Παρά τις γερμανικές ενστάσεις των τελευταίων ημερών, εκτιμούμε ότι το αποψινό Eurogroup θα εγκρίνει τη δεύτερη δανειακή σύμβαση της Ελλάδας ανοίγοντας το δρόμο για την αναδιάρθρωση του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Αυτό τουλάχιστον νομίζουμε ότι προοιωνίζει η έκτακτη μετάβαση του Έλληνα πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου χτες βράδυ στις Βρυξέλες, τα συγκλίνοντα δημοσιεύματα του αμερικάνικου και ιταλικού Τύπου σύμφωνα με τα οποία η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ έχει επιλέξει την προώθηση της δεύτερης δανειακής σύμβασης ως ενός πακέτου αντί των τμηματικών δανείων που θα διακύβευαν μια άτακτη ελληνική χρεοκοπία, αλλά και η σπουδή της κυβέρνησης Παπαδήμου να δώσει σήμα ότι αυτή τη φορά υπάρχει η πολιτική βούληση να γίνουν όλα όσα ζητούν οι Ευρωπαίοι χωρίς υπαναχωρήσεις – όπως φάνηκε από την προγραμματισμένη για σήμερα κατάθεση του εφαρμοστικού νόμου για τη συμφωνία με την τρόικα στη Βουλή και τον προγραμματισμό ώστε όλα τα μέτρα, από τις περικοπές στις συντάξεις και τα δημοσιονομικά ως τα κλειστά επαγγέλματα και τα διαρθρωτικά, να περάσουν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος και να έχουν ψηφισθεί εντός 10 ημερών.
Τα πράγματα παίρνουν συνεπώς έναν κάποιον δρόμο, όχι λιγότερο επικίνδυνο από ό,τι θα ήταν μια άμεση χρεοκοπία που θα γίνονταν σήμερα με πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους. Εμείς όμως θα τα αφήσουμε όλα αυτά κατά μέρος σήμερα και θα δούμε το πιο σοβαρό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, αυτό που θα κρίνει στο τέλος τα πάντα – από τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έως τη ζωή μας – και που είναι το πρόβλημα της ύφεσης η οποία πλέον σαρώνει τη χώρα.
Όπως μερικοί θυμούνται, στο πρώτο μνημόνιο, το Μάιο του 2010, είχε προβλεφθεί ότι τα μέτρα λιτότητας θα οδηγούσαν την Ελλάδα σε ύφεση 2,6% το 2011, σήμερα όμως ξέρουμε ότι μας έφεραν σε ύφεση 6,8%. Για το 2012 οι προβλέψεις του πρώτου μνημονίου ήταν ανάπτυξη 1,1%, στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του μηνός Νοεμβρίου, η νέα εκτίμηση ήταν ύφεση 2,8% αλλά εμείς εκτιμάμε ότι η ύφεση το 2012 θα ξεπεράσει το 8%.
Για ποιο λόγο έχουμε τέτοια σαρωτική ύφεση; Επειδή δεν έχουμε ισχυρό εξαγωγικό τομέα. Οι εξαγωγές μας αντιπροσωπεύουν μόνο το 25% του ελληνικού ΑΕΠ και είναι οι χαμηλότερες στην Ευρωζώνη. Χωρίς ισχυρό εξαγωγικό τομέα η λιτότητα σαρώνει την εσωτερική ζήτηση και οδηγεί σε έκρηξη της ανεργίας. Πριν ένα χρόνο η πρόβλεψη για την ανεργία το 2012 ήταν 14,8% και ήδη με την έναρξη του έτους η ανεργία έχει εκτοξευθεί στο 21%.
Το βάθος της ελληνικής ύφεσης είναι το πρόβλημα που συζητείται ευρέως σε όλη την Ευρώπη και που, κατά τους οικονομολόγους, δείχνει ότι η ελληνική συνταγή ήταν λάθος. Γι’ αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένιωσε υποχρεωμένη στην τελευταία της έκθεση να απαντήσει στις σχετικές αιτιάσεις. Τι ακριβώς είπε; «Η οικονομία πιέστηκε περισσότερο των εκτιμήσεων με την έναρξη του προγράμματος τον Μάιο του 2010. Παρά τη σημαντική μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η καθοδική ακαμψία του συστήματος προσδιορισμού των μισθών απέτρεψε την απαραίτητη προσαρμογή των αμοιβών του ιδιωτικού τομέα οδηγώντας σε μεγάλη αύξηση της ανεργίας». Αυτό σε απλά λόγια σημαίνει ότι η λιτότητα αύξησε την ανεργία και περιόρισε τα εισοδήματα, ενώ κανονικά θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε μείωση των μισθών του ιδιωτικού τομέα ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας έτσι ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε εξαγωγικούς τομείς.
