Μπορεί να μην έχουμε ακόμα καταπέσει σε μια παγκόσμια οικονομική ύφεση παρόμοια με αυτή του 1929, αλλά η ύφεση στη μία ή την άλλη...
μορφή της είναι παντού γύρω μας. Παρατηρούμε την άνοδο του πολιτικού εξτρεμισμού, μια εθνικιστική αντίδραση στις υποχρεώσεις των χώρας προς – τους συνήθως ξένους – πιστωτές τους. Τα φαντάσματα από το 1930 έχουν επιστρέψει για να μας στοιχειώσουν.
Είτε η ανάκαμψη ήταν εξαιρετικά υποτονική ή, σε πολλά μέρη της Ευρώπης, εντελώς ανύπαρκτη. Για κάποιες χώρες της ευρωζώνης, η οικονομική ελεύθερη πτώση συνεχίζει να απειλεί ενώ οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι καυγαδίζουν για το τι πρέπει να γίνει στη συνέχεια.
Η εμφάνιση του Νίκου Μιχαλολιάκου και της Χρυσής Αυγής – με το έμβλημα να θυμίζει σβάστικα - στις ελληνικές εκλογές της Κυριακής μαζί με τον πολύ μεγάλο αριθμό ψήφων προς την Marine Le Pen στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών δύο εβδομάδες νωρίτερα υπογραμμίζουν την αυξανόμενη απογοήτευση των ψηφοφόρων με τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα που δε φαίνεται να μπορούν να προσφέρουν καμία ελπίδα ή μελλοντική προοπτική. Για αυτούς που κινούνται στις παρυφές του πολιτικού φάσματος, αυτό είναι γόνιμο έδαφος - όπως αποδείχθηκε και στη δεκαετία του 1930.
Με τα επίπεδα του εθνικού εισοδήματος τώρα πολύ χαμηλότερα από ότι αναμενόταν μόλις πριν από πέντε χρόνια, η προθυμία και ικανότητα των οφειλετών να εξοφλήσουν ξένους πιστωτές έχει μειωθεί σημαντικά. Το νέο σύνθημα για τους οφειλέτες κινδυνεύει να γίνει «δεν μπορώ να πληρώσω, δεν θα πληρώσω».
Μέχρι σήμερα, η ανταπόκριση των πιστωτών ήταν να απαιτούν συνεχή λιτότητα από τους οφειλέτες. Οι πιστωτές επιμένουν ότι οι οφειλέτες οι ίδιοι ευθύνονται για την έλλειψη ανάπτυξης. Κατά τα έτη που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης, χώρες της νότιας Ευρώπης επέτρεψαν τους μισθούς τους να αυξηθούν πολύ γρήγορα, υπονομεύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα τους.
Για τους πιστωτές, αυτό αποτελεί ελκυστική εξήγηση γιατί τους δίνει τη δυνατότητα να αποποιηθούν των ευθυνών τους. Ωστόσο, είναι μια εξήγηση γεμάτη ερωτηματικά. Αν η ανταγωνιστικότητα στη νότια Ευρώπη ήταν σε τόσο χαμηλά επίπεδα, γιατί δάνειζαν οι βόρειοι πιστωτές τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου με τόση ευκολία; Αν το πρόβλημα αφορά μόνο την ανταγωνιστικότητα, γιατί έχουν καταλήξει και τα «συνετά» κράτη της βόρειας Ευρώπης στην ύφεση; Η ολλανδική οικονομία συρρικνώνεται και πάλι, όπως και του Ηνωμένου Βασιλείου παρά - στην περίπτωση του τελευταίου - τα υποτιθέμενα οφέλη της ποσοτικής χαλάρωσης και, στα αρχικά στάδια της οικονομικής κρίσης, μια σημαντική μείωση στην αξία της στερλίνας. Και αν η κρίση αφορά μόνο την ανταγωνιστικότητα, γιατί η ανταγωνιστική αμερικανική οικονομία αγωνίζεται να ανακτήσει την προ-κρίσης ισορροπία της;
Οι πιστωτές συνήθως δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες έως ότου είναι πολύ αργά. Και απαιτούν προσαρμογή από τους οφειλέτες, ακόμη και όταν οι οφειλέτες δεν έχουν πλέον την πολιτική ικανότητα να το πράξουν. Ωστόσο, όπως η περίοδος του μεσοπολέμου καταδεικνύει, τα προβλήματα των οφειλετών αναπόφευκτα μετατραπήκαν σε προβλήματα και των πιστωτών.
