Τό πιό σημαντικό γεγονός γιά την κατανόηση τόσο τού χαρακτήρα όσο καί της μυστικής θρησκείας τής σύγχρονης ανθρώπινης κοινωνίας...
είναι ή αλλαγή τού κοινωνικού χαρακτήρα πού έγινε από μιά παλιότερη εποχή τού καπιταλισμού ως τό δεύτερο μισό τού εικοστού αιώνα. Ό αύταρχικός-μονομανής-άποθησαυριστικός χαρακτήρας,πού είχε αρχίσει ν’ αναπτύσσεται τό δέκατο έκτο αιώνα καί πού συνέχισε ν’ άποτελεϊ τήν κυρίαρχη χαρακτηροδομή τουλάχιστο των μεσαίων τάξεων μέχρι τό τέλος τού δέκατου ένατου αιώνα, συνδυάστηκε σιγά σιγά ή άντικαταστάθηκε μέ τόν αγοραστικό χαρακτήρα. (Περιέγραψα τούς συνδυασμούς των διάφορων τάσεων τού χαρακτήρα στό βιβλίο μου Ό ’Άνθρωπος γιά τόν Εαυτό του).
Όνόμασα αυτό τό φαινόμενο αγοραστικό χαρακτήρα γιατί βασίζεται στό ότι ό άνθρωπος βιώνει τόν εαυτό του σάν ένα εμπόρευμα καί τήν άξία του όχι σάν «αξία χρήσης» αλλά σάν «άξία ανταλλαγής». Ό άνθρωπος γίνεται ένα εμπόρευμα στήν «αγορά προσωπικότητας». Ή αρχή τής αξιολόγησης είναι ή ϊδια τόσο στήν αγορά προσωπικότητας όσο καί στήν αγορά εμπορευμάτων: στή μιά προσφέρονται γιά πούλημα προσωπικότητες, στήν άλλη εμπορεύματα. Καί στίς δυό περιπτώσεις, εκείνο πού μετράει σάν άξία είναι ή άξία ανταλλαγής τους, γι’ αυτό τό λόγο ή «άξία χρήσης» είναι μιά αναγκαία αλλά όχι αρκετή προϋπόθεση.
"Αν καί ή άναλογία τής ικανότητας καί τών ανθρώπινων προτερημάτων άπό τή μιά μεριά, καί τής προσωπικότητας από τήν άλλη διαφέρει σάν προϋπόθεση γιά τήν επιτυχία, ό «παράγοντας προσωπικότητα» παίζει πάντα αποφασιστικό ρόλο. Ή ευτυχία έξαρτάται σέ μεγάλο βαθμό άπό τό πόσο καλά τά άτομα πουλάνε τόν εαυτό τους στήν άγορά, πόσο καλά προβάλλουν τήν προσωπικότητά τους, πόσο καλό «πακέτο» είναι. Έξαρτάται ακόμα άπό τό άν είναι «χαρούμενοι», «σοβαροί», «έπιθετικοί», «αξιόπιστοι», «φιλόδοξοι», ποιό είναι τό οικογενειακό τους περιβάλλον, σέ τί λέσχες ανήκουν, κι άν γνωρίζουν τούς «κατάλληλους» άνθρώπους. Ό τύπος τής προσωπικότητας πού έχει ζήτηση έξαρτάται, σέ κάποιο βαθμό, από τόν ειδικό τομέα, δπου ένα άτομο θά εργαστεί. "Ενας χρηματιστής, ενας πωλητής, μιά γραμματέας, ένας διοικητικός υπάλληλος σιδηροδρόμων, ένας καθηγητής κολεγίου ή ένας διευθυντής ξενοδοχείου, πρέπει νά προσφέρει ό καθένας ένα διαφορετικό τύπο προσωπικότητας. Αυτός ό τύπος, παρόλες τίς διαφορές πού θά υπάρχουν, πρέπει νά έκπληρώνει μιά προϋπόθεση: νά έχει ζήτηση.
Αυτό πού καθορίζει τή στάση καθενός απέναντι στόν εαυτό του είναι τό γεγονός ότι ή ικανότητα καί τά προσόντα δέν είναι αρκετά γιά τήν άπόδοση σέ μιά δοσμένη δουλιά: πρέπει νά είναι ικανός νά «προβάλλει τήν προσωπικότητά του», σέ ανταγωνισμό μέ πολλούς άλλους γιά νά μπορέσει νά επιτύχει. ’Άν, γιά νά κερδίσει κανείς τή ζωή του, άρκούσε νά στηριχτεί σ’ ό,τι ξέρει καί σ’ ό,τι μπορεΐ νά κάνει, ή αύτοεκτίμησή του θά ήταν ανάλογη μέ τίς ίκανότητές του, δηλαδή μέ τήν άξία χρήσης του. ’Αλλά αφού ,ή επιτυχία έξαρτάται κύρια άπό τό πώς πουλάει κανείς τήν προσωπικότητά του, τότε κάθε άτομο βιώνει τόν εαυτό του σάν εμπόρευμα ή μάλλον ταυτόχρονα καί σάν πωλητή καί σάν εμπόρευμα πού πουλάει. Τό άτομο δέν άσχολείται μέ τή ζωή καί τήν ευτυχία αλλά μέ τό πώς θά γίνει πιό άξιο γιά πούλημα.
Ό σκοπός τού αγοραστικού χαρακτήρα είναι ή απόλυτη προσαρμογή, έτσι πού νά είναι επιθυμητός κάτω άπ’ όλες τίς συνθήκες στήν άγορά τής προσωπικότητας. Oι προσωπικότητες μέ αγοραστικό χαρακτήρα δέν έχουν ούτε εγώ (όπως είχαν οί άνθρωποι τό δέκατο ένατο αιώνα) πού νά τούς ανήκει, πού νά μήν αλλάζει, πού νά μπορούν νά κρατηθούν άπ’ αυτό, γιατί συνέχεια αλλάζουν τό εγώ τους σύμφωνα μέ τό αξίωμα: «είμαι όπως μέ επιθυμείς».
