Απόλυτες υπερεξουσίες αποκτούν οι προϊστάμενοι των εφοριών σε όλη τη
χώρα αναφορικά με το χαράτσι των ακινήτων, που καταβάλλεται μέσω των
λογαριασμών της ΔΕΗ. Η εγκύκλιος του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών,
Παντελή Οικονόμου, που απεστάλη στις Δ.Ο.Υ. την Παρασκευή, προβλέπει ότι...
οι έφοροι έχουν και το μαχαίρι και το πεπόνι σε ό,τι αφορά το ποιοι δικαιούνται ευνοϊκής μεταχείρισης, δηλαδή είτε να πληρώσουν το φόρο σε περισσότερες δόσεις, είτε/και να υπαχθούν σε χαμηλότερο συντελεστή.
Στην ουσία, οι επικεφαλής των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών είναι αυτοί που θα λένε το «Ναι» ή το «Όχι» σε οποιοδήποτε αίτημα ιδιοκτήτη ακινήτου, ο οποίος υποστηρίζει ότι εντάσσεται στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, που προβλέπει ο νόμος. Δηλαδή, θα κρίνουν αν θα κόβεται ή όχι το ρεύμα στους φορολογούμενους, που εμφανίζουν αδυναμία αποπληρωμής.
Αναλυτικά, η εγκύκλιος προβλέπει ότι :
«Όσον αφορά στην τακτοποίηση θεμάτων επιβολής Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. (σημ: το χαράτσι) σε πρόσωπα, που διαβιούν υπό μειονεκτικά κοινωνικές συνθήκες, επισημαίνεται ότι ο Προïστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. είναι αποκλειστικά αρμόδιος – ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου – για τη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων των περ. α΄ και β΄ του τελευταίου εδαφίου της παρ. 11 του άρθρου 53 του ν. 4021/2011.
Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., αν διαπιστώνεται ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της περ. β΄ του τελευταίου εδαφίου της παρ. 11 (σημ: δηλαδή, ότι ο φορολογούμενος διαβιεί σε μειονεκτικές κοινωνικά και οικονομικά συνθήκες – όπως αν είναι άνεργος, βαριά ασθενής, ανάπηρος), μπορεί να αποφασίσει είτε την καταβολή του τέλους σε περισσότερες από τις προβλεπόμενες δόσεις, είτε και τον περιορισμό του τέλους μέχρι του ύψους, που κρίνεται αναγκαίο, ώστε ο υπόχρεος να μπορεί να ανταποκριθεί στην καταβολή του χωρίς να τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η διαβίωση του ιδίου ή των προσώπων που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν φορολογικά.
Σε κάθε περίπτωση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. εκδίδει πράξη, θετική ή απορριπτική, η οποία κοινοποιείται στον αιτούντα. Κατά της απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., μπορεί να ασκηθεί ένσταση μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης στον αιτούντα, η οποία εξετάζεται από τριμελή επιτροπή, που θα συσταθεί με απόφαση του υπουργού Οικονομικών».
οι έφοροι έχουν και το μαχαίρι και το πεπόνι σε ό,τι αφορά το ποιοι δικαιούνται ευνοϊκής μεταχείρισης, δηλαδή είτε να πληρώσουν το φόρο σε περισσότερες δόσεις, είτε/και να υπαχθούν σε χαμηλότερο συντελεστή.
Στην ουσία, οι επικεφαλής των Δημόσιων Οικονομικών Υπηρεσιών είναι αυτοί που θα λένε το «Ναι» ή το «Όχι» σε οποιοδήποτε αίτημα ιδιοκτήτη ακινήτου, ο οποίος υποστηρίζει ότι εντάσσεται στις ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, που προβλέπει ο νόμος. Δηλαδή, θα κρίνουν αν θα κόβεται ή όχι το ρεύμα στους φορολογούμενους, που εμφανίζουν αδυναμία αποπληρωμής.
Αναλυτικά, η εγκύκλιος προβλέπει ότι :
«Όσον αφορά στην τακτοποίηση θεμάτων επιβολής Ε.Ε.Τ.Η.Δ.Ε. (σημ: το χαράτσι) σε πρόσωπα, που διαβιούν υπό μειονεκτικά κοινωνικές συνθήκες, επισημαίνεται ότι ο Προïστάμενος της αρμόδιας Δ.Ο.Υ. είναι αποκλειστικά αρμόδιος – ύστερα από αίτηση του ενδιαφερομένου – για τη διαπίστωση της συνδρομής των προϋποθέσεων των περ. α΄ και β΄ του τελευταίου εδαφίου της παρ. 11 του άρθρου 53 του ν. 4021/2011.
Ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ., αν διαπιστώνεται ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της περ. β΄ του τελευταίου εδαφίου της παρ. 11 (σημ: δηλαδή, ότι ο φορολογούμενος διαβιεί σε μειονεκτικές κοινωνικά και οικονομικά συνθήκες – όπως αν είναι άνεργος, βαριά ασθενής, ανάπηρος), μπορεί να αποφασίσει είτε την καταβολή του τέλους σε περισσότερες από τις προβλεπόμενες δόσεις, είτε και τον περιορισμό του τέλους μέχρι του ύψους, που κρίνεται αναγκαίο, ώστε ο υπόχρεος να μπορεί να ανταποκριθεί στην καταβολή του χωρίς να τίθεται σε άμεσο κίνδυνο η διαβίωση του ιδίου ή των προσώπων που συνοικούν με αυτόν και τον βαρύνουν φορολογικά.
Σε κάθε περίπτωση, ο Προϊστάμενος της Δ.Ο.Υ. εκδίδει πράξη, θετική ή απορριπτική, η οποία κοινοποιείται στον αιτούντα. Κατά της απόφασης του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ., μπορεί να ασκηθεί ένσταση μέσα σε προθεσμία δύο μηνών από την κοινοποίηση της απορριπτικής απόφασης στον αιτούντα, η οποία εξετάζεται από τριμελή επιτροπή, που θα συσταθεί με απόφαση του υπουργού Οικονομικών».