Ο ερευνητής Δρ. Γεώργιος Παπακώστας, αναπληρωτής καθηγητής ψυχιατρικής στο Harvard Medical School, δήλωσε ότι δεν είναι σαφές πόσο θα κοστίσει το τεστ και χρειάζεται καλύτερη επικύρωση πριν είναι έτοιμο για χρήση στα ιατρεία. Φαίνεται πως τα αποτελέσματα είναι υποσχόμενα, μετά από δεκαετίες έρευνας για την ανακάλυψη βιολογικού τεστ για την κατάθλιψη.
Μπορεί να φαίνεται ότι η κατάθλιψη μπορεί να διαγνωστεί εύκολα και ότι δεν χρειάζεται εξέταση για την επιβεβαίωση της ύπαρξής της, αλλά ο Δρ. Παπακώστας δήλωσε ότι υπάρχουν αρκετοί τρόποι να φανεί βοηθητική μια εξέταση που βασίζεται στο αίμα.
Η εξέταση θα μπορούσε να βοηθήσει του γιατρούς που δεν έχουν μεγάλη εμπειρία σε ψυχικές διαταραχές. Επίσης θα μπορούσε να βοηθήσει γιατρούς που δεν είναι σίγουροι για τη διάγνωση ώστε να τους καθοδηγήσει. Άλλη χρήση θα ήταν να επιβεβαιώσει ότι ένας ασθενής έχει κατάθλιψη και να τον βοηθήσει να δεχτεί τη διάγνωση. Η πλειοψηφία των ασθενών που έχουν διαγνωστεί με κατάθλιψη δεν έχουν πρόβλημα να δεχτούν την ανάγκη αγωγής, δήλωσε ο ερευνητής. Ωστόσο, υπάρχει μια μειοψηφία ασθενών που αισθάνονται ότι η επικύρωση μιας διαδικασίας είναι βοηθητική.
Ο Δρ. Παπακώστας υπέβαλε σε εξέταση αίματος 356 ασθενείς με κατάθλιψη και 43 που δεν είχαν τη νόσο. Η εξέταση ερεύνησε για επίπεδα 9 διαφορετικών δεικτών στο αίμα που σχετίζονται με την κατάθλιψη. Οι δείκτες συνδέονται με διαδικασίες φλεγμονής, την ανάπτυξη και διατήρηση των νευρώνων και την αλληλεπίδραση μεταξύ εγκεφαλικών δομών που σχετίζονται με την αντίδραση στο στρες και άλλες λειτουργίες.
Η ερευνητική ομάδα ανακάλυψε ότι η εξέταση εντόπισε σωστά ασθενείς με κατάθλιψη το 91% του χρόνου. Τον υπόλοιπο χρόνο έδωσε λανθασμένα αρνητική διάγνωση. Η εξέταση εντόπισε σωστά ασθενείς που δεν είχαν κατάθλιψη περίπου τον 81% του χρόνου δίνοντας λανθασμένα θετικά τον υπόλοιπο χρόνο.
Επόμενο βήμα είναι να επιβεβαιωθούν τα ευρήματα με περαιτέρω έρευνες.
Ο ερευνητής δήλωσε ότι το τεστ φαίνεται πως εντοπίζει τη φλεγμονή στον εγκέφαλο που έχει συνδεθεί με την κατάθλιψη.