Το αίτημα αφορά στην πάγια (και εύλογη) θέση ότι η ενημέρωση για τις στάσεις και απόψεις της κοινής γνώμης πρέπει να καλύπτεται από τη γενικότερη αρχή της ελευθερίας του λόγου και της πληροφόρησης, και δεν υπάρχει κάποιο υπέρτερο αγαθό που να δικαιολογεί τον περιορισμό του δικαιώματος αυτού. Υποστηρίζεται επίσης από το επιχείρημα ότι η φημολογία και η δυνατότητα πραγματοποίησης και δημοσίευσης ερευνών εκτός Ελλάδος (μην ξεχνάμε ότι οι έρευνες είναι πλέον τηλεφωνικές και μπορεί να τις κάνει κανείς από οπουδήποτε στον κόσμο και να τις δημοσιοποιήσει μέσω Διαδικτύου, οπουδήποτε στον κόσμο) καθιστούν την απαγόρευση αυτή κενή περιεχομένου επί της ουσίας.
Στην προκειμένη περίπτωση όμως, το αίτημα των εταιρειών δημοσκοπήσεων αφορά και στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν την αξιοπιστία τους σε μια περίοδο κατά την οποία οι διαθέσεις και συμπεριφορές της κοινής γνώμης είναι απολύτως αδύνατο να προβλεφθούν.
Όσοι παρακολουθούν τις δημοσκοπήσεις επιστημονικά, γνωρίζουν ότι τα δείγματα που εμφανίζονται αποτελούν πάντα μέρος μόνο του συνολικού δείγματος που ερωτήθηκε, αφού αξιόλογο μέρος του πληθυσμού, ιδίως στις τηλεφωνικές έρευνες ή τις έρευνες στα σπίτια, όπου δεν υπάρχει δεύτερη και τρίτη επίσκεψη, αρνείται να συμμετάσχει στη δημοσκόπηση. Η χρήση διορθώσεων, με βάση την παλαιότερη εκλογική συμπεριφορά και ποσοστώσεις, συνήθως επέτρεπε να διορθωθούν οι σχετικές μεροληψίες. Σήμερα όμως η μεροληψία της μη συμμετοχής και (δευτερευόντως) της άρνησης αποκάλυψης της μελλοντικής συμπεριφοράς όσων τελικά συμμετέχουν (η μεγάλη δηλαδή έκταση της αδιευκρίνιστης ψήφου) είναι συστηματική και μαζική. Οι άνθρωποι που δεν συμμετέχουν στις έρευνες δεν το κάνουν επειδή δεν έχουν τον χρόνο ή τη διάθεση. Πολλοί από αυτούς το κάνουν γιατί μαζί με το πολιτικό σύστημα αντιπαθούν και τις εταιρείες δημοσκοπήσεων. Και δεν υπάρχει επιστημονικά εύκολος τρόπος να διορθώσεις τέτοιου είδους μεροληψίες.
Επιπροσθέτως, μεγάλος αριθμός ανθρώπων πράγματι δεν γνωρίζει τι πρόκειται να κάνει την Κυριακή των εκλογών. Όχι απλώς γιατί δεν έχει αποφασίσει, αλλά
γιατί δεν έχουν συμβεί τα γεγονότα που θα παίξουν κυρίαρχο ρόλο στην τελική του απόφαση. Προσθέστε σε όλα αυτά και τη ρευστότητα των πολιτικών κινήσεων και πρωτοβουλιών που θα αναληφθούν μέχρι τις εκλογές, το πρωτοφανώς διαφορετικό πολιτικό σκηνικό των δέκα κομμάτων χωρίς προηγούμενο οικονομική και πολιτική κρίση, τις βαθιές κοινωνικές αλλαγές που λόγω κρίσης συντελούνται με πολύ μεγαλύτερη της συνηθισμένης ταχύτητα στις πεποιθήσεις και τις νοοτροπίες και καταλήγετε στον εύλογο φόβο των εταιρειών δημοσκοπήσεων για το άγνωστο.
Στην πραγματικότητα δεν μπορούν να προβλέψουν τι θα βγάλει η κάλπη όχι δεκαπέντε μέρες πριν αλλά ούτε και δεκαπέντε ώρες πριν. Κάποιοι επωφελούνται της ρευστότητας για να κάνουν προβλέψεις συμπεριφοράς χωρίς να δημοσιεύουν προθέσεις ψήφου και να επηρεάζουν έτσι την κοινή γνώμη προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση, μια που μπορούν στο μέλλον να επικαλεστούν τη ρευστότητα αν πέσουν έξω. Η πλειοψηφία όμως προσπαθεί να διαφυλάξει το κύρος του κλάδου και δικαίως ζητά να αρθεί και για τον λόγο αυτό η γνωστή απαγόρευση.