Τά άτομα πού ανήκουν στόν αγοραστικό χαρακτήρα δέν έχουν κανένα σκοπό, εκτός άπό τό νά κινούνται καί νά δουλεύουν μέ όσο μεγαλύτερη ικανότητα μπορούν. Άν τούς ρωτήσει κανείς γιατί πρέπει νά κινούνται τόσο γρήγορα, γιατί πρέπει νά δουλεύουν μέ τή μεγαλύτερη ίκανότητα, δεν έχουν νά δώσουν μιά γνήσια απάντηση: δίνουν όρθολογικοποιήσεις όπως «γιά νά δημιουργήσουμε περισσότερες δουλιές» ή «γιά νά μεγαλώσει περισσότερο ή εταιρία». Έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον, τουλάχιστο συνειδητά, γιά φιλοσοφικά ή θρησκευτικά προβλήματα, όπως γιατί ζεϊ κανείς καί γιατί τραβάει σ’ αυτή τήν κατεύθυνση κι όχι σε μιά άλλη. ’Έχουν τά μεγάλα τους εγώ πού συνέχεια άλλάζουν, άλλά κανένα άπ’ αυτά δεν έχει έναν εαυτό, ένα πυρήνα, μιά αίσθηση ταυτότητας. Ή «κρίση ταυτότητας» τής σύγχρονης κοινωνίας είναι οτήν πραγματικότητα ή κρίση πού προκαλεΐται από τό γεγονός ότι τά μέλη της έγιναν όργανα χωρίς εαυτούς. Ή ταυτότητά τους στηρίζεται στή συμμετοχή τους ατίς εταιρίες (ή σέ κάποια άλλη γιγάντια γραφειοκρατία). Όπου δέν υπάρχει αυθεντικός εαυτός,, δεν υπάρχει καί ταυτότητα.
Ό αγοραστικός χαρακτήρας ούτε αγαπάει ούτε μισεί. Αυτές οι «ξεπερασμένες συγκινήσεις» δέν ταιριάζουν σέ μιά χί'.ρακτηροόουή πού λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά σ’ εγκεφαλικό επίπεδο κι αποφεύγει τά αισθήματα, γιατί αυτά τά αισθήματα, καλά ή κακά, εμποδίζουν τόν κύριο σκοπό των αγοραστικών χαρακτήρων: τό πούλημα καί τήν ανταλλαγή -ή γιά νά τό πούμε καθαρά, τή λειτουργία σύμφωνα μέ τή λογική τής «μεγαμηχανής» όπου ανήκουν, χωρίς νά ρωτάνε τίποτα παρά μόνο πόσο καλά λειτουργεί. Κι αυτό φαίνεται από τήν πρόοδό τους μέσα στή γραφειοκρατία.
Στό μέτρο πού οι άγοραστικοί χαρακτήρες δέν είναι γερά δεμένοι μέ τόν εαυτό τους ή τούς άλλους, δέν ένδιαφέρονται γιά τίποτα — μέ τήν πιό βαθιά σημασία τής λέξης — όχι γιατί είναι τόσο εγωιστές άλλά γιατί οι σχέσεις τους μέ τούς άλλους καί τόν εαυτό τους είναι αδύνατες. Αυτό ιι.τοοεί νά εξηγήσει τό γεγονός γιατί δε νοιάζονται γιά τούς κινδύνους μιας πυρηνικής καί οικολογικής καταστροφής, άκόμα καί όταν ξέρουν όλα τά στοιχεία πού υπογραμμίζουν αυτούς τούς κινδύνους. Θά μπορούσε νά ύποθέσει κανείς ότι δέν ένδιαφέρονται γιά τόν κίνδυνο πού άπειλεΐ τήν προσωπική τους ζωή γιατί έχουν μεγάλο θάρρος κι ανιδιοτέλεια. ’Αλλά ή έλλειψη ενδιαφέροντος άκόμα καί γιά τά παιδιά τους καί τά έγγόνια τους αποκλείει μιά τέτοια εξήγηση. Ή έλλειψη ενδιαφέροντος σέ δλα αυτά τά επίπεδα είναι τό αποτέλεσμα τής εξαφάνισης όλων τών συναισθηματικών δεσμών άκόμα καί μέ τούς πιό «κοντινούς» σ’ αυτούς. Τό γεγονός είναι ότι κανένας δέν είναι κοντά σ’ αυτούς τούς χαρακτήρες. Ούτε οί ίδιοι είναι κοντά στόν εαυτό τους.
Ή ερώτηση πού μάς προβληματίζει, γιατί δηλαδή τά σύγχρονα ανθρώπινα πλάσματα θέλουν ν’ αγοράζουν καί νά καταναλώνουν κι όμως δένονται τόσο λίγο μ’ αύτά πού αγοράζουν, βρίσκει τήν πιό αξιόλογη απάντηση στό φαινόμενο τού αγοραστικού χαρακτήρα. Ή ανικανότητα αυτών τών χαρακτήρων γι’ αφοσίωση τούς κάνει αδιάφορους καί γιά τ’ αντικείμενα. Εκείνο πού έχει σημασία είναι ίσως τό κί?ρος καί ή άνεση πού δίνουν τά αντικείμενα, άλλά τά ί'δια τά αντικείμενα δέν έχουν καμιά υπόσταση. Εΐναι τόσο αναλώσιμα, όσο είναι καί τά φιλικά καί τ’ αγαπημένα πρόσωπα, πού είναι κι αύτά αναλώσιμα, άφοΰ δέν υπάρχει βαθύτερος δεσμός μέ κανένα άπό αύτά.
Ό στόχος τού αγοραστικού χαρακτήρα, «ή σωστή λειτουργία» κάτω άπό ορισμένες συνθήκες, κάνει τούς ανθρώπους ν’ άνταποκρίνονται στόν κόσμο γύρω τους κύρια εγκεφαλικά. Ή λογική μέ τήν έννοια τής κατανόησης είναι μιά αποκλειστική ιδιότητα τού Homo Sapiens: ή χειραγωγημένη εξυπνάδα σάν εργαλείο γιά τήν επίτευξη πρακτικών σκοπών είναι κοινή στά ζώα καί τούς ανθρώπους. Ή χειραγωγημένη εξυπνάδα χωρίς λογική είναι επικίνδυνη, γιατί κάνει τούς άνθρώπούς να κινούνται σέ κατευθύνσεις πού μπορεί νά είναι αύτοκαταστροφικές άπό τήν άποψη τής λογικής. Στήν πραγματικότητα, όσο πιό λαμπρή είναι ή ανεξέλεγκτη χειραγωγημένη εξυπνάδα, τόσο πιό έπικίνδυνη είναι.
