επικεφαλής του ταμείου να εκφράζει σε συνέντευξη του την απορία: «αν υπάρχουν τμήματα του δημοσίου τομέα με υπεράριθμο προσωπικό ή τμήματα τα οποία παράγουν υπηρεσίες που δεν είναι πια αναγκαίες, γιατί θα πρέπει να υποχρεώνεται ο φορολογούμενος να συνεχίσει να πληρώνει υπηρεσίες εργαζομένων που είναι περιττές;».
Στη συνέντευξη του στο “Βήμα της Κυριακής”, o Πολ Τόμσεν αναφέρει ότι: «η μη προσαρμογή των μισθών είναι ο κύριος λόγος για την υψηλή ανεργία», ενώ προσθέτει ότι αν οι μεταρρυθμίσεις πετύχουν, δεν θα υπάρχει λόγος για νέες παρεμβάσεις στους μισθούς. Όπως αναφέρει ο κ. Τόμσεν, χρειάζεται η αναζωογόνηση των μεταρρυθμίσεων, αλλιώς αν αυτό δεν συμβεί, όπως αναφέρει, τότε το πρόγραμμα θα αποτύχει. Τέλος, αναφέρει ότι στην Ελλάδα έχει γίνει ένα καλό ξεκίνημα, αλλά στον τομέα των μεταρρυθμίσεων δεν είχε την ανάλογη συνέχεια, λέγοντας: «Όσοι λένε ότι η Ελλάδα δεν έχει σημειώσει πρόοδο πλανώνται οικτρά».
Θυμίζουμε ότι στην έκθεση της Τρόικας, η οποία δημοσιεύτηκε χθες γίνονταν λόγος, ανάμεσα σε άλλα, ότι η μείωση του εργατικού κόστους κατά 9,5% βελτίωσε μεν την ανταγωνιστικότητα ωστόσο παραμένει κενό της τάξης 15-20% το οποίο θα πρέπει να κλείσει. Στην έκθεση τονίζεται ότι το νέο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής αποσκοπεί στο να καταστήσει τις συλλογικές διαπραγματεύσεις πιο αποτελεσματικές, να μειώσει τον κατώτατο μισθό και να περιορίσει το μη μισθολογικό κόστος, ενώ τονίζεται ότι μέτρα απελευθέρωσης των υπηρεσιών θα συμβάλλουν επίσης στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.
Τέλος, στην έκθεση προαναγγέλλονται απολύσεις στο δημόσιου, αφού γίνεται λόγος ότι έως και το 2015 θα πρέπει ο αριθμός να έχει μειωθεί το 22% των εργαζόμενων στο δημόσιο.
H συνέντευξη στο “Βήμα της Κυριακής”
Πώς θα περιγράφατε την οικονομική κατάσταση στην Ελλάδα σήμερα;
«Η Ελλάδα έκανε πολύ σημαντικά βήματα προόδου στο πλαίσιο του προηγούμενου προγράμματος που υποστηρίχθηκε από το ΔΝΤ. Η κυβέρνηση κατάφερε να μειώσει το δημοσιονομικό έλλειμμα κατά 6,5% εν μέσω ισχυρής ύφεσης. Πέρασε επίσης μια ολοκληρωμένη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος και σημείωσε σημαντική πρόοδο στην αντιμετώπιση ορισμένων από τα βαθιά ριζωμένα διαρθρωτικά προβλήματα της χώρας. Οσοι λένε ότι η Ελλάδα δεν έχει σημειώσει πρόοδο πλανώνται οικτρά. Η Ελλάδα έχει διανύσει πολύ δρόμο και oι πολίτες έχουν ήδη κάνει δύσκολες θυσίες.