Το 1931, η Αυστρία προσπαθούσε να καταφέρει το είδος της λιτότητας που βλέπουμε σήμερα σε περιοχές της νότιας Ευρώπης. Σύμφωνα με το χρυσό πρότυπο (Gold Standard), η μόνη επιλογή για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της ήταν να μειώσει τιμές και μισθούς. Κατά τη διαδικασία αυτή, οι επιχειρήσεις απέτυχαν, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξήθηκαν και το τραπεζικό σύστημα άρχισε να εμφανίζεται εξαιρετικά ευάλωτο. Η κρίση κορυφώθηκε με την αποτυχία της Creditanstalt, μια μεγάλη τράπεζα της Βιέννης το 1931, γεγονός ισοδύναμο της Lehman Brothers τότε. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Χίτλερ έγινε δεκτός από ζητωκραυγάζοντα πλήθη εντός της Βιέννης.
Για τους οφειλέτες, που επιθυμούν να ξεφύγουν από τα δεσμά των πιστωτών τους, η αναζωπύρωση του εθνικισμού οδήγησε σε χρεωκοπίες και σιγά σιγά στην πολιτική του μίσους. Για τους πιστωτές όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία (οι βασικοί παίκτες της εποχής) ήταν ένα απότομο ξύπνημα. Οι δικές τους οικονομίες υπέφεραν πιο πολύ από όλους, μια αντανάκλαση της προσκόλλησής τους στην οικονομική ορθοδοξία - κυρίως συνεχίζοντας την αφοσίωσή τους στο Gold Standard - στον απόηχο της έκτακτης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής αναταραχής.
Ο Φρασνουά Ολάντ έχει εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας υποστηρίζοντας σθεναρά την ανάπτυξη. Αυτό δεν είναι κάτι παραπάνω από ευσεβής πόθος, εκτός αν υπάρχει εθελοντική προσαρμογή χρεών τόσο από πιστωτές όσο και οφειλέτες. Για να επιτευχθεί αυτό - και να επιβιώσει το ευρώ - χρειάζεται περισσότερη, όχι λιγότερη, Ευρώπη.
Τίποτα από αυτά δεν θα είναι εύκολο. Ίσως η επιτυχία της ακροδεξιάς θα εξαναγκάσει τους πολιτικούς σε δράση. Η ειρωνεία, όμως, είναι προφανής. Μια επιτυχημένη επίλυση της κρίσης της ευρωζώνης χρειάζεται «περισσότερη Ευρώπη», αλλά αυξάνεται ο αριθμός των ψηφοφόρων που αρχίζουν να ζητούν όλο και λιγότερη. Τα φαντάσματα έχουν επιστρέψει για τα καλά.
sofokleous10.gr
μορφή της είναι παντού γύρω μας. Παρατηρούμε την άνοδο του πολιτικού εξτρεμισμού, μια εθνικιστική αντίδραση στις υποχρεώσεις των χώρας προς – τους συνήθως ξένους – πιστωτές τους. Τα φαντάσματα από το 1930 έχουν επιστρέψει για να μας στοιχειώσουν.
Είτε η ανάκαμψη ήταν εξαιρετικά υποτονική ή, σε πολλά μέρη της Ευρώπης, εντελώς ανύπαρκτη. Για κάποιες χώρες της ευρωζώνης, η οικονομική ελεύθερη πτώση συνεχίζει να απειλεί ενώ οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι καυγαδίζουν για το τι πρέπει να γίνει στη συνέχεια.