Ό Charles Darwin είναι ό διάσημος επιστήμονας πού έδειξε τίς συνέπειες καί τήν ανθρώπινη τραγωδία άπό τήν καθαρά επιστημονική αλλοτριωμένη διανόηση. Γράφει στήν αυτοβιογραφία του ότι μέχρι τά τριάντα του χρόνια απολάμβανε έντονα τή μουσική, τήν ποίηση καί τή ζωγραφική, άλλά ότι γιά πολλά χρόνια μετά έχασε κάθε ένδιαφέρον γι’ αύτά τά θέματα: «Τό μυαλό μου μοιάζει νά έγινε είνα είδος μηχανής γιά νά βγάζει γενικούς νόμους μεσά από μεγάλες συλλογές στοιχείων... Ή απώλεια αυτών τών ενδιαφερόντων είναι ή απώλεια μιας ευτυχίας καί μπορεί ίσως νά είναι βλαβερή γιά τό πνεύμα καί, πιό πιθανά, γιά τόν ηθικό χαρακτήρα, γιατί αδυνατίζει τό συναισθηματικό μέρος τής φύσης μας» (άναφέρεται από τόν Ε. F. Schumacher).
Αυτή ή λειτουργία πού περιγράφει εδώ ο Darwin συνεχίστηκε άπό τόν καιρό του μέχρι σήμερα μέ γρήγορο ρυθμό: ό διαχωρισμός τής λογικής άπό τήν καρδιά είναι σχεδόν απόλυτος. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι αύτή ή κατάπτωση τής λογικής δέ συνέβηκε στήν πλειοψηφία τών μεγάλων ερευνητών στίς πιό ακριβείς καί επαναστατικές έπιστήμες όπως ή θεωρητική φυσική. Αυτοί οί άνθρωποι ήταν βαθιά άπορροφημένοι σέ φιλοσοφικά καί πνευματικά προβλήματα. Άναφέρομαι σέ άτομα όπως οί A. Einstein, Ν. Bohr, L. Szillard, W. Heisenberg, E. Schro dinger.
Ή κυριαρχία τής εγκεφαλικής κατευθυνόμενης σκέψης συμβαδίζει μέ τήν ατροφία τής συναισθηματικής ζωής. Στό βαθμό πού δεν καλλιεργείται ή δέ χρειάζεται, αλλά είναι μάλλον εμπόδιο στό ανώτατο όριο απόδοσης πού τό άτομο βάζει σάν στόχο, ή συναισθηματική ζωή παραμένει ατροφική καί ποτέ δέν ωριμάζει πέρα άπό τό επίπεδο ενός παιδιού. Σάν αποτέλεσμα, οί αγοραστικοί χαρακτήρες είναι ιδιαίτερα αφελείς σ’ ό,τι άφορά τά συναισθηματικά προβλήματα. Μπορεί νά έλκύονται άπό «συναισθηματικούς ανθρώπους», αλλά επειδή είναι άφελείς συχνά δέ μπορούν νά κρίνουν άν αυτοί οί άνθρωποι είναι πραγματικά καλοί ή άπατεώνες. Έτσι εξηγείται τό γεγονός γιατί τόσοι πολλοί άπατεώνες έχουν μεγάλες επιτυχίες στούς πνευματικούς καί θρησκευτικούς τομείς. Εξηγείται άκόμα γιατί οί πολιτικοί πού εκφράζουν έντονα συναισθήματα έλκύουν τόσο πολύ τόν άγοραστικό χαρακτήρα καί γιατί ό άγοραστικός χαρακτήρας δέ μπορεί νά διακρίνει ανάμεσα σ’ ένα άτομο μέ γνήσια θρησκευτική πίστη καί σ’ ένα προϊόν δημοσίων σχέσεων πού υποκρίνεται ότι έχει έντονα θρησκευτικά συναισθήματα.
Ό όρος «αγοραστικός χαρακτήρας» δέν είναι ό μοναδικός πού υπάρχει γιά νά περιγράφουμε αυτό τό συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου. Μπορούμε νά μεταχειριστούμε ένα μαρξιστικό όρο, τόν άλλοτρι,ωμένο χαρακτήρα.•, τά άτομα μ’ αυτό τό χαρακτήρα έχουν αποξενωθεί από τή δουλιά τους, από τόν εαυτό τους, από τούς άλλους ανθρώπους καί από τή φύση. Στην ψυχιατρική τό αγοραστικό άτομο θά μπορούσε ν’ άποκληθεϊ σχιζοειδής χαρακτήρας, άλλά ό όρος είναι λίγο παραπλανητικός, γιατί ένας σχιζοειδής άνθρωπος πού ζεΐ με άλλους σχιζοειδείς ανθρώπους, έχει καλή απόδοση στή δουλιά του καί είναι επιτυχημένος, δέν έχει καθόλου τό αίσθημα τής ανησυχίας πού ό σχιζοειδής χαρακτήρας εμφανίζει σ’ ένα πιό «όμαλό» περιβάλλον.
Όταν έκανα τίς τελικές διορθώσεις των χειρογράφων αυτού τού βιβλίου, είχα, τήν ευκαιρία νά διαβάσω τήν εργασία τού Μ. Maccoby The Gamesmen: The New Corporate Leaders, σέ χειρόγραφο. Σ’ αυτή τή διεισδυτική μελέτη ό Maccoby αναλύει τή δομή τού χαρακτήρα διακοσίων πενήντα άνωτέρων υπαλλήλων, διευθυντών καί μηχανικών σέ δυό από τίς μεγαλύτερες καί πιό καλά όργανωμένες εταιρίες τών ΗΠΑ. Πολλά από τά συμπεράσματά του έπιβεβαιώνουν τά χαρακτηριστικά πού έδωσα στό κυβερνητικό άτομο, ιδιαίτερα τήν κυριαρχία τού εγκεφαλικού πεδίου παράλληλα μέ τήν υπανάπτυξη τής συναισθηματικής σφαίρας. ’Άν σκεφτει κανείς ότι οί ανώτεροι υπάλληλοι καί διευθυντές πού περιέγραψε ό Maccoby είναι ή θά είναι ανάμεσα στούς ηγέτες τής αμερικανικής κοινωνίας, ή κοινωνική σημασία τών συμπερασμάτων τού συγγραφέα είναι ουσιαστική.