Το πρόβλημα λοιπόν κατά την τρόικα ήταν όχι ότι η Ελλάδα δεν έχει ισχυρό εξαγωγικό τομέα, αλλά ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα αποδείχτηκαν άκαμπτοι, ότι δεν μειώθηκαν αρκετά γρήγορα ώστε να δημιουργηθούν πολλές νέες θέσεις εργασίας στον εξαγωγικό τομέα για να αντισταθμίσουν τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν εξαιτίας της λιτότητας. Στην πραγματικότητα βεβαίως έχει υπάρξει προσαρμογή. Στις ευρωπαϊκές εκθέσεις έχει αναγνωριστεί ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 12% από τις αρχές του 2010 όπου είχαν κορυφώσει, ενώ είχαν παραμείνει στάσιμοι από το 2008 σε σύγκριση με ένα 7% αύξηση που είχαν στην υπόλοιπη Ευρωζώνη. Υποτίθεται ότι η μείωση αυτή θα έπρεπε να έχει ενισχύσει την ελληνική ανταγωνιστικότητα – και άρα τις ελληνικές εξαγωγές – αλλά αυτό δεν συνέβη. Επομένως το συμπέρασμα της τρόικας ήταν ότι απαιτείται περαιτέρω συμπίεση των μισθών. Και η λύση που πρότεινε γι’ αυτό ήταν η δραστική περικοπή του βασικού μισθού και η εισαγωγή θεμελιωδών αλλαγών στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων μέσω του οποίου προσδιορίζονται οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα. Εξ ου και οι όροι για περικοπή του βασικού μισθού κατά 22%, για κατάργηση της μετενέργειας των συλλογικών συμβάσεων και της δυνατότητας διαιτησίας χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των εργοδοτών – έτσι ώστε οι εταιρείες να μπορούν στο εξής να ορίζουν τους μισθούς με κάθε εργαζόμενο σε ατομικό επίπεδο – για να πάρουμε το δάνειο. Με όλα αυτά τα μέτρα υποτίθεται τώρα ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα θα πάψουν να αντιστέκονται στην κάθοδο, ότι η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας θα αυξηθεί δραστικά και ότι νέες θέσεις εργασίας θα προκύψουν στους εξαγωγικούς κλάδους οδηγώντας την ελληνική οικονομία σε ανάπτυξη.
Είναι όντως έτσι τα πράγματα; Αμφιβάλλουμε.
Καταρχήν, όπως σημειώνει ο αναλυτής της Wall Street στις Βρυξέλλες Μάθιου Ντάλτον, η τρόικα – δηλαδή οι τεχνοκράτες εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που όφειλαν να έχουν γνώση – έχουν διαπράξει ευθύς εξαρχής ένα μεγάλο σφάλμα αν πράγματι υπέθεταν ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα θα μειωθούν γρήγορα στην Ελλάδα. Διότι υπάρχει άφθονη βιβλιογραφία με έρευνες για πολλές διαφορετικές οικονομίες οι οποίες δείχνουν ότι οι μισθοί πράγματι εμφανίζουν ακαμψίες στην κάθοδο τις οποίες οι εκπρόσωποι της τρόικας τις αγνόησαν. Κατά δεύτερον, ακόμη και σε οικονομίες με πολύ ευέλικτες αγορές εργασίας που δεν διαθέτουν δηλαδή την προστασία της ελληνικής – για παράδειγμα στη Λετονία όπου εφαρμόστηκε το μοναδικό πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης πριν την Ελλάδα το οποίο κρίθηκε επιτυχές – οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα εμφάνισαν πολύ μεγάλη αντίσταση στην κάθοδο και ο βασικός τρόπος απορρόφησης της ανεργίας που ήρθε ως αποτέλεσμα του προγράμματος ήταν η μετανάστευση του 10% του πληθυσμού.
