στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο, απορρίπτοντας έναν αποκλεισμό της χώρας από την ευρωζώνη.
«Μπορούμε σίγουρα να κρίνουμε την σκληρότητα με την οποία αντιμετωπίζεται σήμερα η Ελλάδα υπερβολική και μάλλον είναι. 'Όμως δεν θα πρέπει να ξεχνάμε τις πολιτικές που ακολουθούνταν στην Ελλάδα για πολλά χρόνια, οι οποίες κατάρτιζαν έναν πλήρη κατάλογο των χειρότερων πρακτικών στην Ευρώπη» είπε ο Μάριο Μόντι.
«Διαφθορά, νεποτισμός, έλλειψη ανταγωνισμού, παρατυπίες σε κρατικές συμβάσεις, φοροδιαφυγή» επεσήμανε ο Ιταλός πρωθυπουργός, ενώ αργότερα αναφέρθηκε και στην παραποίηση κατά το παρελθόν των εθνικών στατιστικών στοιχείων της Ελλάδας για την απόκρυψη των πληγών του ελληνικού χρέους από τους εταίρους στην ΕΕ.
Ωστόσο ο Μόντι προειδοποίησε ότι δεν θα πρέπει να τιμωρηθεί η Αθήνα και δεν θα πρέπει να αποκλειστεί η Ελλάδα από την ευρωζώνη. «Δεν μπορούμε να μας επιτρέψουμε το ευρώ να γίνει ένας παράγοντας διάσπασης και διαχωρισμού μεταξύ των ευρωπαίων πολιτών. Υπάρχει αυτός ο κίνδυνος. Είναι σημαντικό για την Ευρωπαϊκή Ένωση να περιλαμβάνει, όχι να αποκλείει. Ελπίζω ότι η λύση στην κρίση στην ευρωζώνη βρίσκεται στο χέρι μας» υπογράμμισε ο Ιταλός πρωθυπουργός.
«Όμως η κρίση γέννησε πάρα πολλές μνησικακίες, ξανάδωσε έδαφος σε πάρα πολλά στερεότυπα, δίχασε τους Ευρωπαίους ανάλογα με τη στάση τους και την Ευρώπη μεταξύ κεντρικών και περιφερειακών κρατών. Θα πρέπει αυτά να τα απαρνηθούμε κατηγορηματικά» σημείωσε ο Μάριο Μόντι και υπενθύμισε ότι δύο κεντρικά κράτη, η Γαλλία και η Γερμανία, «αποτέλεσαν την πηγή της κρίσης του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης και της περιορισμένης αξιοπιστίας του».
«Αυτό συνέβη το 2003 με τη συνέργεια της Ιταλίας, η οποία ήταν επικεφαλής του συμβουλίου. Οι δύο αυτές χώρες προτίμησαν να ασκήσουν την πολιτική τους επιρροή στα άλλα κράτη μέλη προκειμένου να τσακίσουν αυτόν τον μηχανισμό του σεβασμού και της εφαρμογής των κανόνων. Σήμερα αυτό είναι ένα γεγονός που αναγνωρίζουν οι Γάλλοι και Γερμανοί ηγέτες. Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι οι ευθύνες (γι' αυτήν την κρίση) βαρύνουν το ίδιο το κέντρο με την περιφέρεια» ανέφερε ο Μάριο Μόντι και πρόσθεσε: «Μας χρειάστηκαν οκτώ χρόνια, τα οποία ήταν επίπονα, για να χτίσουμε εκ νέου με πολύ κόπο την αξιοπιστία του συμφώνου σταθερότητας και ανάπτυξης (...) και δεν πιστεύω ότι έχει έρθει η στιγμή να βάλουμε στην άκρη την δημοσιονομική πειθαρχία»
Παράλληλα ανέφερε ότι οι μεταρρυθμίσεις που γίνονται στην Ιταλία δεν υπαγορεύονται από την ΕΕ, ενώ υποστήριξε ότι είναι αποφασισμένος να μην δεχθεί παθητικά τις όποιες κατευθυντήριες γραμμές επιχειρείται να επιβληθούν στα κράτη μέλη από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η Ιταλία, είπε, δεν θα δημιουργήσει κινδύνους στην ευρωζώνη και σύντομα θα είναι σε θέση να περιορίσει το έλλειμμά της στο 5% του ΑΕΠ, προκειμένου να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις περί δημοσιονομικών προσαρμογών, είπε ο Μόντι τονίζοντας ακόμα πως στην Ιταλία υπάρχει συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και την έξοδο από την κρίση.