Τά στοιχεία πού ακολουθούν καί τά έχει μαζέψει ό Maccoby από τίς τρεις μέχρι είκοσι προσωπικές συνεντεύξεις μέ κάθε μέλος τής ομάδας πού μελέτησε, μάς δίνουν μιά καθαρή εικόνα αυτού τού χαρακτηρολογικοϋ τύπου*:
Βαθύ επιστημονικό ενδιαφέρον γιά κατανόηση, δυναμική αίσθηση τής δουλιάς, ζωντάνια 0%
Συγκεντρωμένος, ζωντανός, επιδέξιος, αλλά χωρίς βαθύτερο επιστημονικό ενδιαφέρον γιά τή φύση των πραγμάτων 22%
Ή ί'δια ή εργασία δημιουργεί ενδιαφέρον πού όμως δέν αύτοδιατηρεΐται 58%
Μέτρια παραγωγικός, όχι συγκεντρωμένος. Τό ενδιαφέρον γιά τή δουλιά είναι βασικά τεχνητό γιά νά εξασφαλιστεί ή σιγουριά, τό εισόδημα 18%
Παθητικός, μη παραγωγικός, συγχυσμένη
προσωπικότητα 2%
’Απόρριψη της δουλιάς, απόρριψη τοϋ πραγματικού κόσμου 0%
100%
Δυό στοιχεία είναι εντυπωσιακά: 1) Τό βαθύ ενδιαφέρον γιά κατανόηση («λογική») απουσιάζει καί 2) γιά τή μεγάλη πλειοψηφία είτε τό ερέθισμα τής δουλιάς δέν αύτοδιατηρεΐται, είτε ή δουλιά είναι βασικά ενα μέσο εξασφάλισης τής οικονομικής σιγουριάς.
Σε άπόλυτη αντίθεση βρίσκεται ή εικόνα πού ό Maccoby άποκαλεί «κλίμακα αγάπης»:
Γεμάτος αγάπη, θετικός, δημιουργικά παρακινητικός 0%
Υπεύθυνος, ζεστός, στοργικός, αλλά όχι βαθιά γεμάτος αγάπη 5%
Μέτριο ενδιαφέρον γιά ένα άλλο άτομο, μέ περισσότερες πιθανότητες αγάπης 40%
Συμβατικό ενδιαφέρον, άξιοπρεπής, παίζει καλά τό
ρόλο του 41%
Παθητικός, χωρίς αγάπη, αδιάφορος 13%
’Απόρριψη τής ζωής, σκληρός άνθρωπος 1 %
100%
Κανένας σ’ αύτή τή μελέτη δέ θά μπορούσε νά χαρακτηριστεί σάν άνθρωπος μέ βαθιά συναισθήματα αγάπης, άν καί 5% δείχνουν δτι είναι «ζεστοί καί στοργικοί». "Ολοι οί υπόλοιποι άναφέρονται στόν κατάλογο σάν άνθρωποι μέ μέτριο ή συμβατικό ενδιαφέρον ή χωρίς αγάπη ή μέ μιά συνολική απόρριψη τής ζωής πραγματικά εντυπωσιακή εικόνα συναισθηματικής υπανάπτυξης σέ αντίθεση μέ τήν προβολή τής έγκεφαλικότητας.
Ή «κυβερνητική θρησκεία» τού αγοραστικού χαρακτήρα άνταποκρίνεται σ’ αύτή τή συνολική χαρακτηροδομή. Κρυμμένη πίσω από τήν πρόσοψη τού αγνωστικισμού ή τού Χριστιανισμού, βρίσκεται μιά τέλεια είδωλολατρική θρησκεία, άν καί οί άνθρωποι σπάνια συνειδητοποιούν αυτό τό γεγονός. Αύτή ή είδωλολατρική θρησκεία είναι δύσκολο νά περιγράφει, γιατί βγαίνει μέσα άπό αύτά πού οί άνθρωποι κάνουν (ή δέν κάνουν) καί όχι άπό τίς συνειδητές τους σκέψεις γιά τή θρησκεία ή τά δόγματα μιάς θρησκευτικής οργάνωσης. Τό πιό εντυπωσιακό απ’ όλα, στήν πρώτη ματιά, είναι ότι ό άνθρωπος έκανε τόν έαυτό του θεό γιατί άπέκτησε τήν τεχνική ικανότητα γιά μιά «δεύτερη δημιουργία» τού κόσμου, άντικαθιστώντας τήν πρώτη δημιουργία τού Θεού τής παραδοσιακής θρησκείας. Μπορούμε νά τό διατυπώσουμε έτσι: κάναμε τή μηχανή θεό καί γίναμε όμοιοι μέ τό θεό υπηρετώντας τή μηχανή. Δέν έχει σημασία τελικά πώς θά τό διατυπώσουμε. Εκείνο πού έχει σημασία είναι ότι οί άνθρωποι, στήν κατάσταση τής μεγαλύτερης πραγματικά ανικανότητάς τους, φαντάζονται παντοδύναμο τόν έαυτό τους σέ σχέση μέ τήν επιστήμη καί τήν τεχνική.
Αλλά, όσο περισσότερο παγιδευόμαστε μέσα στήν άπομόνωσή μας καί στήν ελλειψη συναισθηματικής ανταπόκρισης μέ τούς άλλους ανθρώπους, τόσο πιό επικίνδυνη γίνεται ή νέα θρησκεία. Παύουμε νά είμαστε οί αφέντες τής τεχνικής καί γινόμαστε οί σκλάβοι της -καί ή τεχνική, πού ήταν κάποτε ένα ζωτικό στοιχείο τής δημιουργίας, δείχνει τό άλλο της πρόσωπο σάν θεά τής καταστροφής (όπως ή ινδική θεότητα Κάλι), όπου άντρες καί γυναίκες είναι πρόθυμοι νά θυσιάσουν τόν έαυτό τους καί τά παιδιά τους. ’Άν καί συνειδητά ή ανθρωπότητα τής κυβερνητικής γαντζώνεται ακόμα στην ελπίδα γιά ενα καλύτερο μέλλον, κρύβει ταυτόχρονα τό γεγονός ότι οί άνθρωποι εγιναν λάτρες τής θεάς τής καταστροφής.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι γιά ν’ αποδειχτεί αυτή ή θέση αλλά οί πιό εντυπωσιακοί είναι δύο: ότι οί μεγάλες (καί μερικές μικρές) δυνάμεις συνεχίζουν νά κατασκευάζουν πυρηνικά όπλα ολοένα καί πιό καταστροφικά καί δεν καταλήγουν στή μοναδική λογική λύση -τήν καταστροφή όλων τών πυρηνικών όπλων καί τών εργοστασίων ατομικής ενέργειας πού παρέχουν τά υλικά γιά τ’ ατομικά όπλα. ’Ακόμα, τίποτα άπολύτως δέ γίνεται γιά νά μπει ενα τέλος στόν κίνδυνο τής οικολογικής καταστροφής. Μέ λίγα λόγια, τίποτα σοβαρό δέ γίνεται γιά τήν επιβίωση τής ανθρώπινης φυλής.
