κόμματος, η μόνη πραγματικά απενοχοποιημένη και ανεκτή στο διαχρονικό λεξιλόγιο της Δημοκρατίας είναι εκείνη της σύνθεσης. Η συναίνεση αφορά μονάχα την κοινωνία, και δεν μπορεί να πάρει «μεταγραφή» για τον πολιτικό κοινοβουλευτισμό, ενώ η συνεννόηση απαιτεί… υποσημείωση ερμηνείας, για να μην παρεξηγηθεί.
Κάπως έτσι, η προοπτική συγκρότησης κυβέρνησης συνεργασίας στην Ελλάδα μετά τις εκλογές της 6ης Μαϊου, φαντάζει με σενάριο που δεν έχει happy end για την προσδοκία υπέρβασης της σημερινής κρίσης.
Η πολιτική ιστορία άλλωστε, τουλάχιστον στα κράτη που καταγράφηκαν ως προηγμένα, και είχαν καθοριστική συμβολή στην προώθηση της προόδου των κοινωνιών, δείχνει ότι στις λιγοστές περιπτώσεις στις οποίες υπήρξαν κυβερνήσεις συνεργασίας, σε εκείνες τις χώρες σταμάτησε η πρόοδος. Έχασαν τον βηματισμό τους προς το μέλλον. Διολίσθησαν στην αυτοπαγίδευση.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, την υπερδύναμη που επηρέασε διαχρονικά περισσότερο από κάθε άλλη χώρα, τη διαμόρφωση του ψηφιδωτού της σύγχρονης ανθρωπότητας όπως τη βιώνουμε, η πρόοδος επιτεύχθηκε με μονοκομματικές κυβερνήσεις. Είτε των Δημοκρατικών, είτε των Ρεπουμπλικανών.
Στη Μεγάλη Βρετανία, τη χώρα της Ευρώπης με το μεγαλύτερο ιστορικό κεφάλαιο κοινοβουλευτισμού, ο Ουίνστον Τσόρτσιλ δεν… συγκυβερνούσε. Ούτε η Μάργκαρετ Θάτσερ. Ούτε ο Τόνι Μπλερ.
Στη Γαλλία, κάθε περίοδος συγκατοίκησης Κεντροδεξιάς και Σοσιαλιστών στο Ελιζέ και το Μέγαρο Ματινιόν, μεταξύ Μιτεράν, Σιράκ και Ζοσπέν κόμιζε χαμένο χρόνο για την πιο επαναστατική κοινωνία της Ευρώπης. Αν όχι, ολόκληρου του κόσμου.
Στη Γερμανία, ο Κόνραντ Αντενάουερ, ο Βίλι Μπραντ, ο Χέλμουτ Κολ και ο Γκέρχαρντ Σρέντερ, άφησαν το δικό τους ηγετικό αποτύπωμα επειδή δεν είχαν… παρέα. Και όταν είχαν, η «παρέα» διακρινόταν από ιδεολογική συγγένεια. Όχι από πολιτικό ανταγωνισμό.
Στην Ισπανία, οι «χρυσές» περίοδοι του Φελίπε Γκονζάλεθ και του Χοσέ Μαρία Αθνάρ, ήταν εποχές απόλυτης πολιτικής ηγεμονίας. Χωρίς «όμως» και παρερμηνείες.
Ακόμη και στην Ιταλία, που μετά την κατάρρευση του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος, έκανε… δεύτερη φύση τις κυβερνήσεις πολυκομματικής συνεργασίας, μονάχα δυο ηγετικές φυσιογνωμίες σαν τον Σίλβιο Μπερλουσκόνι (κυρίως) και τον Ρομάνο Πρόντι (δευτερευόντως) πέτυχαν να προωθήσουν ουσιαστικές αλλαγές.
Η παραπάνω ιστορική ανάμνηση, προσφέρεται για χρήσιμα συμπεράσματα αναφορικά με το παρόν που ζούμε, και το μέλλον το οποίο θέλουμε να προετοιμάσουμε. Πουθενά στον κόσμο δεν απέδωσαν κυβερνήσεις συνεργασίας. Αντιθέτως, συνέδεσαν τη θητεία τους με σελίδες… κενές πρακτικού και χρήσιμου για τις κοινωνίες τους έργου.
Οι μεγάλες τομές, οι ρήξεις και οι ρηξικέλευθες μεταρρυθμίσεις, σημειώθηκαν από αυτοδύναμες πολιτικές ηγεμονίες. Όχι μέσα από συζητήσιμες συνεργασίες. Φανταστείτε για παράδειγμα τη Μάργκαρετ Θάτσερ, να καλείται να διαχειριστεί τη μετωπική σύγκρουση με τους ανθρακωρύχους, μετά από… σειρά τηλεφωνικών συνεννοήσεων με τον ηγέτη των Εργατικών.
Αντιστοίχως, όπου υπήρξαν κυβερνήσεις συνεργασίας, προέκυψε εθνική στασιμότητα. Στη Γερμανία για παράδειγμα, οι χειρότερες στιγμές της αριθμητικής απεικόνισης της οικονομίας του Βερολίνου, σημειώθηκαν την περίοδο του «Μεγάλου Συνασπισμού» μεταξύ των Χριστιανοδημοκρατών και των Σοσιαλδημοκρατών.
Ακόμη περισσότερο, να σκεφτούμε το εξής: Η σημερινή κρίση που βιώνουν η Ελλάδα και η Ευρώπη, είναι πρωτίστως κρίση πολιτικής ηγεσίας και δημοκρατικής εκπροσώπησης. Κρίση αξιακών και εθνικών προτεραιοτήτων. Κρίση κοινωνικού προσανατολισμού.
Η κρίση δημιουργήθηκε, ενισχύθηκε και επιδεικνύει αξιοσημείωτες αντοχές, σε μια περίοδο κατά την οποία στην Ευρώπη… περισσεύουν οι κυβερνήσεις συνεργασίας. Όπως για παράδειγμα στη Μεγάλη Βρετανία, ή την Ιταλία. Στην πιο κρίσιμη συγκυρία για τη νέα, μεγάλη πατρίδα μας την Ευρώπη, το υπόδειγμα διακυβέρνησης σε χώρες απαραίτητες για την υπέρβαση των αδιέξοδων, είναι ένα υπόδειγμα στρεβλωτικό και ελλειμματικό.
Τα δεδομένα μάλιστα θα επιβαρυνθούν, αν το 2013, μετά τις βουλευτικές εκλογές της Γερμανίας, έχουμε επανάληψη του «Μεγάλου Συνασπισμού». Αυτή η δεύτερη φορά, θα είναι και η μοιραία για τη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Άρα, και για την Ευρωπαϊκή Ένωση συνολικά.
Αν θέλουμε πραγματικά να διαμορφώσουμε τις προϋποθέσεις για την έξοδο από την κρίση, θα πρέπει να απαιτήσουμε ηγεσία χωρίς… κομπιάσματα. Να εξασφαλίσουμε τη σύνθεση και τη συναίνεση σε επίπεδο κοινωνίας, εκεί όπου έχει αξία και προοπτική. Σε επίπεδο πολιτικής, ας μην… στρογγυλεύουμε το μέλλον. Το μέλλον έχει γωνίες. Γι’ αυτό και είναι συναρπαστικό.