Η συνταξιούχος εκπαιδευτικός, από τους λιγοστούς κατοίκους του Παλιού Πρασιδακίου, είχε μεταβεί στη Ζαχάρω για να κάνει κάποιες δουλειές και ψώνια στη Λαϊκή Αγορά. Όταν επέστρεφε δε μπορούσε να φανταστεί ότι μέσα στο ίδιο της το σπίτι θα την «υποδέχονταν» δυο κουκουλοφόροι. Αφού της έδεσαν τα χέρια και τη φίμωσαν, της άρπαξαν τα χρυσά κοσμήματαπου φορούσε, την τσάντα χειρός που κρατούσε και το κινητό της τηλέφωνο που χτύπησε εκείνη την ώρα και έφυγαν ανενόχλητοι.
«Φορούσαν κουκούλες και δε μιλούσαν ιδιαίτερα, έτσι δεν κατάλαβα αν είναι αλλοδαποί ή ντόπιοι. Όμως, δεν ήταν βίαιοι, δεν προσπάθησαν να με χτυπήσουν... όπως βλέπω στις ειδήσεις ότι γίνεται στην Αθήνα... και το δέσιμο ήταν επιπόλαιο. Έτσι όταν έφυγαν κατάφερα να σηκωθώ, άνοιξα την πόρτα του μπαλκονιού και φώναξα τη γειτόνισσα να έρθει να με βοηθήσει. Αυτοί όμως είχαν γίνει άφαντοι», λέει μιλώντας στην εφημ. «Πατρίς».
Έφαγαν και ήπιαν...
Οι δυο διαρρήκτες μπήκαν στο σπίτι αφού παραβίασαν ένα ξύλινο παράθυρο. Η μικρή αναστάτωση που είχαν προκαλέσει αποδεικνύει ότι έψαξαν για χρήματα ή πολύτιμα αντικείμενα και αφού δε βρήκαν τίποτα, αποφάσισαν να περιμένουν την ιδιοκτήτρια. Μέχρι τότε όμως, άνοιξαν το ψυγείο, έφαγαν γλυκά και ήπιαν και ουίσκι από ένα μπουκάλι που βρήκαν στο σπίτι.
«Αυτοί σίγουρα είχαν παρακολουθήσει και ήξεραν ότι πάω στη Ζαχάρω κάποιες Τρίτες και αφού δε βρήκαν τίποτα, ίσως υπέθεσαν ότι επιστρέφοντας μπορεί να έχω λεφτά μαζί μου. Μέσα στην τσάντα μου είχα όμως μόνο 100 ευρώ, κάποια χαρτιά, το βιβλιάριό μου και το κλειδί του αυτοκινήτου», εξηγεί η κα Φ.
patrisnews.com