Πηγή: ERICH FROMM, ''ΝΑ ΕΧΕΙΣ Ή ΝΑ ΕΙΣΑΙ;'' Μετάφραση ΕΛΕΝΗ ΤΖΕΛΕΠΟΓΛΟΥ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗ - ΑΘΗΝΑ 1978
gerasimos-politis.blogspot.com
είναι ή αλλαγή τού κοινωνικού χαρακτήρα πού έγινε από μιά παλιότερη εποχή τού καπιταλισμού ως τό δεύτερο μισό τού εικοστού αιώνα. Ό αύταρχικός-μονομανής-άποθησαυριστικός χαρακτήρας,πού είχε αρχίσει ν’ αναπτύσσεται τό δέκατο έκτο αιώνα καί πού συνέχισε ν’ άποτελεϊ τήν κυρίαρχη χαρακτηροδομή τουλάχιστο των μεσαίων τάξεων μέχρι τό τέλος τού δέκατου ένατου αιώνα, συνδυάστηκε σιγά σιγά ή άντικαταστάθηκε μέ τόν αγοραστικό χαρακτήρα. (Περιέγραψα τούς συνδυασμούς των διάφορων τάσεων τού χαρακτήρα στό βιβλίο μου Ό ’Άνθρωπος γιά τόν Εαυτό του).
Όνόμασα αυτό τό φαινόμενο αγοραστικό χαρακτήρα γιατί βασίζεται στό ότι ό άνθρωπος βιώνει τόν εαυτό του σάν ένα εμπόρευμα καί τήν άξία του όχι σάν «αξία χρήσης» αλλά σάν «άξία ανταλλαγής». Ό άνθρωπος γίνεται ένα εμπόρευμα στήν «αγορά προσωπικότητας». Ή αρχή τής αξιολόγησης είναι ή ϊδια τόσο στήν αγορά προσωπικότητας όσο καί στήν αγορά εμπορευμάτων: στή μιά προσφέρονται γιά πούλημα προσωπικότητες, στήν άλλη εμπορεύματα. Καί στίς δυό περιπτώσεις, εκείνο πού μετράει σάν άξία είναι ή άξία ανταλλαγής τους, γι’ αυτό τό λόγο ή «άξία χρήσης» είναι μιά αναγκαία αλλά όχι αρκετή προϋπόθεση.
"Αν καί ή άναλογία τής ικανότητας καί τών ανθρώπινων προτερημάτων άπό τή μιά μεριά, καί τής προσωπικότητας από τήν άλλη διαφέρει σάν προϋπόθεση γιά τήν επιτυχία, ό «παράγοντας προσωπικότητα» παίζει πάντα αποφασιστικό ρόλο. Ή ευτυχία έξαρτάται σέ μεγάλο βαθμό άπό τό πόσο καλά τά άτομα πουλάνε τόν εαυτό τους στήν άγορά, πόσο καλά προβάλλουν τήν προσωπικότητά τους, πόσο καλό «πακέτο» είναι. Έξαρτάται ακόμα άπό τό άν είναι «χαρούμενοι», «σοβαροί», «έπιθετικοί», «αξιόπιστοι», «φιλόδοξοι», ποιό είναι τό οικογενειακό τους περιβάλλον, σέ τί λέσχες ανήκουν, κι άν γνωρίζουν τούς «κατάλληλους» άνθρώπους. Ό τύπος τής προσωπικότητας πού έχει ζήτηση έξαρτάται, σέ κάποιο βαθμό, από τόν ειδικό τομέα, δπου ένα άτομο θά εργαστεί. "Ενας χρηματιστής, ενας πωλητής, μιά γραμματέας, ένας διοικητικός υπάλληλος σιδηροδρόμων, ένας καθηγητής κολεγίου ή ένας διευθυντής ξενοδοχείου, πρέπει νά προσφέρει ό καθένας ένα διαφορετικό τύπο προσωπικότητας. Αυτός ό τύπος, παρόλες τίς διαφορές πού θά υπάρχουν, πρέπει νά έκπληρώνει μιά προϋπόθεση: νά έχει ζήτηση.
Αυτό πού καθορίζει τή στάση καθενός απέναντι στόν εαυτό του είναι τό γεγονός ότι ή ικανότητα καί τά προσόντα δέν είναι αρκετά γιά τήν άπόδοση σέ μιά δοσμένη δουλιά: πρέπει νά είναι ικανός νά «προβάλλει τήν προσωπικότητά του», σέ ανταγωνισμό μέ πολλούς άλλους γιά νά μπορέσει νά επιτύχει. ’Άν, γιά νά κερδίσει κανείς τή ζωή του, άρκούσε νά στηριχτεί σ’ ό,τι ξέρει καί σ’ ό,τι μπορεΐ νά κάνει, ή αύτοεκτίμησή του θά ήταν ανάλογη μέ τίς ίκανότητές του, δηλαδή μέ τήν άξία χρήσης του. ’Αλλά αφού ,ή επιτυχία έξαρτάται κύρια άπό τό πώς πουλάει κανείς τήν προσωπικότητά του, τότε κάθε άτομο βιώνει τόν εαυτό του σάν εμπόρευμα ή μάλλον ταυτόχρονα καί σάν πωλητή καί σάν εμπόρευμα πού πουλάει. Τό άτομο δέν άσχολείται μέ τή ζωή καί τήν ευτυχία αλλά μέ τό πώς θά γίνει πιό άξιο γιά πούλημα.
Ό σκοπός τού αγοραστικού χαρακτήρα είναι ή απόλυτη προσαρμογή, έτσι πού νά είναι επιθυμητός κάτω άπ’ όλες τίς συνθήκες στήν άγορά τής προσωπικότητας. Oι προσωπικότητες μέ αγοραστικό χαρακτήρα δέν έχουν ούτε εγώ (όπως είχαν οί άνθρωποι τό δέκατο ένατο αιώνα) πού νά τούς ανήκει, πού νά μήν αλλάζει, πού νά μπορούν νά κρατηθούν άπ’ αυτό, γιατί συνέχεια αλλάζουν τό εγώ τους σύμφωνα μέ τό αξίωμα: «είμαι όπως μέ επιθυμείς».
