Το πρώτο βήμα που πρέπει να κάνουν είναι να επιλέξουν έναν Γυναικολόγο εξειδικευμένο σε θέματα γονιμότητας. Η επιλογή αυτή θα πρέπει να γίνει με αυστηρά επιστημονικά κριτήρια όπως οι σπουδές, η μετεκπαίδευση και η κλινική εμπειρία παραμερίζοντας την συμμετοχή σε επιστημονικές εταιρίες και συνέδρια. Ο εξειδικευμένος αυτός Γυναικολόγος θα αντιμετωπίσει το ζευγάρι ως μοναδική περίπτωση και θα σχεδιάσει το χρονοδιάγραμμα των ενεργειών που πρέπει να γίνουν αποκλειστικά πάνω στις ιδιαίτερες ανάγκες του ζευγαριού.
Ειδικότερα για την γυναίκα οι ερωτήσεις αφορούν το ιατρικό της ιστορικό (χρόνια προβλήματα υγείας, γνωστή αλλεργία σε φάρμακα, προηγούμενες νοσηλείες ή/και επεμβάσεις σε νοσοκομείο, συστηματική λήψη φαρμακευτικής αγωγής για κάποιο νόσημα κ.α.), το γυναικολογικό/μαιευτικό ιστορικό της (έναρξη και διάρκεια κύκλου εμμήνου ρύσεως, προηγούμενη κύηση, τοκετός, γυναικολογικά/μαιευτικά χειρουργεία κ.α.), την χρήση αντισυλληπτικών μεθόδων στο παρελθόν, το περιβάλλον εργασίας, το κάπνισμα κ.α.
Για τον άντρα οι ερωτήσεις πέρα από την ύπαρξη κάποιας χρόνιας πάθησης και την συστηματική λήψη κάποιας φαρμακευτικής ουσίας που είναι δυνατόν να επηρεάσει την γονιμότητα, ο Γυναικολόγος θα ρωτήσει για την ύπαρξη τυχόν παθήσεων ή ιστορικού τραυματισμού στην γεννητική περιοχή, το περιβάλλον εργασίας, το κάπνισμα κ.α.
Αφού συμπληρωθεί το ιατρικό ιστορικό ο Γυναικολόγος θα προχωρήσει σε γυναικολογική εξέταση και την διενέργεια έγχρωμου διακολπικού υπερήχου και Doppler μήτρας και ωοθηκών άμφω. Με την βοήθεια του υπερήχου ο Γυναικολόγος θα ελέγξει αν υπάρχει κάποια παθολογία στην μήτρα (π.χ. ινομύωμα, πολύποδας κ.α.) ή στις ωοθήκες (π.χ. πολυκυστικές ωοθήκες, κύστη ωοθήκης κ.α.) και με το Doppler θα ελέγξει την αιμάτωση της μήτρας και των ωοθηκών. Στην περίπτωση που ο Γυναικολόγος διαγνώσει κάποια παθολογία, ενδεχομένως να ζητήσει κάποια συμπληρωματική εξέταση προκειμένου να σχεδιάσει την καλύτερη θεραπευτική λύση για την γυναίκα. Η λύση αυτή ενδέχεται να είναι χειρουργική και να αντιμετωπίσει το αίτιο της υπογονιμότητας.
Ο έγχρωμος διακολπικός υπέρηχος είναι μία εξέταση που θα πρέπει να επαναληφθεί σε χρονικά διαστήματα που θα καθορίσει ο Γυναικολόγος προκειμένου να ελεγχθούν παράμετροι όπως η μεταβολή του πάχους του ενδομητρίου στις διάφορες φάσεις του κύκλου αλλά και η ύπαρξη ωορρηξίας της γυναίκας. Η συγκεκριμένη ακολουθία των υπερήχων θα προσφέρει επιπλέον πληροφορίες, που είναι απαραίτητες για τον σχεδιασμό του πλάνου ενεργειών για το ζευγάρι.
Καθοριστικός είναι ο ρόλος των αποτελεσμάτων του ορμονολογικού ελέγχου και της αντιμυλερικής ορμόνης στην λήψη αποφάσεων.
Ο Γυναικολόγος θα ζητήσει ειδικές ορμονολογικές εξετάσεις (FSH, LH, οιστραδιόλη, προγεστερόνη, προλακτίνη) που γίνονται από την πρώτη έως την τρίτη ημέρα του κύκλου, έλεγχο θυροειδούς (συμπεριλαμβανομένων και των αντιθυρεοειδικών αντισωμάτων) και πιθανώς περαιτέρω εξετάσεις αν υπάρχει σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών ή κάποιο άλλο ενδοκρινολογικό νόσημα.
Η αντιμυλλέριος ορμόνη είναι μία ειδική εξέταση που δίνει μία ένδειξη για τον αριθμό των εναπομεινάντων ωαρίων μίας γυναίκας.
