Τις νέες μεθόδους θα κληθούν να εφαρμόσουν οι 2.000 φοροελεγκτές, οι οποίοι θα στελεχώσουν το νέο σώμα που συστήνει το υπουργείο Οικονομικών.
Οι ελεγκτές έχουν πλέον τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσουν κατά τη διάρκεια του ελέγχου ένα ευρύτατο φάσμα πληροφοριών και δεδομένων προερχόμενο από τρίτες πηγές, προκειμένου να εξάγουν ασφαλέστερα αποτελέσματα και να συμβάλουν αποτελεσματικά στη σύλληψη της φορολογητέας ύλης.
Το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων, οι δαπάνες (επαγγελματικές και προσωπικές) που πραγματοποιεί ο επιχειρηματίας σε μετρητά, οι πληρωμές που γίνονται μέσω τραπεζικών λογαριασμών, τα τιμολόγια αγοράς και πώλησης, οι τιμοκατάλογοι, τα στοιχεία της απογραφής ακόμη και οι τιμές στα ράφια των σούπερ μάρκετ είναι ορισμένα από τα νέα κριτήρια με βάση τα οποία οι ελεγκτές θα επιχειρήσουν να εντοπίσουν τα εισοδήματα που κρύβουν από την εφορία οι επιτηδευματίες.
Το νέο σύστημα ελέγχου το οποίο προτείνουν οι εμπειρογνώμονες του ΔΝΤ στηρίζεται σε 5 ελεγκτικές μεθόδους που προσδιορίζουν με έμμεσο τρόπο τα πραγματικά εισοδήματα:
• Το ύψος των τραπεζικών καταθέσεων και τις δαπάνες που έχουν πραγματοποιήσει οι επιτηδευματίες σε μετρητά.
• Την ανάλυση ρευστότητας του φορολογουμένου.
• Την καθαρή θέση του φορολογουμένου.
• Τη σχέση της τιμής πώλησης στον συνολικό όγκο κύκλου εργασιών.
• Την αρχή των αναλογιών.
Σε πρώτη φάση το υπουργείο Οικονομικών θα ακολουθήσει δύο από τις πέντε τεχνικές ελέγχου:
• Θέσεων και τις δαπάνες σε μετρητά. Οπως αναφέρεται στην έκθεση του ΔΝΤ, είναι μια μέθοδος που στηρίζεται στην αρχή ότι «το εισόδημα που αποκτάς είτε θα πρέπει να το καταθέτεις ή να το δαπανήσεις».
Η μέθοδος ελέγχου με καταθέσεις και δαπάνες λειτουργεί ως εξής:
Στο σύνολο των τραπεζικών καταθέσεων προστίθενται:
• Οι δαπάνες που έχουν γίνει με μετρητά για την επιχείρηση και τα προσωπικά έξοδα του ελεγχόμενου.
• Τα μετρητά που βρίσκονται «στο χέρι» του επιχειρηματία.
Από το ποσό που προκύπτει αφαιρούνται ο ΦΠΑ ή οι φόροι που έχουν καταβληθεί για πωλήσεις, τα δάνεια και οι πληρωμές μέσω των τραπεζών. Το ποσό που απομένει αποτελεί το καθαρό εισόδημα. Από αυτό αφαιρείται το εισόδημα που έχει δηλώσει με τη φορολογική δήλωση. Το ποσό που απομένει είναι η φορολογητέα ύλη που αποκρύπτεται.
Με τη συγκεκριμένο μέθοδο οι φοροελεγκτικές αρχές θα μπορούν να προβαίνουν σε άρση του τραπεζικού και φορολογικού απορρήτου και στο άνοιγμα των τραπεζικών λογαριασμών, να εξετάζουν τις αναλήψεις και τις καταθέσεις στους λογαριασμούς αυτούς και, λαμβάνοντας υπόψη και άλλα αντικειμενικά κριτήρια, να επαναπροσδιορίζουν σε επίπεδα υψηλότερα από τα δηλωθέντα τα ακαθάριστα έσοδα, τα φορολογητέα εισοδήματα και τα ποσά φόρων εισοδήματος και ΦΠΑ, υποχρεώνοντας τους ελεγχόμενους να πληρώνουν σημαντικά αυξημένους φόρους.