Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όλες οι οικονομίες της ευρωπαϊκής περιφέρειας έχουν περάσει σε ύφεση.
Παρά ταύτα οι πολιτικοί τους ηγέτες, υπό την καθοδήγηση και τις πιέσεις του Βερολίνου, δείχνουν αποφασισμένοι να επιμείνουν στη χρήση της δημοσιονομικής σύσφιξης ως κύριου εργαλείου για την επίλυση της κρίσης χρέους. Υπάρχει όμως σοβαρό ζήτημα καθώς εκτιμάται ότι οι ίδιες αυτές πολιτικές ηγεσίες επιδεινώνουν το πρόβλημα παραβιάζοντας την καθιερωμένη συνταγή που συστήνεται διεθνώς ως πιο αποτελεσματική: ‘μειώστε πρώτα τις δημόσιες δαπάνες και μετά αυξήστε τους φόρους΄’. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι η δημοσιονομική προσπάθεια που βασίζεται στη μείωση των δαπανών αποδίδει περισσότερο από ό,τι η αύξηση της φορολογίας.
Η καθιερωμένη συνταγή των προγραμμάτων λιτότητας είναι ότι οι περικοπές δαπανών πρέπει να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα της συνολικής σύσφιξης. Η βασική εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι η αύξηση της εταιρικής φορολογίας μπορεί να πλήξει την επιχειρηματική δραστηριότητα ενώ η αύξηση των φόρων κατανάλωσης – για παράδειγμα του ΦΠΑ – μπορεί να αυξήσει τον πληθωρισμό. Σε όλο σχεδόν τον ευρωπαϊκό Νότο ωστόσο οι πολιτικοί επιλέγουν να αυξήσουν τη φορολογία επειδή αυτό έχει μικρότερο πολιτικό κόστος από τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα και τη μείωση μισθών και συντάξεων.
Ελλάδα
Το κατεξοχήν παράδειγμα αυτής της πολιτικής είναι η Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται τώρα κάπου στο μέσο μιας προσαρμογής που θα φτάσει να περικόψει τον προϋπολογισμό στο σύνολο κατά 20% του ΑΕΠ. Μέχρι στιγμής το 55% των μέτρων συνολικού ύψους 37 δις ευρώ προέρχεται από την αύξηση της φορολογίας, η οποία περιλαμβάνει τη μεγάλη αύξηση των έμμεσων φόρων – ΦΠΑ και άλλων ειδικών φόρων κατανάλωσης – του φόρου εισοδήματος και των φόρων ακίνητης περιουσίας.
Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι αυτή η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης οφείλεται τόσο σε ανάγκη όσο και σε συνειδητό σχέδιο και αποδίδουν την ανισορροπία στο πρόβλημα της εκτεταμένης φοροδιαφυγής. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, που έχουν υποστηρίξει εν μέρει και οι εκθέσεις των οικονομολόγων των ελληνικών τραπεζών, π.χ. της Alpha Bank, η μεγάλη φοροδιαφυγή οδηγεί στις διαρκείς απώλειες των στόχων των εσόδων, γι’ αυτό η κυβέρνηση αυξάνει κατά κύματα τους φόρους.
Ας δούμε πώς ακριβώς το έθεσε ο Νίκος Μαγγίνας, στέλεχος της ΕΤΕ, στη Wall Street Journal: «Κατά βάση οι περικοπές δαπανών έχουν λιγότερο αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία ενώ οι αυξήσεις των φόρων δημιουργούν μεγαλύτερες στρεβλώσεις. Και σίγουρα, στην περίπτωση ενός σπάταλου δημόσιου τομέα είναι καλύτερα να εστιάζουμε στις δαπάνες. Ωστόσο στην Ελλάδα το μεγάλο ζήτημα είναι η φοροδιαφυγή, γι’ αυτό δεν είναι εντελώς λάθος να κάνουμε προσαρμογές στην πλευρά των φόρων».