Τα αποτελέσματα των εξετάσεων θα βοηθήσουν τον Γυναικολόγο να αποφασίσει όχι μόνο σχετικά με την μέθοδο (φυσικός κύκλος-διέγερση ωοθηκών, σπερματέγχυση-εξσωματική γονιμοποίηση) αλλά και την χρονική στιγμή που θα πρέπει να ξεκινήσει η προσπάθεια, που είναι σημαντικός παράγοντας για την επιτυχία της προσπάθειας.
Εκτός του ειδικού ορμονολογικού ελέγχου η γυναίκα και ο σύζυγός της θα πρέπει να κάνουν έναν κύκλο ειδικών εξετάσεων που ονομάζεται προγεννητικός έλεγχος και σκοπό έχει να αποκαλύψει την ύπαρξη κληρονομούμενου γεννητικού νοσήματος και να προσδιοριστεί η πιθανότητα μεταβίβασής του στους απογόνους (γεννητική συμβουλή). Μαζί με τον προγεννητικό έλεγχο η γυναίκα καλό είναι να κάνει έναν αδρό εργαστηριακό έλεγχο που θα επιβεβαιώνει το καλώς έχειν της υγείας της αλλά και κάποιες ειδικές εξετάσεις που ελέγχουν παραμέτρους που μπορεί να παρεμποδίσουν την ομαλή εξέλιξη μίας εγκυμοσύνης π.χ. έλεγχος θρομβοφιλίας.
Η υστεροσαλπιγγογραφία είναι μία απαραίτητη εξέταση που γίνεται δύο με τρεις ημέρες μετά την έμμηνο ρύση ή οποιαδήποτε ημέρα του κύκλου στην περίπτωση που η γυναίκα λαμβάνει αντισυλληπτική φαρμακευτική αγωγή. Στην υστεροσαλπιγγογραφία με έναν ειδικό καθετήρα, εισάγεται σκιαγραφικό από τον τράχηλο στην μήτρα και με ειδικές ακτινολογικές λήψεις ελέγχεται το εσωτερικό της κοιλότητας της μήτρας και η διαβατότητα των σαλπίγγων. Με την πίεση που ασκείται από τον Ακτινολόγο μέσω του σκιαγραφικού είναι δυνατόν σε κάποιες περιπτώσεις να αποφραχτούν οι σάλπιγγες που δεν είναι διαβατές αρχικά με την έγχυση σκιαγραφικού. Σε περίπτωση που διαγνωσθεί κάποια παθολογία αναφορικά με την κοιλότητα της μήτρας (π.χ. ύπαρξη διαφράγματος, συμφύσεων, πολύποδα κ.α.) ο Γυναικολόγος θα προτείνει στην γυναίκα την ενδεδειγμένη μέθοδο χειρουργικής αποκατάστασης όπου αυτό είναι εφικτό.
Η υστεροσκόπηση είναι μία εξέταση που μπορεί να γίνει είτε με διαγνωστικό είτε με θεραπευτικό σκοπό. Η γυναίκα λαμβάνει μία ήπια νάρκωση και ο Γυναικολόγος με την βοήθεια του υστεροσκοπίου ελέγχει το εσωτερικό της κοιλότητας της μήτρας και τα στόμια των σαλπίγγων επισκοπικά με τη βοήθεια ειδικής κάμερας.
Γίνεται συνήθως όταν τελειώσει η περίοδος της γυναίκας και με την χρήση του ρεσεκτοσκοπίου είναι δυνατόν να αφαιρεθεί ενδομήτριος πολύποδας και να κοπούν συμφύσεις της ενδομητρικής κοιλότητας.
Υπάρχει η δυνατότητα καταγραφής της εξέτασης σε ψηφιακή μορφή και η προβολή της σε δεύτερο χρόνο στην γυναίκα όπου ο Γυναικολόγος θα της εξηγήσει με λεπτομέρειες τόσο το διαγνωστικό όσο και το θεραπευτικό κομμάτι της εν λόγω διαδικασίας. Απαιτείται εισαγωγή μίας ημέρας στο νοσοκομείο και η γυναίκα μπορεί να επιστρέψει αυθημερόν στο σπίτι της και από την επόμενη ημέρα στις δραστηριότητές της.
Η λαπαροσκόπηση είναι ακόμα μία εξέταση την οποία ο Γυναικολόγος μπορεί να κρίνει απαραίτητη για διαγνωστικούς ή θεραπευτικούς σκοπούς.
Για την διενέργεια λαπαροσκόπησης απαιτείται εισαγωγή στο νοσοκομείο και μετά τον απαραίτητο προεγχειρητικό έλεγχο η ασθενής οδηγείται στο χειρουργείο. Με την διενέργεια μικρών τομών στην κοιλιακή περιοχή και την χρήση διατατικού μέσου (CO2) ο Γυναικολόγος εισάγει μία ειδική κάμερα στην κοιλιακή κοιλότητα και την ελέγχει επισκοπικά. Η μέθοδος της λαπαροσκόπησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποφλοίωση κύστης ωοθήκης, για την αφαίρεση ινομυωμάτων, για την αντιμετώπιση εστιών ενδομητρίωσης, για την λύση συμφύσεων κ.α. Με την έγχυση κυανούν του μεθυλενίου από τον τράχηλο της μήτρας μπορεί να ελεγχθεί η βατότητα των σαλπίγγων και σε κάποιες περιπτώσεις με την άσκηση μηχανικής πίεσης να αποφραχθούν οι σάλπιγγες.
