δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω, γιατί με το που γύρισα, έφυγε για το εξωτερικό. Μάλιστα, σε ένα γράμμα τη στεναχώρησα άθελά μου. Μου έλεγε: «Γιατί είσαι τόσο κλειστός απέναντί μου;» και της απάντησα: «Σε έχω δει πέντε φορές στη ζωή μου. Στα χαρτιά είμαστε αδέρφια…». Η οικογένεια υπάρχει όταν είσαι συνοδοιπόρος στη ζωή. Οταν μεγαλώνεις με τον άλλο. Η ζωή δεν είναι το… «Πάμε πακέτο», ούτε ταινία. Είναι σκληρή και αμείλικτη…

- Μείνατε ποτέ μαζί σαν οικογένεια όταν ήρθατε στην Αθήνα;
Οχι, ποτέ. Εγώ ήρθα στην Αθήνα για να πάω φαντάρος. Θυμάμαι, φτάνοντας στη γειτονιά που ήταν το πατρικό μου με ένα χαρτί διεύθυνσης στα χέρια δεν ήξερα καν ότι οι αριθμοί στη μία πλευρά είναι μονοί και στην άλλη ζυγοί. Οταν έφτασα στο σπίτι μου, είχα το βλέμμα στο κενό. Ηταν όλα άγνωστα. Ο αδερφός μου είπε πρόσφατα: «Χαίρομαι πολύ που έχεις σταθεί στα πόδια σου. Ο,τι ήξερα στο έμαθα», γιατί και αυτός μεγάλωσε στο περιθώριο. Ημασταν μια διαλυμένη οικογένεια.

ΜΗΝΥΜΑ ΠΙΣΤΗΣ ΚΑΙ ΕΛΠΙΔΑΣ

- Γιατί αποφασίσατε να μιλήσετε σήμερα για τη ζωή σας;
Γιατί η Ελλάδα περνά δύσκολες καταστάσεις και ήθελα να δώσω ένα μήνυμα πως όλοι μπορούμε να βγούμε από τα δύσκολα, αν έχουμε πίστη και ελπίδα.

- Πάρα πολύ γονείς πλέον, επειδή έχουν οικονομικό πρόβλημα, στέλνουν τα παιδιά τους σε ιδρύματα…
Πίστεψέ με, οι γονείς πονάνε περισσότερο από τα παιδιά. Η ζωή είναι δύσκολη και, αν καταθέσεις τα όπλα, έχουν τελειώσει όλα. Εμένα με έσωσε το ότι δεν με πήρε από κάτω. Θεωρούσα ότι αυτό μου έχει ορίσει η ζωή, η οικογένειά μου, ο Θεός…

- Θέλετε να κάνετε οικογένεια και παιδιά;
Βεβαίως. Η ζωή με έχει σκληρύνει. Δεν είμαι εύκολος αλλά όλες οι γυναίκες ήθελαν να με παντρευτούν. Το μότο μου φεύγοντας από το ορφανοτροφείο ήταν να γίνω καλός άνθρωπος. Πιστεύω ότι δεν έχω κάνει κακό σε κανέναν.

- Τι λείπει σήμερα από τη ζωή σας;
Μια πολύ ωραία, ευτυχισμένη οικογένεια. Δεν ξέρω αν θα την κάνω. Διακατέχομαι από το σύνδρομο του Πίτερ Παν. Είναι μέχρι να μπει μια γυναίκα στη ζωή μου και να αλλάξει τη βιοθεωρία μου.

Έχω κλείσει και έχω ανοίξει πολλές παρενθέσεις στη ζωή μου, λέει ο Θανάσης Βισκαδουράκης…

- Είναι εύκολο;
Οχι, είναι δύσκολο και ψυχοφθόρο. Εχω κουραστεί πολύ. Τραυματίστηκα ψυχικά. Εχω αγαπήσει πολύ λίγους ανθρώπους στη ζωή μου. Ενας άνθρωπος που αγαπώ πολύ και είναι πάνω από την οικογένειά μου, πέραν του σεβασμιατάτου, είναι η Αγγελική Λάμπρη. Ημασταν δέκα χρόνια ζευγάρι.

- Σας βοήθησε;
Ο ένας βοήθησε τον άλλον. Ημασταν φοιτητές, γνωριστήκαμε και ερωτευτήκαμε. Κάναμε τρία σπίτια… Από το υπόγειο, πήγαμε στο ισόγειο και έπειτα στον πρώτο. Τώρα που ζούμε στο ρετιρέ, χωρίσαμε. Αυτή είναι η ζωή… Γι’ αυτό την αγαπώ.

- Ηταν σοκαριστικό για εσάς, όταν ύστερα από δέκα χρόνια ξανά άλλαξε η ζωή σας;
Βέβαια. Μα είμαι γεννημένος για τα δύσκολα. Ισως με δοκιμάζει συνέχεια ο Θεός. Ισως να μην είμαι αντάξιός του αλλά παλεύω να φανώ αντάξιός του.
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!