Πρέπει όμως επίσης να αναγνωρίσουμε ότι, ύστερα από ένα καλό ξεκίνημα, οι μεταρρυθμίσεις ήταν απογοητευτικές. Λόγω της έλλειψης των μεταρρυθμίσεων το δημοσιονομικό έλλειμμα παρέμεινε κολλημένο σχεδόν στο 10% του ΑΕΠ και η ελπίδα για ανάκαμψη δεν έχει πραγματωθεί. Η αναζωογόνηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων είναι η καθοριστική πρόκληση που θα αντιμετωπίσει η νέα κυβέρνηση. Χωρίς αυτή θα είναι αδύνατον να επιτευχθούν οι μεσοπρόθεσμοι δημοσιονομικοί στόχοι, ενώ ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι ότι η οικονομία θα συνεχίσει πιθανόν να συρρικνώνεται»
Πιστεύετε ότι το δεύτερο πρόγραμμα για την Ελλάδα έχει μεγαλύτερες πιθανότητες επιτυχίας από το πρώτο;
«Το πρόγραμμα θα πετύχει μόνον αν μια νέα κυβέρνηση αναζωογονήσει τις μεταρρυθμίσεις. Χωρίς αυτή την αναζωογόνηση το πρόγραμμα αναμφίβολα θα αποτύχει. Τα καλά νέα είναι ότι με το PSI και με την ισχυρή υποστήριξη της διεθνούς κοινότητας, συμπεριλαμβανομένου του ΔΝΤ, δόθηκε στην Ελλάδα το αναγκαίο περιθώριο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων με τρόπο κοινωνικά υπεύθυνο. Κανείς δεν περιμένει να συμβεί κάτι τέτοιο εν μια νυκτί. Αλλά είναι επίσης σαφές ότι η συνέχιση της υποστήριξης της διεθνούς κοινότητας εξαρτάται από τη σταθερή πρόοδο».
Αν βάλουμε στην άκρη τα προβλήματα εφαρμογής από την κυβέρνηση, αισθάνεστε ότι μοιράζεστε κομμάτι της ευθύνης για τις ανεπάρκειες του πρώτου προγράμματος;
«Σίγουρα υπάρχουν πράγματα που θα είχα κάνει διαφορετικά, κοιτώντας εκ των υστέρων. Για παράδειγμα, πιστεύω ότι το πρόγραμμα βασίστηκε υπερβολικά στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών και ότι θα έπρεπε να επιμείνουμε περισσότερο στη μείωση των δαπανών. Κοιτώντας πίσω, πιστεύω επίσης ότι υπερεκτιμήσαμε τη διοικητική ικανότητα της κυβέρνησης, και ότι θα έπρεπε να είχαμε δώσει μεγαλύτερη προσοχή στην ανάγκη προώθησης των μεταρρυθμίσεων. Παρ' όλα αυτά, είμαι πεπεισμένος ότι ο κύριος λόγος που το πρόγραμμα δεν έχει ανταποκριθεί πλήρως τις προσδοκίες είναι ότι οι μεταρρυθμίσεις απώλεσαν τη δυναμική τους το 2011, ύστερα από ένα καλό ξεκίνημα. Αυτό αντικατοπτρίζεται στο γεγονός ότι οι περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις-"κλειδιά" του τρέχοντος προγράμματος θα μεταφερθούν στο νέο πρόγραμμα».
Ανησυχείτε για το αποτέλεσμα των εκλογών στην Ελλάδα και την προοπτική μιας νέας κυβέρνησης η οποία θα ήθελε ενδεχομένως να επαναδιαπραγματευθεί ορισμένες πτυχές του νέου προγράμματος;
«Οι ηγέτες των δύο βασικών κομμάτων μάς έχουν παράσχει διαβεβαιώσεις ότι οι όποιες αλλαγές στις πολιτικές μετά τις εκλογές θα είναι σύμφωνες με τους κύριους στόχους του προγράμματος που εγκρίναμε την Πέμπτη».
Ποια είναι η εκτίμησή σας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μετά το PSI και ποιο είναι το σχόλιό σας για τις απόψεις που εκφράστηκαν από αναλυτές ότι η Ελλάδα ίσως χρειαστεί επιπλέον χρηματοδότηση από τον επίσημο τομέα το 2015 ή μια νέα αναδιάρθρωση;
«Αν το πρόγραμμα υλοποιηθεί όπως προβλέπεται, δεν θα υπάρξει ανάγκη μιας νέας αναδιάρθρωσης του χρέους. Αλλά το χρέος θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για μια παρατεταμένη χρονική περίοδο και η Ελλάδα θα έχει πολύ περιορισμένο περιθώριο ελιγμών ως προς τη βιωσιμότητα του χρέους. Πάνω απ' όλα, χωρίς την προαναφερθείσα επανεκκίνηση των μεταρρυθμίσεων είναι σχεδόν βέβαιον ότι η δυναμική του χρέους θα είναι αρνητική».