Επιμένουμε: το πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει ισχυρό εξαγωγικό τομέα. Και το ότι η κρίση, σε συνδυασμό με τα μέτρα του ευρωπαϊκού προγράμματος, επιβαρύνουν αντί να βοηθούν τις ελληνικές εξαγωγές. Οι Έλληνες εξαγωγείς δεν έχουν διαμαρτυρηθεί για τους μισθούς αλλά για τη μη επιστροφή του ΦΠΑ από το ελληνικό δημόσιο, για τα μεγάλα προβλήματα ρευστότητας, για την αυξημένη φορολογική επιβάρυνση των καυσίμων και της ενέργειας. Ούτε η τρόικα ούτε η ελληνική κυβέρνηση έχουν απαντήσει σε όλα αυτά. Κι ας δούμε λίγο τι γίνεται στην Πορτογαλία που με εξαγωγές στο 35% του ΑΕΠ της είναι λίγο καλύτερα από μας αλλά δεύτερη από το τέλος μετά την Ελλάδα. Τα νούμερα της Πορτογαλίας για την ανεργία τετάρτου τριμήνου 2011 ήταν 14% έναντι πρόβλεψης από την τρόικα στο 12%. Η Πορτογαλία μας ακολουθεί από κοντά, μόνο που επειδή παίρνει μικρότερη δοσολογία από τη συνταγή που παίρνει η Ελλάδα και έχει λιγότερο υψηλότερες εξαγωγές έχει και μικρότερο πρόβλημα...
Αναρωτιόμαστε, θα απολογηθεί ποτέ κανείς για τις συνταγές που δίνονται σήμερα στην Ελλάδα;
ΥΓ. Την Κυριακή γυρνώντας Αθήνα από Εθνική είδα στο δρόμο ένα άγνωστό μου αυτοκίνητο. Ο φίλος μου είπε πως ήταν Μεβέα, μια παλιά ελληνική εταιρεία. Πέρασα το βράδυ διαβάζοντας στο διαδίκτυο σπαράγματα από την ιστορία, τις προσπάθειες των ανθρώπων και τις περιπέτειες της ελληνικής αυτοκινητοβιομηχανίας...
Αυτό τουλάχιστον νομίζουμε ότι προοιωνίζει η έκτακτη μετάβαση του Έλληνα πρωθυπουργού Λουκά Παπαδήμου χτες βράδυ στις Βρυξέλες, τα συγκλίνοντα δημοσιεύματα του αμερικάνικου και ιταλικού Τύπου σύμφωνα με τα οποία η Γερμανίδα καγκελάριος Αγγέλα Μέρκελ έχει επιλέξει την προώθηση της δεύτερης δανειακής σύμβασης ως ενός πακέτου αντί των τμηματικών δανείων που θα διακύβευαν μια άτακτη ελληνική χρεοκοπία, αλλά και η σπουδή της κυβέρνησης Παπαδήμου να δώσει σήμα ότι αυτή τη φορά υπάρχει η πολιτική βούληση να γίνουν όλα όσα ζητούν οι Ευρωπαίοι χωρίς υπαναχωρήσεις – όπως φάνηκε από την προγραμματισμένη για σήμερα κατάθεση του εφαρμοστικού νόμου για τη συμφωνία με την τρόικα στη Βουλή και τον προγραμματισμό ώστε όλα τα μέτρα, από τις περικοπές στις συντάξεις και τα δημοσιονομικά ως τα κλειστά επαγγέλματα και τα διαρθρωτικά, να περάσουν με τη διαδικασία του κατεπείγοντος και να έχουν ψηφισθεί εντός 10 ημερών.
Τα πράγματα παίρνουν συνεπώς έναν κάποιον δρόμο, όχι λιγότερο επικίνδυνο από ό,τι θα ήταν μια άμεση χρεοκοπία που θα γίνονταν σήμερα με πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους. Εμείς όμως θα τα αφήσουμε όλα αυτά κατά μέρος σήμερα και θα δούμε το πιο σοβαρό πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας, αυτό που θα κρίνει στο τέλος τα πάντα – από τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους έως τη ζωή μας – και που είναι το πρόβλημα της ύφεσης η οποία πλέον σαρώνει τη χώρα.