Ιταλία
Ακριβώς η ίδια κριτική αλλά και οι ίδιες εξηγήσεις κυριαρχούν και στην Ιταλία που εισήλθε κι αυτή στη διαδικασία συρρίκνωσης του δημόσιου ελλείμματος της κατά 81 δις ευρώ ή 5% του ΑΕΠ φέτος με στόχο μηδενικό έλλειμμα από το 2013. Στη γείτονα χώρα το σύνολο της δημοσιονομικής προσαρμογής επιδιώκεται να επιτευχθεί μέσα από την αύξηση της φορολογίας – προς μεγάλη λύπη των πρώην συναδέλφων του Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Μόντι στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου.
Σύμφωνα με τον πολιτικό της αριστερής αντιπολίτευσης Ενρίκο Ζανέτι, τα τρία τέταρτα της συρρίκνωσης του ελλείμματος θα προέλθουν από την αύξηση των φόρων. Οι αξιωματούχοι του ιταλικού Υπουργείου Οικονομικών λένε ότι οι αυξήσεις αυτές αφορούν και πηγές ‘κρυφού πλούτου’, οπότε η επιβολή τους δεν θα έχει σοβαρή επίδραση στα κίνητρα για εργασία – για παράδειγμα οι φόροι στα ακίνητα και στα χρηματοπιστωτικά χαρτοφυλάκια. Παρόλα αυτά, μεγάλο μέρος της αύξησης των φόρων στην Ιταλία αφορά τη μεγάλη φέτος αύξηση του ΦΠΑ.
Η περίπτωση της Ιταλίας εμφανίζεται ως ανάλογη με της Ελλάδας εξαιτίας της εκτεταμένης φοροδιαφυγής που εκτιμάται στο 17% του ΑΕΠ. Για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, το αμερικάνικο IRS εκτιμά ότι η φοροδιαφυγή στις ΗΠΑ είναι κάτω του 3% του ΑΕΠ. Αυτό, κατά τους Ιταλούς, σημαίνει ότι οι αυξήσεις της φορολογίας στη χώρα τους έχουν πιο περιορισμένες επιπτώσεις στην οικονομία από ό,τι σε άλλες χώρες. Σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Νάπολης Μπρούνο Τσιαρίνι, ιστορικά η ιδιωτική δραστηριότητα στην Ιταλία έτεινε να πιέζεται τρεις φορές περισσότερο μετά από μείωση των δημοσίων δαπανών από ό,τι από μια αύξηση της φορολογίας του ίδιου μεγέθους. Τα μέτρα του προϋπολογισμού που θα έδιναν έμφαση στη μείωση των δαπανών αντί στην αύξηση των φόρων θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη ύφεση, υποστηρίζει ο Ιταλός καθηγητής.
Γαλλία και Βέλγιο
Το ίδιο μοντέλο συναντάμε στη Γαλλία όπου τα περιορισμένα μέχρι στιγμής μέτρα λιτότητας έχουν εστιάσει πρωτίστως σε αυξήσεις φόρων, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, μέχρι να δώσει αποτελέσματα η μακροπρόθεσμη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Αλλά και η χώρα που μπήκε τελευταία στο χώρο της λιτότητας, το Βέλγιο, έδωσε όλο το βάρος στην αύξηση της φορολογίας και όχι στη μείωση των δαπανών. «Έχουμε πλέον λιτότητα και είναι υπερβολικά προσανατολισμένη προς την αύξηση των φόρων αντί της μείωσης των δαπανών, πράγμα που είναι πρόβλημα», παρατηρεί ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λόιβεν, Πολ ντε Γκράου. «Ελπίζω σε επόμενο στάδιο – γιατί είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξει νέο πρόγραμμα – αυτή η ισορροπία να αποκατασταθεί με μεγαλύτερη έμφαση στην περικοπή δαπανών».