Τά άτομα πού ανήκουν στόν αγοραστικό χαρακτήρα δέν έχουν κανένα σκοπό, εκτός άπό τό νά κινούνται καί νά δουλεύουν μέ όσο μεγαλύτερη ικανότητα μπορούν. Άν τούς ρωτήσει κανείς γιατί πρέπει νά κινούνται τόσο γρήγορα, γιατί πρέπει νά δουλεύουν μέ τή μεγαλύτερη ίκανότητα, δεν έχουν νά δώσουν μιά γνήσια απάντηση: δίνουν όρθολογικοποιήσεις όπως «γιά νά δημιουργήσουμε περισσότερες δουλιές» ή «γιά νά μεγαλώσει περισσότερο ή εταιρία». Έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον, τουλάχιστο συνειδητά, γιά φιλοσοφικά ή θρησκευτικά προβλήματα, όπως γιατί ζεϊ κανείς καί γιατί τραβάει σ’ αυτή τήν κατεύθυνση κι όχι σε μιά άλλη. ’Έχουν τά μεγάλα τους εγώ πού συνέχεια άλλάζουν, άλλά κανένα άπ’ αυτά δεν έχει έναν εαυτό, ένα πυρήνα, μιά αίσθηση ταυτότητας. Ή «κρίση ταυτότητας» τής σύγχρονης κοινωνίας είναι οτήν πραγματικότητα ή κρίση πού προκαλεΐται από τό γεγονός ότι τά μέλη της έγιναν όργανα χωρίς εαυτούς. Ή ταυτότητά τους στηρίζεται στή συμμετοχή τους ατίς εταιρίες (ή σέ κάποια άλλη γιγάντια γραφειοκρατία). Όπου δέν υπάρχει αυθεντικός εαυτός,, δεν υπάρχει καί ταυτότητα.
Ό αγοραστικός χαρακτήρας ούτε αγαπάει ούτε μισεί. Αυτές οι «ξεπερασμένες συγκινήσεις» δέν ταιριάζουν σέ μιά χί'.ρακτηροόουή πού λειτουργεί σχεδόν αποκλειστικά σ’ εγκεφαλικό επίπεδο κι αποφεύγει τά αισθήματα, γιατί αυτά τά αισθήματα, καλά ή κακά, εμποδίζουν τόν κύριο σκοπό των αγοραστικών χαρακτήρων: τό πούλημα καί τήν ανταλλαγή -ή γιά νά τό πούμε καθαρά, τή λειτουργία σύμφωνα μέ τή λογική τής «μεγαμηχανής» όπου ανήκουν, χωρίς νά ρωτάνε τίποτα παρά μόνο πόσο καλά λειτουργεί. Κι αυτό φαίνεται από τήν πρόοδό τους μέσα στή γραφειοκρατία.
Στό μέτρο πού οι άγοραστικοί χαρακτήρες δέν είναι γερά δεμένοι μέ τόν εαυτό τους ή τούς άλλους, δέν ένδιαφέρονται γιά τίποτα — μέ τήν πιό βαθιά σημασία τής λέξης — όχι γιατί είναι τόσο εγωιστές άλλά γιατί οι σχέσεις τους μέ τούς άλλους καί τόν εαυτό τους είναι αδύνατες. Αυτό ιι.τοοεί νά εξηγήσει τό γεγονός γιατί δε νοιάζονται γιά τούς κινδύνους μιας πυρηνικής καί οικολογικής καταστροφής, άκόμα καί όταν ξέρουν όλα τά στοιχεία πού υπογραμμίζουν αυτούς τούς κινδύνους. Θά μπορούσε νά ύποθέσει κανείς ότι δέν ένδιαφέρονται γιά τόν κίνδυνο πού άπειλεΐ τήν προσωπική τους ζωή γιατί έχουν μεγάλο θάρρος κι ανιδιοτέλεια. ’Αλλά ή έλλειψη ενδιαφέροντος άκόμα καί γιά τά παιδιά τους καί τά έγγόνια τους αποκλείει μιά τέτοια εξήγηση. Ή έλλειψη ενδιαφέροντος σέ δλα αυτά τά επίπεδα είναι τό αποτέλεσμα τής εξαφάνισης όλων τών συναισθηματικών δεσμών άκόμα καί μέ τούς πιό «κοντινούς» σ’ αυτούς. Τό γεγονός είναι ότι κανένας δέν είναι κοντά σ’ αυτούς τούς χαρακτήρες. Ούτε οί ίδιοι είναι κοντά στόν εαυτό τους.
Ή ερώτηση πού μάς προβληματίζει, γιατί δηλαδή τά σύγχρονα ανθρώπινα πλάσματα θέλουν ν’ αγοράζουν καί νά καταναλώνουν κι όμως δένονται τόσο λίγο μ’ αύτά πού αγοράζουν, βρίσκει τήν πιό αξιόλογη απάντηση στό φαινόμενο τού αγοραστικού χαρακτήρα. Ή ανικανότητα αυτών τών χαρακτήρων γι’ αφοσίωση τούς κάνει αδιάφορους καί γιά τ’ αντικείμενα. Εκείνο πού έχει σημασία είναι ίσως τό κί?ρος καί ή άνεση πού δίνουν τά αντικείμενα, άλλά τά ί'δια τά αντικείμενα δέν έχουν καμιά υπόσταση. Εΐναι τόσο αναλώσιμα, όσο είναι καί τά φιλικά καί τ’ αγαπημένα πρόσωπα, πού είναι κι αύτά αναλώσιμα, άφοΰ δέν υπάρχει βαθύτερος δεσμός μέ κανένα άπό αύτά.
Ό στόχος τού αγοραστικού χαρακτήρα, «ή σωστή λειτουργία» κάτω άπό ορισμένες συνθήκες, κάνει τούς ανθρώπους ν’ άνταποκρίνονται στόν κόσμο γύρω τους κύρια εγκεφαλικά. Ή λογική μέ τήν έννοια τής κατανόησης είναι μιά αποκλειστική ιδιότητα τού Homo Sapiens: ή χειραγωγημένη εξυπνάδα σάν εργαλείο γιά τήν επίτευξη πρακτικών σκοπών είναι κοινή στά ζώα καί τούς ανθρώπους. Ή χειραγωγημένη εξυπνάδα χωρίς λογική είναι επικίνδυνη, γιατί κάνει τούς άνθρώπούς να κινούνται σέ κατευθύνσεις πού μπορεί νά είναι αύτοκαταστροφικές άπό τήν άποψη τής λογικής. Στήν πραγματικότητα, όσο πιό λαμπρή είναι ή ανεξέλεγκτη χειραγωγημένη εξυπνάδα, τόσο πιό έπικίνδυνη είναι.
Ό Charles Darwin είναι ό διάσημος επιστήμονας πού έδειξε τίς συνέπειες καί τήν ανθρώπινη τραγωδία άπό τήν καθαρά επιστημονική αλλοτριωμένη διανόηση. Γράφει στήν αυτοβιογραφία του ότι μέχρι τά τριάντα του χρόνια απολάμβανε έντονα τή μουσική, τήν ποίηση καί τή ζωγραφική, άλλά ότι γιά πολλά χρόνια μετά έχασε κάθε ένδιαφέρον γι’ αύτά τά θέματα: «Τό μυαλό μου μοιάζει νά έγινε είνα είδος μηχανής γιά νά βγάζει γενικούς νόμους μεσά από μεγάλες συλλογές στοιχείων... Ή απώλεια αυτών τών ενδιαφερόντων είναι ή απώλεια μιας ευτυχίας καί μπορεί ίσως νά είναι βλαβερή γιά τό πνεύμα καί, πιό πιθανά, γιά τόν ηθικό χαρακτήρα, γιατί αδυνατίζει τό συναισθηματικό μέρος τής φύσης μας» (άναφέρεται από τόν Ε. F. Schumacher).