Όπως μερικοί θυμούνται, στο πρώτο μνημόνιο, το Μάιο του 2010, είχε προβλεφθεί ότι τα μέτρα λιτότητας θα οδηγούσαν την Ελλάδα σε ύφεση 2,6% το 2011, σήμερα όμως ξέρουμε ότι μας έφεραν σε ύφεση 6,8%. Για το 2012 οι προβλέψεις του πρώτου μνημονίου ήταν ανάπτυξη 1,1%, στις προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής του μηνός Νοεμβρίου, η νέα εκτίμηση ήταν ύφεση 2,8% αλλά εμείς εκτιμάμε ότι η ύφεση το 2012 θα ξεπεράσει το 8%.
Για ποιο λόγο έχουμε τέτοια σαρωτική ύφεση; Επειδή δεν έχουμε ισχυρό εξαγωγικό τομέα. Οι εξαγωγές μας αντιπροσωπεύουν μόνο το 25% του ελληνικού ΑΕΠ και είναι οι χαμηλότερες στην Ευρωζώνη. Χωρίς ισχυρό εξαγωγικό τομέα η λιτότητα σαρώνει την εσωτερική ζήτηση και οδηγεί σε έκρηξη της ανεργίας. Πριν ένα χρόνο η πρόβλεψη για την ανεργία το 2012 ήταν 14,8% και ήδη με την έναρξη του έτους η ανεργία έχει εκτοξευθεί στο 21%.
Το βάθος της ελληνικής ύφεσης είναι το πρόβλημα που συζητείται ευρέως σε όλη την Ευρώπη και που, κατά τους οικονομολόγους, δείχνει ότι η ελληνική συνταγή ήταν λάθος. Γι’ αυτό η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ένιωσε υποχρεωμένη στην τελευταία της έκθεση να απαντήσει στις σχετικές αιτιάσεις. Τι ακριβώς είπε; «Η οικονομία πιέστηκε περισσότερο των εκτιμήσεων με την έναρξη του προγράμματος τον Μάιο του 2010. Παρά τη σημαντική μείωση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η καθοδική ακαμψία του συστήματος προσδιορισμού των μισθών απέτρεψε την απαραίτητη προσαρμογή των αμοιβών του ιδιωτικού τομέα οδηγώντας σε μεγάλη αύξηση της ανεργίας». Αυτό σε απλά λόγια σημαίνει ότι η λιτότητα αύξησε την ανεργία και περιόρισε τα εισοδήματα, ενώ κανονικά θα έπρεπε να έχει οδηγήσει σε μείωση των μισθών του ιδιωτικού τομέα ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας έτσι ώστε να αυξηθούν οι εξαγωγές και να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας σε εξαγωγικούς τομείς.
Το πρόβλημα λοιπόν κατά την τρόικα ήταν όχι ότι η Ελλάδα δεν έχει ισχυρό εξαγωγικό τομέα, αλλά ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα αποδείχτηκαν άκαμπτοι, ότι δεν μειώθηκαν αρκετά γρήγορα ώστε να δημιουργηθούν πολλές νέες θέσεις εργασίας στον εξαγωγικό τομέα για να αντισταθμίσουν τις θέσεις εργασίας που χάθηκαν εξαιτίας της λιτότητας. Στην πραγματικότητα βεβαίως έχει υπάρξει προσαρμογή. Στις ευρωπαϊκές εκθέσεις έχει αναγνωριστεί ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα μειώθηκαν κατά 12% από τις αρχές του 2010 όπου είχαν κορυφώσει, ενώ είχαν παραμείνει στάσιμοι από το 2008 σε σύγκριση με ένα 7% αύξηση που είχαν στην υπόλοιπη Ευρωζώνη. Υποτίθεται ότι η μείωση αυτή θα έπρεπε να έχει ενισχύσει την ελληνική ανταγωνιστικότητα – και άρα τις ελληνικές εξαγωγές – αλλά αυτό δεν συνέβη. Επομένως το συμπέρασμα της τρόικας ήταν ότι απαιτείται περαιτέρω συμπίεση των μισθών. Και η λύση που πρότεινε γι’ αυτό ήταν η δραστική περικοπή του βασικού μισθού και η εισαγωγή θεμελιωδών αλλαγών στο σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων μέσω του οποίου προσδιορίζονται οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα. Εξ ου και οι όροι για περικοπή του βασικού μισθού κατά 22%, για κατάργηση της μετενέργειας των συλλογικών συμβάσεων και της δυνατότητας διαιτησίας χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των εργοδοτών – έτσι ώστε οι εταιρείες να μπορούν στο εξής να ορίζουν τους μισθούς με κάθε εργαζόμενο σε ατομικό επίπεδο – για να πάρουμε το δάνειο. Με όλα αυτά τα μέτρα υποτίθεται τώρα ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα θα πάψουν να αντιστέκονται στην κάθοδο, ότι η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας θα αυξηθεί δραστικά και ότι νέες θέσεις εργασίας θα προκύψουν στους εξαγωγικούς κλάδους οδηγώντας την ελληνική οικονομία σε ανάπτυξη.