Iσπανία
Ίδια εικόνα και στην Ισπανία όπου η έμφαση αποδόθηκε στην αύξηση των φόρων. Λίγο αφότου ανέλαβε τη διακυβέρνηση τον περασμένο Δεκέμβριο, η νέα κυβέρνηση του κεντροδεξιού πρωθυπουργού Μαριάνο Ραχόι παρουσίασε ένα πακέτο λιτότητας ύψους 15 δις ευρώ που βασίζονταν σχεδόν εξίσου στη μείωση των δαπανών και στην αύξηση των φόρων.
Ανάλογα μέτρα λιτότητας είχε λάβει ο σοσιαλιστής προκάτοχός του Χοσέ Λουίς Θαπατέρο το 2010, όμως εκείνος είχε αυξήσει κυρίως την έμμεση φορολογία και τον ΦΠΑ, ενώ ο Ραχόι αύξησε τους φόρους εισοδήματος. Η κεντροδεξιά κυβέρνηση της Ισπανίας δικαιολόγησε αυτές της τις επιλογές στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης – με το επιχείρημα ότι η αύξηση των φόρων κατανάλωσης πλήττει σκληρότερα τον πιο φτωχό κόσμο από ό,τι η αντίστοιχη αύξηση των φόρων εισοδήματος το οποίο και ισχύει. «Έτσι η κυβέρνηση κατάφερε να προωθήσει μεταρρυθμίσεις κατά τρόπο που να μπορεί να τις αποδεχτεί ο κόσμος», λέει ο Αντόνιο Μπαρόζο, αναλυτής της συμβουλευτικής εταιρίας Eurasia. «Αυτό είναι άκρως σημαντικό για την πολιτική κατάσταση στην Ισπανία».
Πορτογαλία
Από το σύνολο των επτά κρατών της Ευρωζώνης που έχουν εισάγει προγράμματα λιτότητας – Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο – μόνον δύο ακολούθησαν εν τέλει την παραδοσιακή συνταγή. Και είναι τα δύο άλλα κράτη πλην Ελλάδας που βρίσκονται σε ευρωπαϊκά προγράμματα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.
Στην Πορτογαλία το 70% των μέτρων λιτότητας για το 2012 προέρχεται από μειώσεις δαπανών και μόλις το 30% από αύξηση των φέρουν. Η Λισσαβόνα βρίσκεται σε στάδιο μείωσης του μισθολογικού κόστους του δημόσιου τομέα και έχει πάρει μέτρα που παγώνουν τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, έχει καταργήσει τα επιδόματα Χριστουγέννων και αδείας και προσπαθεί να περιορίσει τον αριθμό των εργαζομένων στο δημόσιο - δεν κάνει νέες προσλήψεις και προωθεί προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης η Λισσαβόνα έχει μειώσει τις δαπάνες σε αρκετούς τομείς, μεταξύ των οποίων η υγεία και η εκπαίδευση.
Ιρλανδία
Παρομοίως και η Ιρλανδία η οποία έχει εφαρμόσει ένα πρόγραμμα εξίσου σκληρό με της Ελλάδας το οποίο αφορά δημοσιονομική περικοπή που φτάνει στο 20% του ΑΕΠ, και έχει ακολουθήσει πλήρως την ορθόδοξη συνταγή.
Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ιρλανδίας προήλθε κατά τα δύο τρίτα από περικοπή δαπανών και κατά το ένα τρίτο από αύξηση φορολογίας. Εντυπωσιακό είναι ότι σε αντίθεση με όλες τις άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, το 2011 η ιρλανδική οικονομία επέστρεψε στην ανάπτυξη – αν κατά κύριο λόγο αυτό οφείλεται στον ισχυρό της εξαγωγικό τομέα.
