Εκεί σπεύδουν μετεκλογικά να πανηγυρίσουν. Εκεί σπεύδουν να δηλώσουν τις εσωκομματικές τους αμφισβητήσεις. Πόσοι όμως γνωρίζουν ότι καταπατούν το όραμα του Ζάππα που έδωσε και τα λεφτά για να γίνει; Η άγνωστη και "άκρως ελληνική" ιστορία του Ζαππείου ξεκινά το 1856.
Ο Ευάγγελος Ζάππας είχει ένα όραμα: την αναβίωση των Ολυμπιακών αγώνων. Με υπόμνημά του το 1856 προτείνει να αναγερθεί ένα ολυμπιακό κτίριο.
Επιθυμία του Ζάππα ήταν να ενισχύσει την πατρίδα του, λαμβάνοντας πάντοτε υπόψη του το «έκαστος δέον τη πατρίδι χρήσιμος γενέσθαι και ουδέποτε άχθος αυτής». Ο Παναγιώτης Σούτσος, ο θεμελιωτής της σύγχρονης ελληνικής Ολυμπιακής ιδεολογίας και ο άνθρωπος, ο οποίος ενέπνευσε τον Ε. Ζάππα, υπήρξε ο ουσιαστικός εισηγητής της ίδρυσης των παράλληλων πολιτιστικών δρώμενων και των εκθέσεων, έχοντας μάλιστα ως πρότυπο την Α΄ Διεθνή Έκθεση του Λονδίνου (1851). Ο Ε. Ζάππας, γνωρίζοντας τις μη επιτυχημένες προσπάθειες του παρελθόντος, προχώρησε στη σύνταξη υπομνήματος για την καθιέρωση ενός θεσμού, ο οποίος θα βοηθούσε την Ελλάδα να ακολουθήσει τους ρυθμούς της βιομηχανικής επανάστασης. Το υπόμνημα εστάλη στις αρχές του 1856 και διατύπωνε την πρόταση για διοργάνωση Αγώνων στην Αθήνα στις 25 Μαρτίου 1857. Ο Ζάππας αναλάμβανε τα έξοδα αυτών, καθώς και την ανέγερση ενός Ολυμπιακού κτηρίου, όπου θα γινόταν η έκθεση των δειγμάτων της ελληνικής τέχνης και βιομηχανίας, το οποίο θα μπορούσε να λειτουργήσει και ως μουσείο με αρχαιότητες για τους ξένους επισκέπτες. Έσπευσε επίσης να στείλει και 2.000 αυστριακά φλορίνια για τα έξοδα των Α΄ Ολυμπίων. Τα επόμενα δύο χρόνια είχε τακτική επαφή με τον εκπρόσωπο της ελληνικής κυβέρνησης, τον υπουργό Εξωτερικών Αλέξανδρο Ρίζο Ραγκαβή, ο οποίος συνέτεινε και αυτός στην τελική διαμόρφωση του θεσμού.
Για τον σκοπό αυτό αφήνει και διαθήκη:
...γνώριζε εκ των προτέρων, περισσότερο από όσους ενεπλάκησαν με τη χορηγία του, την εμβέλεια του θεσμού που καθιέρωνε. Γι' αυτό στη διαθήκη του φρόντισε να τονίσει ότι όχι μόνο οι συγγενείς του, αλλά και «πας Έλλην, χωρίς εξαίρεσιν, έχει το δικαίωμα να επαγρυπνήση εις την εκτέλεσιν των διατάξεων της παρούσης διαθήκης μου και τους εναντίους αυτής να τους υποχρεώση διά του νόμου προς αποζημίωσιν και αποκατάστασιν των ειρημένων διατάξεων». Η βούληση του Ζάππα αποτυπώθηκε με σαφήνεια ιδιαίτερα στην εντολή που άφηνε στον εξάδελφό του Κωνσταντίνο: «Να κτίση το κατάστημα των Ολυμπίων μετά του σταδίου αυτού αξιοπρεπές και ευρύχωρον, κατά το σχέδιον όπου έχω στείλει του κ. Ραγκαβή».ΠΗΓΗ:Zappeion.grΑπό το υπόμνημα του 1856 χρειάστηκε να περάσουν 32 χρόνια προκειμένου να ολοκληρωθεί η ανέγερσή του. Γιατί;
Οι πρώτες σκέψεις σχετικά με την επιλογή του χώρου για την ανέγερση του μεγάρου των Ολυμπίων το τοποθετούσαν στην κορυφή του Παναθηναϊκού Σταδίου, από όπου «η Αυλή και οι Ελλανοδίκαι θα ηδύναντο από ευρέος εξώστου να επιβλέπωσι τους αγώνας και τας μυριάδας των περικαθημένων θεατών». Το 1869 όμως, η Βουλή των Ελλήνων διέθεσε περίπου 80.000 τετραγωνικά μέτρα δημόσιας γης μεταξύ του ναού του Ολυμπίου Διός και του τότε Ανακτορικού Κήπου, λαμβάνοντας υπόψη και την επιθυμία του Ζάππα το κτήριο να ευρίσκεται κατά το δυνατόν εγγύτερα στο Στάδιο. Στη συνέχεια, ο αρχιτέκτονας Αναστάσιος Θεοφιλάς κλήθηκε να αλλάξει το αρχικό σχέδιο που είχε ήδη εκπονήσει ο Φ. Μπουλανζέ.
