tromaktiko: Δήμου κατάλυσις

Κυριακή 1 Απριλίου 2012

Δήμου κατάλυσις



του Νικολαου Γεωρ. Κατσουλη, φιλολόγου
«Άξιον θαυμάζειν
ότι οίεσθε μεν δημοκρατίαν είναι,
γίγνεται δε ότι αν ούτοι βούλωνται»
(Λυσίου, Δήμου καταλύσεως απολογία, 32-34).

Καθώς η διεξαγωγή των εκλογών λαμβάνει συνεχώς αναβολή και η κήρυξίς των τίθεται εν αορίστω χρόνω, αφορμή δίδεται εις τον καθένα πολίτην της χώρας ταύτης, να αναλογισθή δια το κατάντημα της δημοκρατίας στον τόπο που την γέννησε και να προβληματισθή και ούτως να ετοιμασθή εσωτερικώς και να πράξη αναλόγως, όταν έλθη η στιγμή, καθ’ ήν ως υποχρεούται και εκ του καταστατικού χάρτου, θα κληθή να υπερασπίση το μέλλον. Ο Λυσίας σε μιαν ανάλογην περίπτωσιν μετά την πτώσιν των τριάκοντα τυράννων τω 403 π.Χ, βλέποντας το κατάντημα της β’ αθηναϊκής δημοκρατίας με την επικράτησιν των συκοφαντών και της λογικής του προσωπικού συμφέροντος, αντί της προκρίσεως του δικαίου και του καλού της πατρίδος, αγανακτήσας εξαπέλυε γραπτούς μύδρους.

«Φαντάζεσθε» κραυγάζει «και ζείτε με την αυταπάτην ότι έχετε δημοκρατίαν, αλλά δεν γίνεται τίποτ’ άλλο απ’ ό,τι θέλουν εκείνοι, αυτοί που σας απομυζούν, οι μη επιθυμούνες το καλόν της πατρίδος. Και αν και έκαναν πολλά, αν και την πρόδωσαν και την παρέδοσαν ιταμή και υπόδουλη εις ξένα κέντρα δεν δίδουν δίκην, δεν σύρονται να πληρώσουν δια το έγκλημά των αυτό. Αλλά ξέρετε ποιοί την πληρώνουν; Όχι βέβαια αυτοί που σας αδίκησαν, εσάς τους πολλούς, αν και αυτοί λίγοι, αλλά απεναντίας όσοι αρνούνται να δώσουν σ΄αυτούς και ό,τι τους έχει απομείνει ακόμα». Αυτά τα ολίγα, τα απαραίτητα για να ζήσουν; Αυτήν την ελάχιστη τιμή και αξιοπρέπεια; Πείτε ό,τι και όπως σας αρέσει αυτό. Αλλά αυτή η δίψα των δια αίμα, να λάβωσι ακόμη έως εσχάτων και ό,τι έχει απομείνει και να το κυνηγούν με λύσσα διεκδικώντας το νομιμοφανώς, έχοντας ως άλλοθι την επίπλαστην εξουσίαν που τους παρεδόθη, πως άλλως μπορεί να ειπωθή από θρασύτητα και αδίστακτη τάσις σκυλεύσεως νεκρών άρα ιεροσυλία; Διότι ο έχων έστω και λίγην ευσυνειδησίαν ανθρώπου, ανθρωπιά μέσα του, φόβον θεού, πόνον δια τον αδελφόν του, δεν επιθυμεί έως τον θάνατον του να τον απομυζά, να το κάνη τούτο δίχως οίκτο έως ότου αφήση την τελευταίαν του πνοήν. Τούτο το κάμνουν τα σαρκοφάγα ζώα και όχι οι άνθρωποι.

Και λέγει ο Λυσίας, τόσους αιώνες πρίν πράγματα κορυφαία, ισχύοντα τώρα στο έπακρον, δια να παοδειχθή ούτως ότι ανθέλληνες, κακόβουλοι της πατρίδος των υπήρχον πάντοτε, απάνθρωποι και αδίστακτοι φονείς του έθνους των αενάως. Και τούτο ίσως είναι το δυστύχημα, ότι ως έθνος ουδέποτε κατορθώσαμε τις βδέλες αυτές να τις αποσυγκολλήσωμε πανωθέν μας και να τις ρίψωμεν εις τον βούρκον εξ ού προέρχονται. Λέγει λοιπόν ο αγαθός ρήτωρ : «Αυτοί οι παλιάνθρωποι θα δεχόντουσαν να καταστή η πατρίδα των μικρά και ασήμαντος πολύ περισσότερον παρά δια μέσου άλλων γνησίων πατριωτών μεγάλη και ελευθέρα… δια τούτο αν φαίνεται κάτι ωφέλιμον σε εσάς από άλλους, αυτοί αποβλέποντας στο δικό τους προδοτικό προς την πατρίδα συμφέρον, όλοι τους –και έχει μεγάλη σημασία αυτό το όλοι τους- είναι εμπόδιον».

Το σπουδαιότερον όλων αυτών; Το κατάληγμα του ρήτορος, το οποίο πρέπει να μας ρίψη πιο πολύ εις σκέψιν; Όσα λέγει. «Όλα αυτά δεν είναι δύσκολα να τα ιδή και κατανοήση όποιος θέλει!!! Γιατί και οι ίδιοι δεν επιθυμούν να κρύπτονται αλλά ντρέπονται εάν δεν φαίνονται ότι είναι πονηροί και εσέις άλλα τα βλέπετε οι ίδιοι και άλλα τα ακούτε από πολλούς άλλους που μόνοι των έμειναν να σας τα φωνάζουν». Δεν θέλουμε να τα κατανοήσωμεν όλα αυτά. Δεν επιθυμούμε να διώξωμεν τους ξεδιάντροπους που στα φανερά μας προδώσαν, μας ξεπούλησαν και μας παρέδοσαν σκλάβους στα δεσμά μας σε άλλους. Διότι αν είχαμε την θέλησιν να τα δούμε, εάν δεν είμασταν τόσο διαβρωμένοι, θα ήταν εύκολον να έχουμε πράξει άλλως. Είναι λοιπόν της μοίρας μας να σβήσωμε; Σύντομα θα το μάθωμεν.

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!