που αγοράζουν οι καταναλωτές είναι ιδιωτικής ετικέτας (private label). Όπως μάλιστα αναφέρεται σε έγγραφο του αναπληρωτή υπουργού Σωκράτη Ξυνίδη το οποίο διαβιβάστηκε στη Βουλή, ο τομέας του private label αναμένεται να αυξήσει περαιτέρω το μερίδιο του, κατά μία έως δύο ποσοστιαίες μονάδες στις συνολικές πωλήσεις των σουπερμάρκετ και των «cash and carry» τα επόμενα δύο χρόνια.
Το έγγραφο του υπουργείου Ανάπτυξης για τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας διαβιβάστηκε στη Βουλή προς απάντηση ερώτησης της βουλευτού του ΠΑΣΟΚ, Αφροδίτης Παπαθανάση, η οποία έχει επισημάνει ότι εν μέσω οικονομικής ύφεσης, οι αυξήσεις έως και 23,48% στις τιμές βασικών καταναλωτικών αγαθών ανήκουν στην κατηγορία των προϊόντων της ιδιωτικής ετικέτας που βρίσκονται στα ράφια μεγάλων αλυσίδων σούπερ μάρκετ.
Όπως αναφέρει στην απάντησή του ο κ. Ξυνίδης, τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας παρουσιάζουν σημαντική ανάπτυξη τα τελευταία χρόνια, καθώς, πέραν της ανταγωνιστικότερης τιμής τους, εδραιώνονται ολοένα και περισσότερο στη συνείδηση του καταναλωτή ως εφάμιλλα των επωνύμων για την ποιότητα, τη φήμη, τη συσκευασία, τη συνολική τους εικόνα εν γένει.
Στη συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων περιλαμβάνονται όλα τα εμπορεύματα που διατίθενται με εμπορικό σήμα ενός καταστήματος λιανικής. Το εμπορικό σήμα μπορεί να είναι η επωνυμία της επιχείρησης ή ένα σήμα το οποίο δημιουργείται αποκλειστικά από την επιχείρηση λιανικής για τα καταστήματά της.
Όπως μάλιστα τονίζει ο κ. Ξυνίδης, «οι επιχειρήσεις του κλάδου των σουπερμαρκετ έχουν αναπτύξει τα private label με ταχείς ρυθμούς τα τελευταία χρόνια, «κτίζοντας» πάνω στην αναγνώριση της ταυτότητας τους και την πιστότητα του κοινού τους. Αξιόλογοι παρουσία έχουν και οι προμηθευτικοί όμιλοι (όμιλοι κοινών αγορών) που δημιουργήθηκαν προκειμένου οι ανεξάρτητες επιχειρήσεις και οι μικρότερες αλυσίδες να αντιμετωπίσουν τον εντεινόμενο ανταγωνισμό στο κλάδο των σούπερ μάρκετ».
Στη δυναμική της αγοράς των private label έχει αναμφίβολα συμβάλλει η οικονομική ύφεση με αποτέλεσμα όπως δείχνουν κλαδικές μελέτες (ICAP, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών κ.α.) το συνολικό μέγεθος της εγχώριας αγοράς των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας να έχει διαμορφωθεί στο 20% του συνόλου των πωλήσεων των σούπερ μάρκετ (δηλαδή 1 στα 5 προϊόντα που αγοράζουν οι καταναλωτές είναι ιδιωτικής ετικέτας.
Κυρίαρχη κατηγορία προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας παραμένουν τα τρόφιμα με ποσοστό συμμετοχής 61% περίπου στο συνολικό μέγεθος της αγοράς. Ακολουθεί η κατηγορία που περιλαμβάνει τα προϊόντα καθημερινής συντήρησης του νοικοκυριού (απορρυπαντικά, χαρτικά, καθαριστικά) με ποσοστό 16% και η κατηγορία που περιλαμβάνει τα πάσης φύσεως χρηστικά είδη του νοικοκυριού, καθώς και τα είδη ένδυσης με ποσοστό 12%.
Σύμφωνα με τηλεφωνική δημοσκόπηση που έγινε από το Εργαστήριο Μάρκετινγκ του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, πρόθεση αγοράς ιδιωτικής ετικέτας υπάρχει για τα οινοπνευματώδη σε ποσοστό 13%, για τον καφέ 12,5%, για την ένδυση 10,2%, για τα αρτοσκευάσματα 29,3%, για γάλα και γαλακτοκομικά 24,2%, για μη οινοπνευματώδη ποτά 17,7%, για χαρτικά 70,7%, για είδη προσωπικής καθαριότητας 14,7%, για καθαριστικά 40,5%, για απορρυπαντικά 35,3%, για συσκευασμένα τρόφιμα 57,1% και για κατεψυγμένα τρόφιμα 20,1%.
Είναι ωστόσο αξιοσημείωτα τα στοιχεία του Παρατηρητηρίου Τιμών για 1.100 προϊόντα για το Νοέμβριο του 2011 που δείχνουν ότι η συνολική μεταβολή τιμών στα επώνυμα προϊόντα ανέρχεται στο 1,8%, ενώ στα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας η μεταβολή κυμαίνεται πάνω από το 4%. «Παρόλα αυτά τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας εξακολουθούν να πωλούνται αρκετά φθηνότερα σε σύγκριση με τα επώνυμα προϊόντα μέχρι και 65%.