για κάθε μήνα καθυστέρησης πληρωμής του φόρου, εισηγείται στο υπ. Οικονομικών το τεχνικό κλιμάκιο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ της εφημερίδας «Έθνος» στις προτάσεις των εμπειρογνωμόνων του Ταμείου, που περιλαμβάνονται στο πόρισμά του για το φορολογικό σύστημα, το μοντέλο των προστίμων για τη φοροδιαφυγή θα πρέπει να γίνει αυστηρότερο ώστε τα κίνητρα συμμόρφωσης να γίνουν πιο ισχυρά. Στο πλαίσιο αυτό προτείνεται να επιβάλλονται τα ακόλουθα πρόστιμα:
1. Πρόστιμο 100 ευρώ τον μήνα για εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης.
Το ΔΝΤ υποστηρίζει ότι το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης θα πρέπει να είναι ξεχωριστό από το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη πληρωμή. Ο διαχωρισμός μεταξύ των δύο προστίμων παρέχει κίνητρο στον φορολογούμενο να πληρώσει εντός της προθεσμίας ακόμα και αν η δήλωση δεν είναι έτοιμη προς υποβολή. Το πρόστιμο θα πρέπει να επιβάλλεται αμέσως μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής και να προσαυξάνεται στο χρονικό διάστημα που η δήλωση εξακολουθεί να μην υποβάλλεται.
Για παράδειγμα, αν ένας φορολογούμενος δεν έχει υποβάλει εμπρόθεσμη δήλωση, θα του γνωστοποιείται άμεσα το πρόστιμο εκπρόθεσμης υποβολής με ειδοποίηση και απαίτηση πληρωμής. Για κάθε μήνα θα υπάρχει προσαύξηση εκπρόθεσμης υποβολής, μέχρι ένα ανώτατο ποσό, για παράδειγμα 1.000 ευρώ. Το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη υποβολή φορολογικής δήλωσης θα πρέπει να είναι ξεχωριστό πρόστιμο από το πρόστιμο για την εκπρόθεσμη πληρωμή.
2. Πρόστιμο 100 ευρώ τον μήνα για καθυστέρηση καταβολής του φόρου, αλλά και πρόστιμο υπερημερίας ίσο με το 5% του μη καταβληθέντος φόρου για κάθε μήνα σε περίπτωση που το ύψος του απλήρωτου φόρου υπερβαίνει τις 10.000 ευρώ.
Πιο συγκεκριμένα, το ΔΝΤ προτείνει να καθιερωθεί ένα μηνιαίο πρόστιμο υπερημερίας ορισμένου ποσού για την αντιμετώπιση των καθυστερημένων πληρωμών. Το πρόστιμο αυτό θα λειτουργεί όπως ακριβώς και το πρόστιμο για μη εμπρόθεσμη υποβολή δήλωσης ώστε να υπάρξει κίνητρο για την καταβολή του φόρου όσο το δυνατόν συντομότερα. Προκειμένου το κίνητρο να είναι επαρκές και ισχυρό και για τους φορολογούμενους με υψηλά εισοδήματα, θα μπορούσε, ειδικά για τις περιπτώσεις αυτές, να εφαρμοστεί το μηνιαίο πρόστιμο σε συνδυασμό με ένα επιπλέον πρόστιμο υπερημερίας, το οποίο δεν θα προσδιορίζεται μέχρι να διαπιστωθεί το ακριβές ύψος της φορολογικής οφειλής.
Για παράδειγμα: Φορολογούμενος που δεν καταβάλλει φόρο εντός της προθεσμίας θα πρέπει να πληρώσει, κατ' αρχάς, πρόστιμο ύψους 100 ευρώ τον μήνα για την περίοδο κατά την οποία ο φόρος παραμένει απλήρωτος. Το πρόστιμο αυτό θα είναι, δηλαδή, συγκεκριμένο και θα επιβάλλεται ανεξαρτήτως του ύψους του απλήρωτου φόρου
Αν το ποσό του μη καταβληθέντος φόρου υπερβαίνει τα 10.000 ευρώ, ο φορολογούμενος θα οφείλει επίσης να καταβάλλει επιπλέον πρόστιμο υπερημερίας, το οποίο θα ισούται με το 5% του μη καταβληθέντος φόρου για κάθε μήνα μη εμπρόθεσμης πληρωμής του.
Πρόστιμα έως 5.000 ευρώ για μη τήρηση «ορθών στοιχείων»
Πρόστιμα έως 5.000 ευρώ προβλέπονται για μη τήρηση «ορθών στοιχείων». Σύμφωνα με τη ρύθμιση που προτείνεται, ο φορολογούμενος που δεν τηρεί βιβλία και στοιχεία, σύμφωνα με την προβλεπόμενη νομοθεσία, οφείλει να καταβάλει:
• 1.000 ευρώ για την πρώτη παράβαση.
• 2.000 ευρώ για τη δεύτερη παράβαση εντός της ίδιας τριετίας.
• 5.000 ευρώ για κάθε επόμενη παράβαση.
Κυρώσεις παρακράτησης. Για την καθυστερημένη απόδοση παρακρατούμενων φόρων θα μπορούσε να επιβάλλεται ειδικό πρόστιμο, το πρόστιμο παρακράτησης. Σύμφωνα με την προτεινόμενη ρύθμιση:
• Ο υπόχρεος παρακράτησης φόρου, ο οποίος δεν ενεργεί παρακράτηση φόρου, ευθύνεται προσωπικώς για την καταβολή του ποσού που δεν παρακρατήθηκε, αλλά δικαιούται να εισπράξει το ποσό αυτό από τον δικαιούχο της πληρωμής.
• Επιπλέον του ποσού που οφείλει να καταβάλλει προσωπικώς ο υπόχρεος που παραλείπει να παρακρατήσει φόρο, πρέπει να καταβάλλει και 100 ευρώ για κάθε περίπτωση παράλειψης παρακράτησης του δέοντος ποσού.
• Πρόστιμο 1.000 ευρώ πρέπει να επιβάλλεται στα παρακάτω άτομα: Σε διευθυντικό στέλεχος που γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την παράλειψη παρακράτησης. Σε αρχιλογιστή ή άλλο ανώτερο στην ιεραρχία στέλεχος που έχει την ευθύνη της επίβλεψης ή του ελέγχου των διαδικασιών παρακράτησης και που γνώριζε ή όφειλε να γνωρίζει την παράλειψη παρακράτησης και δεν την απέτρεψε.