ασθένεια που δεν μπόρεσε να την απειλήσει. Στο τέλος, όπως ο ίδιος έλεγε, η κοινή τους ζωή είχε γίνει αντικείμενο μελέτης με θέμα την αμοιβαιότητα.
Τον περασμένο Δεκέμβριο ο Ντέιβιντ Μπρουκς των «New York Times» παραχώρησε τη στήλη του στον Σνέλινγκ. Μέσα σε ένα κείμενο 5.000 λέξεων - μια «Αναφορά ζωής», όπως την ονόμασε ο ίδιος - ο Σνέλινγκ μιλούσε για όλα όσα έζησε αυτά τα χρόνια με την Αντριέν Ανγκελέτι. Το τελευταίο κομμάτι αφορούσε αποκλειστικά τη νόσο Αλτσχάιμερ από την οποία έπασχε η σύντροφος της ζωής του, αλλά και το πώς αυτός χειριζόταν την όλη κατάσταση. «Με πρόσεχε όπως μπορούσε για 55 χρόνια», έγραφε για την Αντριέν, λίγους μήνες προτού γιορτάσουν την 61η επέτειό τους. «Τα έξι τελευταία χρόνια ήταν η σειρά μου».
Την περασμένη Πέμπτη ο Σνέλινγκ σκότωσε τη γυναίκα του και στη συνέχεια αυτοκτόνησε. Η Αστυνομία τούς βρήκε στο σπίτι τους στην Ανατολική Πενσιλβάνια. Ηταν και οι δύο 81 ετών. Σύμφωνα με ανακοίνωση της οικογένειας, ήταν μια πράξη «μεγάλης αφοσίωσης και βαθιάς αγάπης».
«Δεν είναι κάτι μεγαλειώδες, δεν είναι αυτοθυσία, ούτε επίπονο», έγραφε περιγράφοντας τα καθήκοντά του. «Είναι απλώς το σωστό. Εξάλλου αυτή η γυναίκα με έσωσε από μια μοίρα χειρότερη και από τον θάνατο, και μάλιστα για πολύ πολύ καιρό».
Ο Σνέλινγκ είχε γνωρίσει τη μελλοντική του σύζυγο στο πανεπιστήμιο, σε έναν χορό δευτεροετών. Τη συνόδευε ένας φοιτητής του Γέιλ, με τον οποίο είχε δεσμό. Δεν κράτησε όμως. «Η Αντριέν ήταν το κορίτσι που ήθελα, το κορίτσι που χρειαζόμουν στη ζωή μου. Γρήγορα κατάλαβα ότι ήταν και το κορίτσι που έπρεπε να παντρευτώ».
Πλην όλων αυτών, όμως, η Αντριέν ήταν και πολύ μελετηρή φοιτήτρια, γεγονός που επίσης κατάλαβε πολύ γρήγορα ο Σνέλινγκ. Ετσι αναγκάστηκε να γίνει και ο ίδιος μελετηρός. Στην επιστολή του αναφερόταν στο εξής χαρακτηριστικό περιστατικό: μια ημέρα όπου εκείνη είχε στρώσει μια κουβέρτα και διάβαζε στο ύπαιθρο εκείνος την πλησίασε με σκοπό να της γίνει «τσιμπούρι». «Δεν μελετάς», του είπε. «Μελετώ εσένα», της απάντησε εκείνος.
Παντρεύτηκαν στις 12 Μαρτίου 1951. Τον μήνα του μέλιτος τον πέρασαν στις Βερμούδες. Σύντομα ήρθαν και τα παιδιά - πέντε μέσα σε δέκα χρόνια -, αλλά και μια σειρά από επιχειρηματικές περιπέτειες του Σνέλινγκ: από τεχνητή γονιμοποίηση σε αγελάδες έως κτηματομεσιτικές επιχειρήσεις. Λίγα χρόνια αργότερα έγινε πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου στην πόλη όπου έμεναν και το 1970 οικονομικός διευθυντής του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στην Πενσιλβάνια. Ολα αυτά τα χρόνια η Αντριέν στεκόταν στο πλάι του. Οταν λοιπόν αρρώστησε, ο Σνέλινγκ αισθάνθηκε ότι ήρθε και για εκείνον η ώρα να ανταποδώσει.
«Θέλει να είναι μαζί μου. Ερχεται λοιπόν όπου και αν πάω. Ζούμε μαζί με όλη την έννοια της λέξης», έγραφε στην «Αναφορά» του. Νωρίτερα είχε διαβεβαιώσει τους αναγνώστες ότι δεν σκόπευε να «περιαυτολογήσει» περιγράφοντας μια ζωή ευλογημένη, «κατά την οποία οι καλές στιγμές υπερτερούσαν των κακών».
Κλείνοντας ο Σνέλινγκ ανακαλούσε στη μνήμη του τον λογότυπο του ιδιωτικού σχολείου όπου πέρασε τα τελευταία μαθητικά του χρόνια: ένα μελίσσι με πολλές μέλισσες και τη λατινική φράση «non sibi». Που θα πει: όχι για τον εαυτό σου μόνο.