"Οι αξιωματικοί και το πλήρωμα ήταν πολύ συχνά μεθυσμένοι", δηλώνει η Μέρι Τζ. που εργάστηκε στο κρουαζιερόπλοιο επί δύο μήνες το 2010 πριν παραιτηθεί, σε κατάθεσή της που δημοσιεύει η εφημερίδα. "Αναρωτιόμασταν συχνά στη διάρκεια των πάρτι που οργανώνονταν, ποιος θα έσωζε το πλοίο σε μια έκτακτη κατάσταση", είπε η πρώην εργαζόμενη προσθέτοντας ότι ήταν θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης από μέλος του πληρώματος που "είχε κάνει χρήση ναρκωτικών".
'Άλλη μαρτυρία προέρχεται από μια πρώην νοσοκόμα, τη Βαλεντίνα Μπ. που εργάστηκε επίσης το 2010 υπό τις εντολές του καπετάνιου Φραντσέσκο Σκετίνο σε άλλο πλοίο, το Costa Atlantica.
"Η διαφθορά, τα ναρκωτικά και η πορνεία" βασίλευαν στο πλοίο. "Είδα με τα ίδια μου τα μάτια αξιωματικούς να παίρνουν κοκαΐνη", είπε καταγγέλλοντας στην κατάθεσή της "τις συνθήκες του πληρώματος, τα μέλη του οποίου οι αξιωματικοί τους αντιμετώπιζαν σαν σκλάβους".
Από την πλευρά της , η εταιρία δηλώνει ότι τηρεί πολιτική μηδενικής ανοχής κατά των ναρκωτικών στο πλοίο και ότι διενεργεί τακτικούς ελέγχους.
Μετά το ναυάγιο στο ιταλικό νησί Τζίλιο, με 32 νεκρούς, η εταιρία υπεραμύνθηκε της πολιτικής της δηλώνοντας ότι το προσωπικό της εκπαιδευόταν τακτικά σε θέματα ασφάλειας και εξήρε το θάρρος που επέδειξε το πλήρωμα κατά τη ναυτική τραγωδία.
Ο καπετάνιος Φραντσέσκο Σκετίνο που τέθηκε σε κατ' οίκον περιορισμό διώκεται για ανθρωποκτονία κατά συρροή από αμέλεια, ναυάγιο και εγκατάλειψη του πλοίου και καθυστερημένη ενημέρωση των ιταλικών λιμενικών αρχών για τη σοβαρότητα του ατυχήματος.