Μπορείτε να αποκλείσετε το ενδεχόμενο απολύσεων στον δημόσιο τομέα;
«Οχι. Αν υπάρχουν τμήματα του δημόσιου τομέα με υπεράριθμο προσωπικό ή τμήματα τα οποία παράγουν υπηρεσίες που δεν είναι πια αναγκαίες, γιατί θα πρέπει να υποχρεώνεται ο φορολογούμενος να συνεχίσει να πληρώνει υπηρεσίες εργαζομένων που είναι περιττές; Η διά βίου εγγύηση της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα είναι ένας αναχρονισμός. Οι σύγχρονες δυναμικές οικονομίες τις οποίες η Ελλάδα θα χρειαστεί να ανταγωνισθεί δεν διαθέτουν πλέον τέτοιες διασφαλίσεις της απασχόλησης στον δημόσιο τομέα».
Μεταρρυθμίσεις
Οι υψηλοί μισθοί έφεραν την ανεργία
Γιατί συμφωνήσατε με την κυβέρνηση για μεγάλες περικοπές στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα; Πείτε μου αν αυτό το μέτρο θα διευρύνει την ύφεση και, κυρίως, αν πιστεύετε ότι θα ωφελήσει την ελληνική οικονομία.
«Η Ελλάδα έχει πρόβλημα ανταγωνιστικότητας. Η παραγωγικότητα είναι χαμηλή και είναι αποσυνδεδεμένη από τους μισθούς. Η μη προσαρμογή των μισθών ως και σήμερα είναι ο κύριος λόγος για την υψηλή ανεργία. Ελπίζουμε ότι οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας θα διευκολύνουν την εκ νέου ευθυγράμμιση των μισθών με την παραγωγικότητα σε επίπεδο επιχείρησης, ενθαρρύνοντας τις εταιρείες να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας. Αν οι μεταρρυθμίσεις αυτές πετύχουν, δεν θα υπάρξει στο μέλλον ανάγκη παρέμβασης στους μισθούς, όπως η αναστολή του 13ου και του 14ου μισθού η οποία ήταν υπό συζήτηση».
Είναι δόκιμο να συγκρίνει κανείς τους μισθούς του ιδιωτικού τομέα στην Ελλάδα με εκείνους χωρών όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία;
«Θα πρέπει να δημιουργήσεις κίνητρα στους επιχειρηματίες για να πληρώσουν συγκεκριμένα επίπεδα μισθών - σε οποιαδήποτε αγορά. Τέτοια κίνητρα μπορεί να είναι η υψηλή παραγωγικότητα, οι εξειδικευμένες δεξιότητες, τα χαμηλό κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ή κάποιοι άλλοι εξαιρετικοί παράγοντες. Αυτό είναι που σταθμίζουν οι επενδυτές και οι εργοδότες και αυτό συγκρίνουν ανάμεσα σε παρόμοιες αγορές. Αν έχεις, επομένως, χαμηλή παραγωγικότητα αλλά σχετικά υψηλούς μισθούς, τότε το κίνητρο για τον εργοδότη να αναζητήσει μια καλύτερη ευκαιρία είναι μεγάλο».
Η έκθεση του ΔΝΤ περιγράφει την ανάγκη για νέα μέτρα περίπου 7% του ΑΕΠ για το 2013 και το 2014 τα οποία πρέπει να αποσαφηνιστούν τον Μάιο. Πείτε μου αν θα προέλθουν από το σκέλος των δαπανών ή από εκείνο των εσόδων, και κυρίως αν συμφωνείτε με την προοπτική νέων αυξήσεων φόρων.
«Νέα μέτρα ύψους περίπου 5,5% του ΑΕΠ θα αντληθούν από την πλευρά των δαπανών του προϋπολογισμού. Επιπροσθέτως, στο πρόγραμμα υπάρχει εδώ και καιρό η εκτίμηση ότι έσοδα ύψους 1,5% του ΑΕΠ θα προκύψουν από τις μεταρρυθμίσεις της φορολογικής διοίκησης, ορισμένα τμήματα των οποίων έχουν ήδη υλοποιηθεί. Οι αυξήσεις φορολογικών συντελεστών δεν περιλαμβάνονται στην ατζέντα και οποιαδήποτε αύξηση φορολογικών εσόδων πρέπει να προέλθει από τη βελτίωση της φορολογικής διοίκησης και πρωτίστως από την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής. Δεν πιστεύω ότι είναι δυνατή η διατήρηση της πολιτικής και κοινωνικής υποστήριξης για το πρόγραμμα δίχως μια δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών».
greekfinanceforum.com