Είναι όντως έτσι τα πράγματα; Αμφιβάλλουμε.
Καταρχήν, όπως σημειώνει ο αναλυτής της Wall Street στις Βρυξέλλες Μάθιου Ντάλτον, η τρόικα – δηλαδή οι τεχνοκράτες εκπρόσωποι της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου που όφειλαν να έχουν γνώση – έχουν διαπράξει ευθύς εξαρχής ένα μεγάλο σφάλμα αν πράγματι υπέθεταν ότι οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα θα μειωθούν γρήγορα στην Ελλάδα. Διότι υπάρχει άφθονη βιβλιογραφία με έρευνες για πολλές διαφορετικές οικονομίες οι οποίες δείχνουν ότι οι μισθοί πράγματι εμφανίζουν ακαμψίες στην κάθοδο τις οποίες οι εκπρόσωποι της τρόικας τις αγνόησαν. Κατά δεύτερον, ακόμη και σε οικονομίες με πολύ ευέλικτες αγορές εργασίας που δεν διαθέτουν δηλαδή την προστασία της ελληνικής – για παράδειγμα στη Λετονία όπου εφαρμόστηκε το μοναδικό πρόγραμμα εσωτερικής υποτίμησης πριν την Ελλάδα το οποίο κρίθηκε επιτυχές – οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα εμφάνισαν πολύ μεγάλη αντίσταση στην κάθοδο και ο βασικός τρόπος απορρόφησης της ανεργίας που ήρθε ως αποτέλεσμα του προγράμματος ήταν η μετανάστευση του 10% του πληθυσμού.
Επιμένουμε: το πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα δεν έχει ισχυρό εξαγωγικό τομέα. Και το ότι η κρίση, σε συνδυασμό με τα μέτρα του ευρωπαϊκού προγράμματος, επιβαρύνουν αντί να βοηθούν τις ελληνικές εξαγωγές. Οι Έλληνες εξαγωγείς δεν έχουν διαμαρτυρηθεί για τους μισθούς αλλά για τη μη επιστροφή του ΦΠΑ από το ελληνικό δημόσιο, για τα μεγάλα προβλήματα ρευστότητας, για την αυξημένη φορολογική επιβάρυνση των καυσίμων και της ενέργειας. Ούτε η τρόικα ούτε η ελληνική κυβέρνηση έχουν απαντήσει σε όλα αυτά. Κι ας δούμε λίγο τι γίνεται στην Πορτογαλία που με εξαγωγές στο 35% του ΑΕΠ της είναι λίγο καλύτερα από μας αλλά δεύτερη από το τέλος μετά την Ελλάδα. Τα νούμερα της Πορτογαλίας για την ανεργία τετάρτου τριμήνου 2011 ήταν 14% έναντι πρόβλεψης από την τρόικα στο 12%. Η Πορτογαλία μας ακολουθεί από κοντά, μόνο που επειδή παίρνει μικρότερη δοσολογία από τη συνταγή που παίρνει η Ελλάδα και έχει λιγότερο υψηλότερες εξαγωγές έχει και μικρότερο πρόβλημα...
Αναρωτιόμαστε, θα απολογηθεί ποτέ κανείς για τις συνταγές που δίνονται σήμερα στην Ελλάδα;
ΥΓ. Την Κυριακή γυρνώντας Αθήνα από Εθνική είδα στο δρόμο ένα άγνωστό μου αυτοκίνητο. Ο φίλος μου είπε πως ήταν Μεβέα, μια παλιά ελληνική εταιρεία. Πέρασα το βράδυ διαβάζοντας στο διαδίκτυο σπαράγματα από την ιστορία, τις προσπάθειες των ανθρώπων και τις περιπέτειες της ελληνικής αυτοκινητοβιομηχανίας...