Το μεγάλο τζάμι του σαλονιού γίνεται κομμάτια από μια μεγάλη πέτρα που πέφτει στα πόδια της εμβρόντητης οικοδέσποινας. Κοιτώντας κάτω στο δρόμο, βλέπει κάποιο παιδί που της λέει με το πιο ευγενικό και αθώο ύφος:
- Με συγχωρείτε πολύ κυρία, δεν το ήθελα. Σε δύο λεπτά θα έρθει ο πατέρας μου να σας περάσει ένα καινούργιο τζάμι.
Πραγματικά, μπαίνει σε λίγο στο σαλόνι ένας μάστορας και αφού τοποθέτησε το τζάμι, λέει στην κυρία:
- Πενήντα ευρώ, παρακαλώ.
- Πώς; Το παιδί σας έσπασε το τζάμι και θέλετε να το πληρώσω εγώ;
- Μα τι λέτε κυρία μου! Σας είπε ο μικρός πως είμαι πατέρας του;
- Και βέβαια!
- Εμένα μου είπε πως είστε μητέρα του!