Το αφιέρωμα συμπεριλαμβάνει ανταπόκριση για την ελληνική πρωτεύουσα του Serge Quoidbach, μαρτυρίες τεσσάρων Ελλήνων πολιτών.
Η ανταπόκριση έχει τίτλο: «Αθήνα, καταβεβλημένη πόλη» με υπότιτλο: «Η ελληνική πρωτεύουσα πνίγεται από τη λιτότητα. Μαγαζιά και εστιατόρια αδειάζουν. Ενώ αφορούσε μόνο τους αποκλεισμένους, η φτώχεια αγγίζει όλο και περισσότερο τη μεσαία τάξη, που βυθίζεται σιγά σιγά».
«Όλα άρχισαν από ένα e-mail. Μου το απεύθυνε ο Ευάγγελος Αρεταίος, Έλληνας δημοσιογράφος με βάση τις Βρυξέλλες, όπου συνεργάζεται με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς. «Η κατάσταση στην Ελλάδα γίνεται τόσο σοβαρή που πολλοί Έλληνες, κι εγώ μαζί, προσπαθούμε με κάθε τρόπο να εξηγήσουμε αυτό που συμβαίνει πραγματικά εκεί». Οι μόνες εικόνες που λαμβάνουμε της Αθήνας, στο Βέλγιο και αλλού, είναι σκηνές βίαιων διαδηλώσεων».
Οι δύο δημοσιογράφοι συναντούνται σε ένα καφενείο στις Βρυξέλλες και ο Αρεταίος λέει: «Σήμερα οι Ευρωπαίοι μας πνίγουν. Δεν υπάρχει ποια ανάπτυξη, Κι ο κόσμος δεν πιστεύει ποια στη λογική της λιτότητας». Επί μία ώρα περιγράφει μία ελληνική κοινωνία στα όρια της ασφυξίας.
Ακολουθεί η άφιξη του ανταποκριτή S. Quoidbach στην Αθήνα: «Στον αυτοκινητόδρομο που οδηγεί στην πόλη, μία σαρανταριά διαφημιστικά πανό διακοσμούν το δρόμο προς το κέντρο. Εκτός από τρία, όλα τα υπόλοιπα είναι άδεια.(..) «Δεν υπάρχει ποια κατανάλωση εδώ. Οπότε, ποιο το όφελος να κάνει κανείς διαφήμιση;» μας εξηγεί ένα μέλος της δημόσιας διοίκησης».
«Η άφιξη στο κέντρο της Αθήνας δεν είναι πιο καθησυχαστική. Η πόλη έχει στιγματιστεί από τις πρόσφατες εκδηλώσεις βίας». Ο ανταποκριτής περιγράφει τους ρημαγμένους μαρμάρινους πάγκους στην Πλατεία Συντάγματος, το καμένο σινεμά Αττικόν, «δύο βήματα από την Πλατεία Συντάγματος, για το οποίο υπερηφανευόταν η πόλη», το οποίο πυρπολήθηκε την ημέρα υιοθέτησης του νέου προγράμματος λιτότητας και τα άλλα κατεστραμμένα καταστήματα της οδός Σταδίου, «όπου ένα μαγαζί στα τέσσερα είναι πλέον κλειστό».
«Από την αρχή της κρίσης, οι κοινωνικές αναταραχές είναι συνεχείς. Και υπονομεύουν καθημερινά τη ζωή των Αθηναίων. «Πάμε από το κακό στο χειρότερο», παραπονείται ο Οδυσσέας ιχθυοπώλης στην κεντρική αγορά. Αυτή η ιστορική αγορά της πόλης είναι σχεδόν άδεια. «Αυτές οι διαδηλώσεις, οι απεργίες των μέσων μεταφοράς, είναι σχεδόν καθημερινές! Όλα αυτά απομακρύνουν τους κανονικούς ανθρώπους από το κέντρο. Φταίνε οι πολιτικοί. Αυτά δε θα συνέβαιναν σε άλλη χώρα», προσθέτει».