Υστερα από καθυστερήσεις, στις 20 Ιανουαρίου 1874 κατατίθεται ο θεμέλιος λίθος του Μεγάρου. Στα τέλη της δεκαετίας του 1880 ο Κωνσταντίνος Ζάππας αναθέτει στον Θεόφιλο Χάνσεν τη σύνταξη καινούριου σχεδίου, με την πρόθεση να κάνει εν ανάγκη θυσίες σε βάρος του ήδη οικοδομηθέντος τμήματος. Ωστόσο, οι επαγγελματικοί ανταγωνισμοί μεταξύ των γνωστότερων αρχιτεκτόνων της εποχής και οι υπόνοιες για σοβαρές οικονομικές καταχρήσεις οδήγησαν σε σοβαρές καθυστερήσεις και δύο φορές στη διακοπή των εργασιών. Τα εγκαίνια έγιναν, τελικά, με κάθε επισημότητα στις 20 Οκτωβρίου 1888. Το Ζάππειο Μέγαρο είναι το πρώτο κτήριο που ανεγείρεται παγκοσμίως για την εξυπηρέτηση Ολυμπιακών αναγκών. Η αρχιτεκτονική του ακολουθεί τον νεοκλασικό ρυθμό, με πρόπυλο κορινθιακού ρυθμού και η συγκρότηση των όγκων του υπακούει με αρμονία στον προορισμό, για τον οποίο κτίσθηκε. Σε συνδυασμό με την τριτοξωτή λίθινη γέφυρα του Ιλισσού, η οποία είχε κατασκευασθεί, επίσης, με χορηγία του Ευαγγέλη Ζάππα, και τους πέριξ κήπους, συνέθεταν την εικόνα της Αθήνας στις αρχές του 20ού αιώνα.ΠΗΓΗ:Zappeion.gr
Δυστυχώς όμως ελάχιστες φορές το μέγαρο που οραματίστηκε ο Ζάππας εκτέλεσε τον αρχικό προορισμό του.
Οι περιπέτειες του κτηρίου ήταν πολλές, αλλά και οι λειτουργίες που στέγασε περισσότερες. Σπάνια εκτέλεσε τον προορισμό του, ενώ παρέμεινε κλειστό και εγκαταλελειμμένο επί χρόνια.
Στους πρώτους σύγχρονους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1896 φιλοξενούνται στην κυκλική αίθουσά του τα αγωνίσματα της ξιφασκίας, ενώ στους Β΄ Διεθνείς Ολυμπιακούς Αγώνες (1906) η έλλειψη υποδομών και εγκαταστάσεων οδήγησε στη χρήση του ως «Ολυμπιακού Χωριού». Εξάλλου, από το 1936 και για 40 χρόνια φιλοξένησε τον πρώτο κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό της χώρας. Το 1940 μετασκευάζεται σε νοσοκομείο, τον επόμενο χρόνο επιτάσσεται από τον γερμανικό στρατό κατοχής, στη συνέχεια μετατρέπεται σε αποθήκη και κατόπιν σε στρατώνα (1944), ενώ πλήττεται και από βομβαρδισμούς στα Δεκεμβριανά. Μεταπολεμικά συζητείται η κατεδάφισή του. Ευτυχώς, το 1960 πραγματοποιήθηκε γενική επισκευή, υπό την επίβλεψη των αρχιτεκτόνων Α. Πλουμιστού και Φ. Παναγιωτόπουλου. Η τελευταία ανακαίνιση έγινε ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και ολοκληρώνεται εντός του 2007.
Το Ζάππειο Μέγαρο παρακολούθησε την ιστορία της πόλης των Αθηνών τα τελευταία 120 περίπου χρόνια, αποτέλεσε κτήριο «αιχμής» στις σημαντικότερες στιγμές του έθνους και «πορεύθηκε» άρρηκτα με το Ολυμπιακό Κίνημα. Ακόμη και αν οι χρήσεις του ήταν ποικίλες, τελικά αναδείχθηκε σε σημείο αναφοράς για την Αθήνα, δικαιώνοντας κατ' αυτόν τον τρόπο την αρχική βούληση του δωρητή, έστω και κάπως παραλλαγμένη.
Το Ζάππειο το επισκεπτόμαστε, το θαυμάζουμε, το προσπερνάμε. Μπορεί η περίπτωση του Ζαππείου να είναι παρονυχίδα μπροστά σε αυτά που χρειάστηκε να αντιμετωπίσει η χώρα μας όλα αυτά τα χρόνια. Αλλά ο σεβασμός είναι ένδειξη πολιτισμού. Ιδιαίτερα μάλιστα όταν πρόκειται για ανθρώπου με όραμα.