sofokleous10.gr
Παρά ταύτα οι πολιτικοί τους ηγέτες, υπό την καθοδήγηση και τις πιέσεις του Βερολίνου, δείχνουν αποφασισμένοι να επιμείνουν στη χρήση της δημοσιονομικής σύσφιξης ως κύριου εργαλείου για την επίλυση της κρίσης χρέους. Υπάρχει όμως σοβαρό ζήτημα καθώς εκτιμάται ότι οι ίδιες αυτές πολιτικές ηγεσίες επιδεινώνουν το πρόβλημα παραβιάζοντας την καθιερωμένη συνταγή που συστήνεται διεθνώς ως πιο αποτελεσματική: ‘μειώστε πρώτα τις δημόσιες δαπάνες και μετά αυξήστε τους φόρους΄’. Σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, η διεθνής εμπειρία έχει δείξει ότι η δημοσιονομική προσπάθεια που βασίζεται στη μείωση των δαπανών αποδίδει περισσότερο από ό,τι η αύξηση της φορολογίας.
Η καθιερωμένη συνταγή των προγραμμάτων λιτότητας είναι ότι οι περικοπές δαπανών πρέπει να αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα της συνολικής σύσφιξης. Η βασική εξήγηση γι’ αυτό είναι ότι η αύξηση της εταιρικής φορολογίας μπορεί να πλήξει την επιχειρηματική δραστηριότητα ενώ η αύξηση των φόρων κατανάλωσης – για παράδειγμα του ΦΠΑ – μπορεί να αυξήσει τον πληθωρισμό. Σε όλο σχεδόν τον ευρωπαϊκό Νότο ωστόσο οι πολιτικοί επιλέγουν να αυξήσουν τη φορολογία επειδή αυτό έχει μικρότερο πολιτικό κόστος από τις απολύσεις στο δημόσιο τομέα και τη μείωση μισθών και συντάξεων.
Ελλάδα
Το κατεξοχήν παράδειγμα αυτής της πολιτικής είναι η Ελλάδα. Η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται τώρα κάπου στο μέσο μιας προσαρμογής που θα φτάσει να περικόψει τον προϋπολογισμό στο σύνολο κατά 20% του ΑΕΠ. Μέχρι στιγμής το 55% των μέτρων συνολικού ύψους 37 δις ευρώ προέρχεται από την αύξηση της φορολογίας, η οποία περιλαμβάνει τη μεγάλη αύξηση των έμμεσων φόρων – ΦΠΑ και άλλων ειδικών φόρων κατανάλωσης – του φόρου εισοδήματος και των φόρων ακίνητης περιουσίας.
Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι αυτή η επιλογή της ελληνικής κυβέρνησης οφείλεται τόσο σε ανάγκη όσο και σε συνειδητό σχέδιο και αποδίδουν την ανισορροπία στο πρόβλημα της εκτεταμένης φοροδιαφυγής. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, που έχουν υποστηρίξει εν μέρει και οι εκθέσεις των οικονομολόγων των ελληνικών τραπεζών, π.χ. της Alpha Bank, η μεγάλη φοροδιαφυγή οδηγεί στις διαρκείς απώλειες των στόχων των εσόδων, γι’ αυτό η κυβέρνηση αυξάνει κατά κύματα τους φόρους.
Ας δούμε πώς ακριβώς το έθεσε ο Νίκος Μαγγίνας, στέλεχος της ΕΤΕ, στη Wall Street Journal: «Κατά βάση οι περικοπές δαπανών έχουν λιγότερο αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομία ενώ οι αυξήσεις των φόρων δημιουργούν μεγαλύτερες στρεβλώσεις. Και σίγουρα, στην περίπτωση ενός σπάταλου δημόσιου τομέα είναι καλύτερα να εστιάζουμε στις δαπάνες. Ωστόσο στην Ελλάδα το μεγάλο ζήτημα είναι η φοροδιαφυγή, γι’ αυτό δεν είναι εντελώς λάθος να κάνουμε προσαρμογές στην πλευρά των φόρων».