Στη συνέχεια, ο Serge Quoidbach αναφέρει ότι στην οικονομική ανασφάλεια προστίθεται, σε ορισμένες περιοχές του κέντρου, η ανασφάλεια γενικώς, κυρίως στις περιοχές όπου συσσωρεύονται μετανάστες: «Πρόκειται για το άλλο πρόβλημα της Αθήνας. Η Ελλάδα αποτελεί είσοδος της μετανάστευσης. Έρχονται από το Αφγανιστάν, το Πακιστάν, την Αφρική, είναι η πρώτη ευρωπαϊκή χώρα που συναντούν και παραμένουν εκεί. Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές, στην ζώνη αυτή (κάτω από την Ομόνοια) 150 σπίτια σε κακή κατάσταση φιλοξενούν περίπου 100.000 παράνομους μετανάστες. Το οργανωμένο έγκλημα, τα ναρκωτικά, το εμπόριο ανθρώπων βασιλεύουν εκεί. Το κράτος γνωρίζει το πρόβλημα από καιρό αλλά δεν έχει πια τα μέσα να το καταπολεμήσει»
Εκεί όμως, συνεχίζει ο ανταποκριτής, οργανώνεται και η αλληλεγγύη, όπως π.χ. στο γραφείο των Γιατρών του Κόσμου. «Πριν, είχαμε μόνο μετανάστες και πρόσφυγες. Εδώ και μερικούς μήνες, βλέπουμε και Έλληνες και είναι καινούργιο φαινόμενο για μας. Στους εκατό ασθενείς, περίπου 15 με 20 είναι πλέον Έλληνες. Ζητάνε εξετάσεις, αλλά και φάρμακα που είναι υπερβολικά ακριβά γι αυτούς», εξηγεί η Χριστίνα Σαμαρτζή, υπάλληλος στην οργάνωση. Ίδια διαπίστωση στα συσσίτια στην οδό Σοφοκλέους, όπου μοιράζονται 500 γεύματα το μεσημέρι και 1000 το βράδυ.
Η ανταπόκριση κλείνει με περιγραφή διαδήλωσης στην οδό Πανεπιστημίου, ενάντια στο κλείσιμο του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας.
Ακολουθούν τέσσερις μαρτυρίες Ελλήνων πολιτών.
Ένα ζευγάρι με τρία παιδιά, ο άντρας λογιστής στη Nokia Siemens και η γυναίκα του ψυχολόγος. Ο άντρας είναι πλέον άνεργος, αλλά βρήκε απασχόληση στο δήμο για 8 μήνες. Περιγράφουν τις δυσκολίες της καθημερινής τους ζωής, με τη μείωση των εισοδημάτων τους. Υπότιτλος: «Λένε ότι δεν εργαζόμαστε στην Ελλάδα. Είναι λάθος! Εργάζομαι συχνά μέχρι τις 11 το βράδυ», αναφέρει η γυναίκα.
Η δεύτερη μαρτυρία είναι ενός επιχειρηματία, που απασχολεί δέκα άτομα. Προσφέρει υπηρεσίες στις επιχειρήσεις που θέλουν να μειώσουν τα κόστη τους, προσφέροντας γραμματεία, ιστότοπο και διοικητική υποδομή. Το τζίρο του αυξήθηκε από τότε που άρχισε, πριν από ενάμισι χρόνο. Το μεγαλύτερο πρόβλημα, κατά την άποψή του είναι ότι «Κάθε τρεις μήνες, το φορολογικό σύστημα αλλάζει και εμφανίζεται νέο τέλος» (υπότιτλος).
Η τρίτη μαρτυρία είναι μίας υπαλλήλου στην ΜΚΟ «Κλίμακα», που στηρίζει τους άστεγους στην Ελλάδα. Όπως αναφέρει «Σύμφωνα με την εκτίμησή μας, υπάρχει αύξηση των αστέγων κατά 20 με 25% εδώ και δύο χρόνια».
Η τελευταία αφορά σε υπάλληλο της ΔΕΗ, εδώ και 22 χρόνια. Ο μισθός του μειώθηκε κατά 200 ευρώ το μήνα, αλλά ανησυχεί περισσότερο για την εφεδρεία και για την ιατρική κάλυψη των γονέων του.