Αυτή ή λειτουργία πού περιγράφει εδώ ο Darwin συνεχίστηκε άπό τόν καιρό του μέχρι σήμερα μέ γρήγορο ρυθμό: ό διαχωρισμός τής λογικής άπό τήν καρδιά είναι σχεδόν απόλυτος. Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον ότι αύτή ή κατάπτωση τής λογικής δέ συνέβηκε στήν πλειοψηφία τών μεγάλων ερευνητών στίς πιό ακριβείς καί επαναστατικές έπιστήμες όπως ή θεωρητική φυσική. Αυτοί οί άνθρωποι ήταν βαθιά άπορροφημένοι σέ φιλοσοφικά καί πνευματικά προβλήματα. Άναφέρομαι σέ άτομα όπως οί A. Einstein, Ν. Bohr, L. Szillard, W. Heisenberg, E. Schro dinger.
Ή κυριαρχία τής εγκεφαλικής κατευθυνόμενης σκέψης συμβαδίζει μέ τήν ατροφία τής συναισθηματικής ζωής. Στό βαθμό πού δεν καλλιεργείται ή δέ χρειάζεται, αλλά είναι μάλλον εμπόδιο στό ανώτατο όριο απόδοσης πού τό άτομο βάζει σάν στόχο, ή συναισθηματική ζωή παραμένει ατροφική καί ποτέ δέν ωριμάζει πέρα άπό τό επίπεδο ενός παιδιού. Σάν αποτέλεσμα, οί αγοραστικοί χαρακτήρες είναι ιδιαίτερα αφελείς σ’ ό,τι άφορά τά συναισθηματικά προβλήματα. Μπορεί νά έλκύονται άπό «συναισθηματικούς ανθρώπους», αλλά επειδή είναι άφελείς συχνά δέ μπορούν νά κρίνουν άν αυτοί οί άνθρωποι είναι πραγματικά καλοί ή άπατεώνες. Έτσι εξηγείται τό γεγονός γιατί τόσοι πολλοί άπατεώνες έχουν μεγάλες επιτυχίες στούς πνευματικούς καί θρησκευτικούς τομείς. Εξηγείται άκόμα γιατί οί πολιτικοί πού εκφράζουν έντονα συναισθήματα έλκύουν τόσο πολύ τόν άγοραστικό χαρακτήρα καί γιατί ό άγοραστικός χαρακτήρας δέ μπορεί νά διακρίνει ανάμεσα σ’ ένα άτομο μέ γνήσια θρησκευτική πίστη καί σ’ ένα προϊόν δημοσίων σχέσεων πού υποκρίνεται ότι έχει έντονα θρησκευτικά συναισθήματα.
Ό όρος «αγοραστικός χαρακτήρας» δέν είναι ό μοναδικός πού υπάρχει γιά νά περιγράφουμε αυτό τό συγκεκριμένο τύπο ανθρώπου. Μπορούμε νά μεταχειριστούμε ένα μαρξιστικό όρο, τόν άλλοτρι,ωμένο χαρακτήρα.•, τά άτομα μ’ αυτό τό χαρακτήρα έχουν αποξενωθεί από τή δουλιά τους, από τόν εαυτό τους, από τούς άλλους ανθρώπους καί από τή φύση. Στην ψυχιατρική τό αγοραστικό άτομο θά μπορούσε ν’ άποκληθεϊ σχιζοειδής χαρακτήρας, άλλά ό όρος είναι λίγο παραπλανητικός, γιατί ένας σχιζοειδής άνθρωπος πού ζεΐ με άλλους σχιζοειδείς ανθρώπους, έχει καλή απόδοση στή δουλιά του καί είναι επιτυχημένος, δέν έχει καθόλου τό αίσθημα τής ανησυχίας πού ό σχιζοειδής χαρακτήρας εμφανίζει σ’ ένα πιό «όμαλό» περιβάλλον.
Όταν έκανα τίς τελικές διορθώσεις των χειρογράφων αυτού τού βιβλίου, είχα, τήν ευκαιρία νά διαβάσω τήν εργασία τού Μ. Maccoby The Gamesmen: The New Corporate Leaders, σέ χειρόγραφο. Σ’ αυτή τή διεισδυτική μελέτη ό Maccoby αναλύει τή δομή τού χαρακτήρα διακοσίων πενήντα άνωτέρων υπαλλήλων, διευθυντών καί μηχανικών σέ δυό από τίς μεγαλύτερες καί πιό καλά όργανωμένες εταιρίες τών ΗΠΑ. Πολλά από τά συμπεράσματά του έπιβεβαιώνουν τά χαρακτηριστικά πού έδωσα στό κυβερνητικό άτομο, ιδιαίτερα τήν κυριαρχία τού εγκεφαλικού πεδίου παράλληλα μέ τήν υπανάπτυξη τής συναισθηματικής σφαίρας. ’Άν σκεφτει κανείς ότι οί ανώτεροι υπάλληλοι καί διευθυντές πού περιέγραψε ό Maccoby είναι ή θά είναι ανάμεσα στούς ηγέτες τής αμερικανικής κοινωνίας, ή κοινωνική σημασία τών συμπερασμάτων τού συγγραφέα είναι ουσιαστική.
Τά στοιχεία πού ακολουθούν καί τά έχει μαζέψει ό Maccoby από τίς τρεις μέχρι είκοσι προσωπικές συνεντεύξεις μέ κάθε μέλος τής ομάδας πού μελέτησε, μάς δίνουν μιά καθαρή εικόνα αυτού τού χαρακτηρολογικοϋ τύπου*:
Βαθύ επιστημονικό ενδιαφέρον γιά κατανόηση, δυναμική αίσθηση τής δουλιάς, ζωντάνια 0%
Συγκεντρωμένος, ζωντανός, επιδέξιος, αλλά χωρίς βαθύτερο επιστημονικό ενδιαφέρον γιά τή φύση των πραγμάτων 22%
Ή ί'δια ή εργασία δημιουργεί ενδιαφέρον πού όμως δέν αύτοδιατηρεΐται 58%
Μέτρια παραγωγικός, όχι συγκεντρωμένος. Τό ενδιαφέρον γιά τή δουλιά είναι βασικά τεχνητό γιά νά εξασφαλιστεί ή σιγουριά, τό εισόδημα 18%
Παθητικός, μη παραγωγικός, συγχυσμένη
προσωπικότητα 2%
’Απόρριψη της δουλιάς, απόρριψη τοϋ πραγματικού κόσμου 0%
100%
Δυό στοιχεία είναι εντυπωσιακά: 1) Τό βαθύ ενδιαφέρον γιά κατανόηση («λογική») απουσιάζει καί 2) γιά τή μεγάλη πλειοψηφία είτε τό ερέθισμα τής δουλιάς δέν αύτοδιατηρεΐται, είτε ή δουλιά είναι βασικά ενα μέσο εξασφάλισης τής οικονομικής σιγουριάς.
