Οι τιμές παραγωγού διαμορφώνονται στα 4 (χόρτου) με 4,5 ευρώ (το γάλακτος) στο κιλό για τα αμνοερίφια καταγράφοντας κάθετη πτώση σε σύγκριση με το περσινό Πάσχα όπου οι τιμές είχαν ξεπεράσει τα 6 ευρώ για τους κτηνοτρόφους και λόγω του ενδιαφέροντος Τούρκων εμπόρων για εισαγωγή αρνιών και κατσικιών από την Λέσβο στη γείτονα χώρα κάτι που αποτέλεσε πέρυσι τονωτική ένεση για την κτηνοτροφία μας. Οι τιμές παραγωγού που διαμορφώνονται φέτος στη Λέσβο γυρίζουν την κτηνοτροφία της περιοχής μας χρόνια πίσω σε καμιά περίπτωση όμως δεν οφείλονται σε “τεχνική πτώση” δηλαδή σε πίεση των χονδρεμπόρων με πρόσχημα την οικονομική κρίση αλλά σε πραγματική μείωση των παραγγελιών.
Το παραπάνω γίνεται εύκολα αντιληπτό από την εικόνα που παρουσιάζουν τα σφαγεία της Λέσβου όπου η κίνηση είναι “χλιαρή” εν αντιθέσει με πέρυσι 10 μέρες πριν από το Πάσχα. Ωστόσο εκτός από την πτώση της εγχώριας κατανάλωσης και παραγγελιών, μείωση καταγράφει η εξαγωγική δραστηριότητα της Ελλάδας και στη γειτονική Ιταλία η οποία ανέκαθεν αποτελούσε τον “καλό πελάτη” ως προς την απορρόφηση αμνοεριφίων κάθε Απρίλιο.
«Οι τιμές με τις οποίες διαθέτουν φέτος οι κτηνοτρόφοι την παραγωγή τους είναι για “θάνατο”» τόνισε στα “Νέα της Λέσβου” ο Πρόεδρος του Συνεταιρισμού Μανταμάδου και μέλος της Διοίκησης της Ένωσης, Παναγιώτης Σταμάτης. Και συνέχισε: «Διαθέτουμε σε χαμηλότερες τιμές από πέρυσι το γάλα των κοπαδιών μας ενώ μας κόβουν και την εξισωτική αποζημίωση δηλαδή το μοναδικό και ελάχιστο αντιστάθμισμα για τους κτηνοτρόφους που δραστηριοποιούνται σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές. Τώρα καλούμαστε να πουλήσουμε και τα αρνιά μας σε τιμές που ίσχυαν 5 χρόνια πριν ενώ οι ζωοτροφές ακριβαίνουν. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι με τέτοιες συνθήκες οι κτηνοτρόφοι περιμένουν το θάνατό τους, καθώς βρισκόμαστε μπροστά στον αφανισμό της κτηνοτροφίας και δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι κάθε χρόνο ο αριθμός των κτηνοτρόφων μειώνεται».
Η ψαλίδα για τον καταναλωτή
Μειωμένες σε σχέση με πέρυσι όπως είναι αναμενόμενο θα είναι και οι τιμές καταναλωτή αν και η ψαλίδα από το χωράφι μέχρι το τσιγκέλι παραμένει ανοιχτή σε σχέση με το ποσοστό μείωσης των τιμών παραγώγου. Ο πρόεδρος του Συλλόγου Κρεοπωλών Κώστας Πατέστος επεσήμανε ότι «φέτος οι τιμές θα κυμανθούν στα 8,50 ευρώ το κιλό για τα αρνιά έναντι 9 πέρυσι ενώ για τα κατσίκια στα 9 ευρώ φέτος έναντι 9,50 με 9,80 ευρώ».
Ο πρόεδρος των κρεοπωλών υπογράμμισε στην εφημερίδα “Νέα της Λέσβου” ότι οι ντόπιοι κρεοπώλες έχουν μειώσει το ποσοστό κέρδους τους προκειμένου να προσελκύσουν καταναλωτές «θέλουμε και εμείς να συμβάλουμε ώστε να μην λείψει ο οβελίας από κανένα τραπέζι στη Λέσβο παρά την οικονομική κρίση».
Έχει ωστόσο ενδιαφέρον να καταγράψουμε την κλιμάκωση των τιμών από τον κτηνοτρόφο μέχρι το κρεοπωλείο για τα αμνοερίφια. Για ένα αρνάκι γάλακτος βάρους 7 κιλών ο καταναλωτής πληρώνει 59,5 ευρώ (αν το υπολογίσουμε με 8,5 ευρώ το κιλό στη λιανική). Από το παραπάνω ποσό, ο κτηνοτρόφος εισπράττει τα 31,5 ευρώ (με 4,5 ευρώ το κιλό) πράγμα που σημαίνει ότι στον κρεοπώλη μένουν τα 28 ευρώ από τα οποία θα πρέπει να αφαιρεθούν 4 ευρώ για τον εκδοροσφαγέα και 1,5 ευρώ για το σφαγείο. Απομένουν λοιπόν 22,5 ευρώ στο κάθε αρνί για τον κρεοπώλη χωρίς να συνυπολογίζουμε τα έξοδα μεταφοράς από το σφαγείο στο κατάστημα, τα λειτουργικά έξοδα της επιχείρησης (ψυγεία κλπ), όπως επίσης και την λεγόμενη “φύρα”, δηλαδή τη ζημιά που θα υποστεί για όσα αρνιά δεν πουλήσει ενώ θα έχει πληρώσει τον παραγωγό και το κόστος σφαγής. Στη “φύρα” επίσης υπολογίζεται και ένα πλην 2% από το συνολικό βάρος λόγω “στραγγίσματος” του αρνιού από την ώρα του ζυγίσματος στο σφαγείο μέχρι τη διάθεση στον καταναλωτή από τον κρεοπώλη (αν και αυτό συνήθως υπολογίζεται εξ αρχής κατά τη διαπραγμάτευση της τιμής μεταξύ κρεοπώλη – κτηνοτρόφου).