φαίνεται ότι δίνει η πλειονότητα των επιχειρήσεων-μελών του Εμποροβιομηχανικού Επιμελητηρίου Θεσσαλονίκης (ΕΒΕΘ), σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Palmos Analysis, για λογαριασμό του φορέα.
Εξάλλου, οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις δείχνουν ως τους βασικούς «δαίμονες» για τη μείωση της ανταγωνιστικότητάς τους τη φορολογία (σε ποσοστό 86%) και τη γραφειοκρατία (77%), ενώ ακολουθούν: μη μισθολογικό κόστος (61%), δημόσιες υποδομές (57%), διαφθορά (55%) και, έκτο κατά σειρά, το μισθολογικό κόστος (31%).
Πάνω από εννιά στις δέκα ερωτηθείσες (92%) κρίνουν ως αρνητική την αναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης, ενώ περισσότερες από οκτώ στις δέκα (86%) εκτιμούν ότι στο επόμενο τρίμηνο η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων του κλάδου, όπου δραστηριοποιούνται, αλλά και των συναφών τομέων, θα είναι ακόμη μικρότερη, με περισσότερες πτωχεύσεις και αύξηση επισφαλειών (μόλις 1% προσδοκά βελτίωση).
Αναλυτικότερα, βάσει των ευρημάτων της έρευνας, που πραγματοποιήθηκε σε δείγμα 280 μελών του ΕΒΕΘ, στις 25-29/1, το 80% των ερωτηθέντων δεν έχουν προχωρήσει στην υιοθέτηση επιχειρησιακών συμβάσεων με τους εργαζομένους, ενώ μόλις το 12% έπραξε το αντίθετο.
Ο λόγος της «αποχής» από τη δυνατότητα αυτή δεν ήταν, πάντως, ο φόβος των αντιδράσεων από πλευράς των εργαζομένων. Μεταξύ των επιχειρήσεων, που δεν τις υιοθέτησαν, σχεδόν τρεις στις δέκα δήλωσαν ότι πήραν αυτή την απόφαση γιατί δεν πίστευαν ότι κάτι τέτοιο θα βοηθούσε ουσιαστικά. Το 26% επικαλέστηκε έλλειψη επαρκούς ενημέρωσης για το θέμα και το 21% υποστήριξε ότι σκοπεύει να υιοθετήσει τέτοιες συμβάσεις μελλοντικά.
Μόλις 5% των ερωτηθέντων σε αυτή την κατηγορία απάντησε ότι δεν υπέγραψε τις επιχειρησιακές συμβάσεις επειδή υπήρξαν -ή εθεωρείτο ότι θα υπάρξουν- αντιδράσεις από πλευράς των εργαζομένων. Από την άλλη πλευρά, σχεδόν οι μισοί (49%) από τους επιχειρηματίες, που δήλωσαν ότι εφήρμοσαν επιχειρησιακές συμβάσεις, εκτίμησαν ότι δεν υπήρξε σημαντική μεταβολή στην πορεία της επιχείρησής τους, συνεπεία της υπογραφής, ενώ το 31% εκτίμησε ότι πράγματι ωφελήθηκε.
«Άδικο και ανορθόδοξο» για υπαγόμενους και πιστωτές το άρθρο 99
Στο μεταξύ, «άδικα και ανορθόδοξα» λειτουργεί για τις υπαγόμενους σε αυτό το άρθρο 99, σύμφωνα με το 29% των ερωτηθέντων, έναντι ποσοστού 14%, που θεωρεί ότι «λειτουργεί σωστά και δίκαια» (το 57% δεν εκφέρει άποψη).
Παράλληλα, σχεδόν μία στις δύο επιχειρήσεις (49%) σημείωσε ότι θεωρεί το ίδιο άρθρο «άδικο και ανορθόδοξο» για τους πιστωτές των υπαγόμενων σε αυτό, έναντι μόλις 7% που έχει αντίθετη άποψη και 44% που δεν έχει γνώμη.
Ποια εικόνα έχουν οι βορειοελλαδικές επιχειρήσεις για την ανταγωνιστικότητά τους διεθνώς; Μία στις πέντε τη χαρακτήρισε ως «πολύ υψηλή» (2%) και «υψηλή» (16%), ενώ δύο στις πέντε δήλωσαν ότι τη θεωρούν "χαμηλή" (25%) ή "πολύ χαμηλή" (15%). Το 34% των ερωτηθέντων διατύπωσαν την εκτίμηση ότι η ανταγωνιστικότητά τους βρίσκεται στα ίδια επίπεδα με εκείνη των ξένων επιχειρήσεων. Συγκριτικά πιο θετική άποψη έχουν οι εξαγωγικές επιχειρήσεις.
Να καταργηθεί ή όχι ο 13ος και 14ος μισθός;
Διχασμένες εμφανίζονται οι επιχειρήσεις για το θέμα της διατήρησης ή κατάργησης του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, αφού σε ποσοστό 44% δηλώνουν υπέρ της διατήρησής τους ως έχουν και σε ποσοστό 47% υπέρ της περικοπής ή και πλήρους κατάργησής τους (σε ποσοστά 30% για τη μείωση και 17% για την κατάργηση).
Εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά καταγράφει η έρευνα σε ό,τι αφορά τον βαθμό ικανοποίησης των επιχειρήσεων από διάφορες υπηρεσίες του δημοσίου. Το ποσοστό των επιχειρήσεων που δήλωσαν αρκετά ή πολύ ικανοποιημένες βρίσκεται στο 14% για τα τελωνεία, στο 9% για τις δημοτικές υπηρεσίες, το 7% για τις εφορίες και μόλις στο 1% για τις διαδικασίες αδειοδοτήσεων. Σταθερότητα παρουσιάζουν οι δείκτες που αφορούν τις σχέσεις των επιχειρήσεων με τις τράπεζες, με τον ποσοστό ικανοποίησης στο 38%.
Απαισιόδοξες παρέμειναν οι προβλέψεις των επιχειρήσεων για την πορεία τους στο επόμενο τρίμηνο. Το 65% των ερωτηθέντων (54% τον Μάρτιο του 2011) δήλωσαν ότι αναμένουν μείωση πωλήσεων. Το 43% των επιχειρηματιών (38% τον Μάρτιο του 2011) επισήμαναν ότι η απασχόληση στην επιχείρησή τους θα μειωθεί και το 45% ότι θα παραμείνει αμετάβλητη (μόνο το 5% ότι θα αυξηθεί).
Το 74% (69% τον Μάρτιο του 2011) αναμένει περαιτέρω μείωση ρευστότητας στο επόμενο τρίμηνο και το 18% αύξηση. Το 64% των επιχειρήσεων του δείγματος θεωρούν ότι η ικανοποίηση των δανειακών αναγκών τους θα γίνει με ακόμη δυσμενέστερους όρους στο επόμενο τρίμηνο.