Η έρευνα που διεξήχθη είναι ένα σημαντικό βήμα στην κατανόηση της σύνδεσης ανάμεσα στους γενετικούς παράγοντες και το οικείο περιβάλλον των νηπίων. Στην έρευνα συλλέχθηκαν στοιχεία από 10 πολιτείες των ΗΠΑ και 361 οικογένειες που είχαν υιοθετήσει παιδιά, αλλά και γενετικό υλικό από βιολογικούς γονείς και παιδιά.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν τα παιδιά όταν ήταν 9, 18 και 27 μηνών. Παρατήρησαν πως οι γονείς που είχαν υιοθετήσει παιδιά και έδειχναν τάσεις υπερβολής, νευρίαζαν εύκολα όταν αυτά έκαναν κάποιο λάθος. Η επίδραση της συμπεριφοράς τους πάνω στα παιδιά ήταν εμφανής καθώς αυτά εξέφραζαν αρνητισμό και είχαν συχνά ξεσπάσματα οργής, αφύσικα για την ηλικία τους.
«Σε αυτήν την ηλικία τα παιδιά έχουν την τάση να δοκιμάζουν τα όρια τους. Η έρευνα δείχνει πως τα παιδιά με αυξημένα επίπεδα αρνητισμού στα νηπιακά τους χρόνια έχουν μεγαλύτερες δυσκολίες ελέγχου των συναισθημάτων τους και επιδεικνύουν προβληματική συμπεριφορά στα σχολικά τους χρόνια», λέει η Σάνον Λίπσκομπ, βοηθός καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Όρεγκον. «Η ικανότητα των γονέων να αυτοσυγκρατούνται, να μην υπερβάλλουν και να δείχνουν πυγμή και σιγουριά, είναι τα κλειδιά για να βοηθήσουν τα παιδιά τους να αλλάξουν συμπεριφορά. Εσείς, ως γονείς, δείχνετε το παράδειγμα με τον τρόπο που εκφράζετε τα συναισθήματά σας και τις αντιδράσεις σας», συμπληρώνει η Λίπσκομπ.