Ιταλία
Ακριβώς η ίδια κριτική αλλά και οι ίδιες εξηγήσεις κυριαρχούν και στην Ιταλία που εισήλθε κι αυτή στη διαδικασία συρρίκνωσης του δημόσιου ελλείμματος της κατά 81 δις ευρώ ή 5% του ΑΕΠ φέτος με στόχο μηδενικό έλλειμμα από το 2013. Στη γείτονα χώρα το σύνολο της δημοσιονομικής προσαρμογής επιδιώκεται να επιτευχθεί μέσα από την αύξηση της φορολογίας – προς μεγάλη λύπη των πρώην συναδέλφων του Ιταλού πρωθυπουργού Μάριο Μόντι στο Πανεπιστήμιο του Μιλάνου.
Σύμφωνα με τον πολιτικό της αριστερής αντιπολίτευσης Ενρίκο Ζανέτι, τα τρία τέταρτα της συρρίκνωσης του ελλείμματος θα προέλθουν από την αύξηση των φόρων. Οι αξιωματούχοι του ιταλικού Υπουργείου Οικονομικών λένε ότι οι αυξήσεις αυτές αφορούν και πηγές ‘κρυφού πλούτου’, οπότε η επιβολή τους δεν θα έχει σοβαρή επίδραση στα κίνητρα για εργασία – για παράδειγμα οι φόροι στα ακίνητα και στα χρηματοπιστωτικά χαρτοφυλάκια. Παρόλα αυτά, μεγάλο μέρος της αύξησης των φόρων στην Ιταλία αφορά τη μεγάλη φέτος αύξηση του ΦΠΑ.
Η περίπτωση της Ιταλίας εμφανίζεται ως ανάλογη με της Ελλάδας εξαιτίας της εκτεταμένης φοροδιαφυγής που εκτιμάται στο 17% του ΑΕΠ. Για να έχουμε μέτρο σύγκρισης, το αμερικάνικο IRS εκτιμά ότι η φοροδιαφυγή στις ΗΠΑ είναι κάτω του 3% του ΑΕΠ. Αυτό, κατά τους Ιταλούς, σημαίνει ότι οι αυξήσεις της φορολογίας στη χώρα τους έχουν πιο περιορισμένες επιπτώσεις στην οικονομία από ό,τι σε άλλες χώρες. Σύμφωνα με τον καθηγητή Οικονομικών στο πανεπιστήμιο της Νάπολης Μπρούνο Τσιαρίνι, ιστορικά η ιδιωτική δραστηριότητα στην Ιταλία έτεινε να πιέζεται τρεις φορές περισσότερο μετά από μείωση των δημοσίων δαπανών από ό,τι από μια αύξηση της φορολογίας του ίδιου μεγέθους. Τα μέτρα του προϋπολογισμού που θα έδιναν έμφαση στη μείωση των δαπανών αντί στην αύξηση των φόρων θα οδηγούσαν σε μεγαλύτερη ύφεση, υποστηρίζει ο Ιταλός καθηγητής.
Γαλλία και Βέλγιο
Το ίδιο μοντέλο συναντάμε στη Γαλλία όπου τα περιορισμένα μέχρι στιγμής μέτρα λιτότητας έχουν εστιάσει πρωτίστως σε αυξήσεις φόρων, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, μέχρι να δώσει αποτελέσματα η μακροπρόθεσμη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση. Αλλά και η χώρα που μπήκε τελευταία στο χώρο της λιτότητας, το Βέλγιο, έδωσε όλο το βάρος στην αύξηση της φορολογίας και όχι στη μείωση των δαπανών. «Έχουμε πλέον λιτότητα και είναι υπερβολικά προσανατολισμένη προς την αύξηση των φόρων αντί της μείωσης των δαπανών, πράγμα που είναι πρόβλημα», παρατηρεί ο καθηγητής Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο του Λόιβεν, Πολ ντε Γκράου. «Ελπίζω σε επόμενο στάδιο – γιατί είμαι σίγουρος ότι θα υπάρξει νέο πρόγραμμα – αυτή η ισορροπία να αποκατασταθεί με μεγαλύτερη έμφαση στην περικοπή δαπανών».