Σε άπόλυτη αντίθεση βρίσκεται ή εικόνα πού ό Maccoby άποκαλεί «κλίμακα αγάπης»:
Γεμάτος αγάπη, θετικός, δημιουργικά παρακινητικός 0%
Υπεύθυνος, ζεστός, στοργικός, αλλά όχι βαθιά γεμάτος αγάπη 5%
Μέτριο ενδιαφέρον γιά ένα άλλο άτομο, μέ περισσότερες πιθανότητες αγάπης 40%
Συμβατικό ενδιαφέρον, άξιοπρεπής, παίζει καλά τό
ρόλο του 41%
Παθητικός, χωρίς αγάπη, αδιάφορος 13%
’Απόρριψη τής ζωής, σκληρός άνθρωπος 1 %
100%
Κανένας σ’ αύτή τή μελέτη δέ θά μπορούσε νά χαρακτηριστεί σάν άνθρωπος μέ βαθιά συναισθήματα αγάπης, άν καί 5% δείχνουν δτι είναι «ζεστοί καί στοργικοί». "Ολοι οί υπόλοιποι άναφέρονται στόν κατάλογο σάν άνθρωποι μέ μέτριο ή συμβατικό ενδιαφέρον ή χωρίς αγάπη ή μέ μιά συνολική απόρριψη τής ζωής πραγματικά εντυπωσιακή εικόνα συναισθηματικής υπανάπτυξης σέ αντίθεση μέ τήν προβολή τής έγκεφαλικότητας.
Ή «κυβερνητική θρησκεία» τού αγοραστικού χαρακτήρα άνταποκρίνεται σ’ αύτή τή συνολική χαρακτηροδομή. Κρυμμένη πίσω από τήν πρόσοψη τού αγνωστικισμού ή τού Χριστιανισμού, βρίσκεται μιά τέλεια είδωλολατρική θρησκεία, άν καί οί άνθρωποι σπάνια συνειδητοποιούν αυτό τό γεγονός. Αύτή ή είδωλολατρική θρησκεία είναι δύσκολο νά περιγράφει, γιατί βγαίνει μέσα άπό αύτά πού οί άνθρωποι κάνουν (ή δέν κάνουν) καί όχι άπό τίς συνειδητές τους σκέψεις γιά τή θρησκεία ή τά δόγματα μιάς θρησκευτικής οργάνωσης. Τό πιό εντυπωσιακό απ’ όλα, στήν πρώτη ματιά, είναι ότι ό άνθρωπος έκανε τόν έαυτό του θεό γιατί άπέκτησε τήν τεχνική ικανότητα γιά μιά «δεύτερη δημιουργία» τού κόσμου, άντικαθιστώντας τήν πρώτη δημιουργία τού Θεού τής παραδοσιακής θρησκείας. Μπορούμε νά τό διατυπώσουμε έτσι: κάναμε τή μηχανή θεό καί γίναμε όμοιοι μέ τό θεό υπηρετώντας τή μηχανή. Δέν έχει σημασία τελικά πώς θά τό διατυπώσουμε. Εκείνο πού έχει σημασία είναι ότι οί άνθρωποι, στήν κατάσταση τής μεγαλύτερης πραγματικά ανικανότητάς τους, φαντάζονται παντοδύναμο τόν έαυτό τους σέ σχέση μέ τήν επιστήμη καί τήν τεχνική.
Αλλά, όσο περισσότερο παγιδευόμαστε μέσα στήν άπομόνωσή μας καί στήν ελλειψη συναισθηματικής ανταπόκρισης μέ τούς άλλους ανθρώπους, τόσο πιό επικίνδυνη γίνεται ή νέα θρησκεία. Παύουμε νά είμαστε οί αφέντες τής τεχνικής καί γινόμαστε οί σκλάβοι της -καί ή τεχνική, πού ήταν κάποτε ένα ζωτικό στοιχείο τής δημιουργίας, δείχνει τό άλλο της πρόσωπο σάν θεά τής καταστροφής (όπως ή ινδική θεότητα Κάλι), όπου άντρες καί γυναίκες είναι πρόθυμοι νά θυσιάσουν τόν έαυτό τους καί τά παιδιά τους. ’Άν καί συνειδητά ή ανθρωπότητα τής κυβερνητικής γαντζώνεται ακόμα στην ελπίδα γιά ενα καλύτερο μέλλον, κρύβει ταυτόχρονα τό γεγονός ότι οί άνθρωποι εγιναν λάτρες τής θεάς τής καταστροφής.
Υπάρχουν πολλοί τρόποι γιά ν’ αποδειχτεί αυτή ή θέση αλλά οί πιό εντυπωσιακοί είναι δύο: ότι οί μεγάλες (καί μερικές μικρές) δυνάμεις συνεχίζουν νά κατασκευάζουν πυρηνικά όπλα ολοένα καί πιό καταστροφικά καί δεν καταλήγουν στή μοναδική λογική λύση -τήν καταστροφή όλων τών πυρηνικών όπλων καί τών εργοστασίων ατομικής ενέργειας πού παρέχουν τά υλικά γιά τ’ ατομικά όπλα. ’Ακόμα, τίποτα άπολύτως δέ γίνεται γιά νά μπει ενα τέλος στόν κίνδυνο τής οικολογικής καταστροφής. Μέ λίγα λόγια, τίποτα σοβαρό δέ γίνεται γιά τήν επιβίωση τής ανθρώπινης φυλής.
Πηγή: ERICH FROMM, ''ΝΑ ΕΧΕΙΣ Ή ΝΑ ΕΙΣΑΙ;'' Μετάφραση ΕΛΕΝΗ ΤΖΕΛΕΠΟΓΛΟΥ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΜΠΟΥΚΟΥΜΑΝΗ - ΑΘΗΝΑ 1978
gerasimos-politis.blogspot.com