Υπάρχει η δυνατότητα ψηφιακής καταγραφής της λαπαροσκόπησης προκειμένου να λάβει γνώση και να κατανοήσει καλύτερα η γυναίκα σε δεύτερο χρόνο την διαδικασία αλλά και να διατηρηθεί στο προσωπικό της ιατρικό αρχείο, προκειμένου να επαναξιολογηθεί σε δεύτερο χρόνο εάν αυτό κριθεί απαραίτητο. Η λαπαροσκόπηση είναι ένα χειρουργείο που απαιτεί νοσηλεία μίας ημέρας και την επόμενη ημέρα η γυναίκα μπορεί να πάρει εξιτήριο και να επιστρέψει στις δραστηριότητές της.
Πριν ξεκινήσει οποιαδήποτε φαρμακευτική αγωγή η γυναίκα θα πρέπει να κάνει ένα τεστ Παπανικολάου, την λήψη του οποίου θα πρέπει να κάνει ο Γυναικολόγος που έχει την εκπαίδευση να αξιολογήσει την ύπαρξη παρακείμενης παθολογίας και όχι Κυτταρολόγος ή παραϊατρικό προσωπικό σε κάποιο διαγνωστικό κέντρο. Ο Γυναικολόγος θα αξιολογήσει το αποτέλεσμα του τεστ Παπανικολάου και αν το κρίνει απαραίτητο μπορεί να γίνει σε δεύτερο χρόνο κολποσκόπηση που θα δώσει περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την παθολογία που έχει διαγνώσει το τεστ Pap.
Απαραίτητος είναι και ο προληπτικός υπέρηχος μαστών άμφω ενώ αν η γυναίκα είναι άνω των τριάντα πέντε ετών θα πρέπει να κάνει και μία ψηφιακή μαστογραφία, την οποία και θα φυλάξει ως εξέταση αναφοράς για την επόμενη που θα επαναλάβει σύμφωνα με τις οδηγίες του Γυναικολόγου της. Κυρίες που έχουν οικογενειακό ιατρικό ιστορικό με γυναίκες συγγενείς πρώτου βαθμού που νόσησαν από καρκίνο του μαστού, ανήκουν στην ομάδα υψηλού κινδύνου να εμφανίσουν και οι ίδιες κάποια στιγμή την νόσο. Πριν την έναρξη οποιασδήποτε φαρμακευτικής αγωγής (σημαντικό κομμάτι της οποίας αποτελεί η χορήγηση ορμονικών σκευασμάτων) είναι ζωτικής σημασίας να αποκλειστεί η ύπαρξη υποκείμενης νεοπλασματικής νόσου (καρκίνος μήτρας-μαστού), που θα μπορούσε να επιδεινωθεί με την φαρμακευτική αγωγή.
Ο σύζυγος θα πρέπει να κάνει ένα σπερμοδιάγραμμα προκειμένου να διαπιστωθεί αν το σπέρμα είναι ικανό να γονιμοποιήσει. Το δείγμα του σπέρματος πρέπει να εξετάζεται από εξειδικευμένο βιολόγο και όχι από Μικροβιολόγο σε μικροβιολογικό εργαστήριο, που δεν διαθέτει την απαιτούμενη εκπαίδευση, προκειμένου το αποτέλεσμα να είναι αξιόπιστο.
Ο Γυναικολόγος θα αξιολογήσει τα αποτελέσματα του σπερμοδιαγράμματος και θα κρίνει αν ο σύζυγος θα πρέπει να απευθυνθεί σε Ουρολόγο- Ανδρολόγο εξειδικευμένο σε θέματα γονιμότητας προκειμένου να βελτιωθεί η ποιότητα του σπέρματος με φαρμακευτική αγωγή ή απαιτείται χειρουργική αντιμετώπιση και ποια θα είναι η καλύτερη μέθοδος επίτευξης εγκυμοσύνης (π.χ. σπερματέγχυση, εξωσωματική γονιμοποίηση).
Όταν ο Γυναικολόγος συγκεντρώσει όλες τις παραπάνω πληροφορίες σε συνεργασία με το ζευγάρι θα σχεδιάσει ένα εξατομικευμένο πλάνο προσαρμοσμένο στις ιδιαίτερες ανάγκες και απαιτήσεις του. Με την γνώση, την εμπειρία του και την απρόσκοπτη συνεργασία όλων, το ζευγάρι σύντομα θα δει τις προσπάθειές του να ευοδώνονται με την αύξηση των μελών της οικογένειάς του που είναι και το επιθυμητό αποτέλεσμα της όλης προσπάθειας.