Iσπανία
Ίδια εικόνα και στην Ισπανία όπου η έμφαση αποδόθηκε στην αύξηση των φόρων. Λίγο αφότου ανέλαβε τη διακυβέρνηση τον περασμένο Δεκέμβριο, η νέα κυβέρνηση του κεντροδεξιού πρωθυπουργού Μαριάνο Ραχόι παρουσίασε ένα πακέτο λιτότητας ύψους 15 δις ευρώ που βασίζονταν σχεδόν εξίσου στη μείωση των δαπανών και στην αύξηση των φόρων.
Ανάλογα μέτρα λιτότητας είχε λάβει ο σοσιαλιστής προκάτοχός του Χοσέ Λουίς Θαπατέρο το 2010, όμως εκείνος είχε αυξήσει κυρίως την έμμεση φορολογία και τον ΦΠΑ, ενώ ο Ραχόι αύξησε τους φόρους εισοδήματος. Η κεντροδεξιά κυβέρνηση της Ισπανίας δικαιολόγησε αυτές της τις επιλογές στο όνομα της κοινωνικής δικαιοσύνης – με το επιχείρημα ότι η αύξηση των φόρων κατανάλωσης πλήττει σκληρότερα τον πιο φτωχό κόσμο από ό,τι η αντίστοιχη αύξηση των φόρων εισοδήματος το οποίο και ισχύει. «Έτσι η κυβέρνηση κατάφερε να προωθήσει μεταρρυθμίσεις κατά τρόπο που να μπορεί να τις αποδεχτεί ο κόσμος», λέει ο Αντόνιο Μπαρόζο, αναλυτής της συμβουλευτικής εταιρίας Eurasia. «Αυτό είναι άκρως σημαντικό για την πολιτική κατάσταση στην Ισπανία».
Πορτογαλία
Από το σύνολο των επτά κρατών της Ευρωζώνης που έχουν εισάγει προγράμματα λιτότητας – Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία, Ιταλία, Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο – μόνον δύο ακολούθησαν εν τέλει την παραδοσιακή συνταγή. Και είναι τα δύο άλλα κράτη πλην Ελλάδας που βρίσκονται σε ευρωπαϊκά προγράμματα, η Πορτογαλία και η Ιρλανδία.
Στην Πορτογαλία το 70% των μέτρων λιτότητας για το 2012 προέρχεται από μειώσεις δαπανών και μόλις το 30% από αύξηση των φέρουν. Η Λισσαβόνα βρίσκεται σε στάδιο μείωσης του μισθολογικού κόστους του δημόσιου τομέα και έχει πάρει μέτρα που παγώνουν τους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων, έχει καταργήσει τα επιδόματα Χριστουγέννων και αδείας και προσπαθεί να περιορίσει τον αριθμό των εργαζομένων στο δημόσιο - δεν κάνει νέες προσλήψεις και προωθεί προγράμματα πρόωρης συνταξιοδότησης των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης η Λισσαβόνα έχει μειώσει τις δαπάνες σε αρκετούς τομείς, μεταξύ των οποίων η υγεία και η εκπαίδευση.
Ιρλανδία
Παρομοίως και η Ιρλανδία η οποία έχει εφαρμόσει ένα πρόγραμμα εξίσου σκληρό με της Ελλάδας το οποίο αφορά δημοσιονομική περικοπή που φτάνει στο 20% του ΑΕΠ, και έχει ακολουθήσει πλήρως την ορθόδοξη συνταγή.
Η δημοσιονομική προσαρμογή της Ιρλανδίας προήλθε κατά τα δύο τρίτα από περικοπή δαπανών και κατά το ένα τρίτο από αύξηση φορολογίας. Εντυπωσιακό είναι ότι σε αντίθεση με όλες τις άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, το 2011 η ιρλανδική οικονομία επέστρεψε στην ανάπτυξη – αν κατά κύριο λόγο αυτό οφείλεται στον ισχυρό της εξαγωγικό τομέα.
sofokleous10.gr