«χρέος των αρχηγών,
είναι να φροντίζωσι δια
την ζωήν των άλλων, κι ‘όχι
δια την ιδικήν των»
(Πελοπίδας)
Η Θήβα κάποτε ηυρέθη εις καθεστώς ανάλογον με το σύγχρονον τυραννικόν.
Χάριν εις την προδοσίαν του Λεοντιάδου, οι Λακεδαιμόνιοι κατώρθωσαν να καταλάβουσι το φρούριον του Κάδμου, της ακροπόλεως των Θηβών, το οποίον και την υπεράσπιζεν και ούτως κατέλαβον την πόλιν, την οποίαν και εκράτησαν υπό την κατοχήν των. Έκριναν όμως, όπως πας ξένος κατακτητής, πως καλύτερα θα εκυβέρνουν τους υποδούλους Θηβαίους, αν εμεταχειρίζοντο δια τον σκοπόν τούτον, ωρισμένους εντόπιους προδότας, οι οποίοι και θα ήσαν πρόθυμοι να τους υπηρετούν. Ένας τέτοιος φυσικά, ήτο εκείνος που τους επρόδωσεν την πατρίδαν του, ο Λεοντιάδης.
Οι Λακεδαιμόνιοι δεν μπορούσαν να εύρουν καταλληλότερον άτομο απ’ αυτόν. Εις αυτόν λοιπόν και τους συνεργάτες του ανέθεσαν την εξουσίαν, κι αυτός χάριν της βοηθείας των ξένων δυνάμεων, εκυβέρνα με αυθαιρεσίαν και τρομοκρατίαν. Πολλοί τότε Θηβαίοι, που δεν ανέχονταν την Σπαρτιατική κατοχή, την τυραννία του Λεοντιάδου και το ξεπούλημα της πατρίδος των εις τους ξένους, υπέμενον τα δεινά με θλίψιν και πάντοτε ανέμενον τον ηγέτην εκείνον, ο οποίος θα τους ελύτρωνε απ’ τα δεινά.
Αυτός ο ηγέτης επρόκειτο να είναι ο Πελοπίδας. Νέος ακόμη όντας, ένα όνειρον είχε. Να ελευθερώση την πατρίδαν του από την ξένην κατοχή και τους συμπολίτες του απ’ την τυραννία. «Είναι αισχρόν» έλεγε «να αδιαφορή ο πολίτης δια την πατρίδαν του, όταν την ντροπιάζουνε οι ξένοι». Και ως εκ θαύματος, πρώτος είπεν εκείνο που πολλούς αιώνες μετά έμελλε να τραγουδήση ο Ρήγας με καημό: «προτιμώτερος ένας θάνατος δοξασμένος, από μιαν άτιμη ζωήν».
Η σύγχρονη αυθαιρεσία, έχοντας δίπλα της τις δυνάμεις της ξένης κατοχής, δεν έχει να φοβηθή από την ύπαρξιν τέτοιων ηγετών, με φλόγα να καίη ντός των πύρινη, ως αυτής της φλόγας της πατρίδος. Γενεές πλέον εγαλουχήθησαν στείρες και αποκομμένες πο κάθε τι το εθνικόν. Η τυραννία και αι ξένες δυνάμεις, η ντόπια δωσίλογη εξουσία με την ξένην τρομοκρατία, ωργάνωσαν καλά αυτήν την φορά την κατοχή των. Ήσαν προετοιμασμένοι από καιρό. Ποιος πλέον θεωρεί, ότι η ηρωική θυσία της ζωής για την πατρίδα είναι μια πράξις αξιοθαύμαστη ή ότι επι τέλους μια φορά κανείς πεθαίνει και η ζωή δεν είναι το μόνον αγαθό που έχει κανείς σ’ αυτό τον κόσμο; Απεναντίας μας εμποτίσθη η ιδέα, κυκλοφορεί πλέον στο αίμα μας, πως το μόνο που έχουμε είναι ανάγκες και συμφέροντα και μπροστά σ’ αυτά, στην επιβίωσι δεν υπάρχουν, δεν χωρούν ιδεαλισμοί. Η ύλη επικράτησεν, ή μάλλον ο υλιστικός τρόπος σκέψης και ζωής επεβλήθη πρωτύτερα από τον σωματικο εξανδραποδισμό και τον προετοίμασε τόσο καλά, ώστε τώρα να φαντάζη φυσικόν γεγονός και επακόλουθο.
Ο Πελοπίδας ετοίμαζε την εξόρμησίν του δια την απελευθέρωσιν της πατρίδος του κι αυτός πολύν καιρόν. Αφ’ ού ωργάνωσεν την επιχείρησίν του πολύ καλά, έκανε την επίθεσίν που σχεδίαζε και στο τέλος κέρδισε διπλή νίκη. Και την ξένην κατοχήν έκδιωξε των Σπαρτιατών και την ελευθερίαν ξανάδωσε στους συμπολίτες του από την τυραννία του Λεοντιάδου. Έδειξεν τον δρόμον.
Αυτός είναι ο σωστός σχεδιασμός. Πρίν γίνη η επίθεσις του έθνους προς τους ξένους δυνάστες και της εσωτερικής αυτών κάστας των, απαιτείται οργάνωσις. Να επιβληθή σιγά σιγά η επιστροφή εις τας παραδοσιακάς αξίας του γένους, η διδαχή του ιδεαλιστικού πνεύματος και να ενστερνισθώμεν ιδανικά και αξίες κλασσικές και να απομακρυνθώμεν από την ύλη. Όποιος δε με υλιστικές απόψεις και τρόπον σκέψης συνεχίζει να τις κηρύττη και να τις εγκολπώνεται, να γίνεται αποσυνάγωγος, να απομακρύνεται ως επικίνδυνος, να τον κάνουν όλοι πέρα και να διαπομπέυεται. Έτσι σιγά σιγά και οι εντολοδόχοι των ξένων κέντρων θα φοβούνται την παρασιώπησιν των ιδεαλιστικών και αέναων αξιών. Και όλα ταύτα μέχρις ότου γαλουχηθεί η νέα γενιά, η ηρωική, η γενιά του Πελοπίδα.