Η εμφάνιση του Νίκου Μιχαλολιάκου και της Χρυσής Αυγής – με το έμβλημα να θυμίζει σβάστικα - στις ελληνικές εκλογές της Κυριακής μαζί με τον πολύ μεγάλο αριθμό ψήφων προς την Marine Le Pen στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών δύο εβδομάδες νωρίτερα υπογραμμίζουν την αυξανόμενη απογοήτευση των ψηφοφόρων με τα παραδοσιακά πολιτικά κόμματα που δε φαίνεται να μπορούν να προσφέρουν καμία ελπίδα ή μελλοντική προοπτική. Για αυτούς που κινούνται στις παρυφές του πολιτικού φάσματος, αυτό είναι γόνιμο έδαφος - όπως αποδείχθηκε και στη δεκαετία του 1930.
Με τα επίπεδα του εθνικού εισοδήματος τώρα πολύ χαμηλότερα από ότι αναμενόταν μόλις πριν από πέντε χρόνια, η προθυμία και ικανότητα των οφειλετών να εξοφλήσουν ξένους πιστωτές έχει μειωθεί σημαντικά. Το νέο σύνθημα για τους οφειλέτες κινδυνεύει να γίνει «δεν μπορώ να πληρώσω, δεν θα πληρώσω».
Μέχρι σήμερα, η ανταπόκριση των πιστωτών ήταν να απαιτούν συνεχή λιτότητα από τους οφειλέτες. Οι πιστωτές επιμένουν ότι οι οφειλέτες οι ίδιοι ευθύνονται για την έλλειψη ανάπτυξης. Κατά τα έτη που προηγήθηκαν της οικονομικής κρίσης, χώρες της νότιας Ευρώπης επέτρεψαν τους μισθούς τους να αυξηθούν πολύ γρήγορα, υπονομεύοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα τους.
Για τους πιστωτές, αυτό αποτελεί ελκυστική εξήγηση γιατί τους δίνει τη δυνατότητα να αποποιηθούν των ευθυνών τους. Ωστόσο, είναι μια εξήγηση γεμάτη ερωτηματικά. Αν η ανταγωνιστικότητα στη νότια Ευρώπη ήταν σε τόσο χαμηλά επίπεδα, γιατί δάνειζαν οι βόρειοι πιστωτές τις χώρες του ευρωπαϊκού νότου με τόση ευκολία; Αν το πρόβλημα αφορά μόνο την ανταγωνιστικότητα, γιατί έχουν καταλήξει και τα «συνετά» κράτη της βόρειας Ευρώπης στην ύφεση; Η ολλανδική οικονομία συρρικνώνεται και πάλι, όπως και του Ηνωμένου Βασιλείου παρά - στην περίπτωση του τελευταίου - τα υποτιθέμενα οφέλη της ποσοτικής χαλάρωσης και, στα αρχικά στάδια της οικονομικής κρίσης, μια σημαντική μείωση στην αξία της στερλίνας. Και αν η κρίση αφορά μόνο την ανταγωνιστικότητα, γιατί η ανταγωνιστική αμερικανική οικονομία αγωνίζεται να ανακτήσει την προ-κρίσης ισορροπία της;
Οι πιστωτές συνήθως δεν αναλαμβάνουν τις ευθύνες έως ότου είναι πολύ αργά. Και απαιτούν προσαρμογή από τους οφειλέτες, ακόμη και όταν οι οφειλέτες δεν έχουν πλέον την πολιτική ικανότητα να το πράξουν. Ωστόσο, όπως η περίοδος του μεσοπολέμου καταδεικνύει, τα προβλήματα των οφειλετών αναπόφευκτα μετατραπήκαν σε προβλήματα και των πιστωτών.
Το 1931, η Αυστρία προσπαθούσε να καταφέρει το είδος της λιτότητας που βλέπουμε σήμερα σε περιοχές της νότιας Ευρώπης. Σύμφωνα με το χρυσό πρότυπο (Gold Standard), η μόνη επιλογή για να ανακτήσει την ανταγωνιστικότητά της ήταν να μειώσει τιμές και μισθούς. Κατά τη διαδικασία αυτή, οι επιχειρήσεις απέτυχαν, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια αυξήθηκαν και το τραπεζικό σύστημα άρχισε να εμφανίζεται εξαιρετικά ευάλωτο. Η κρίση κορυφώθηκε με την αποτυχία της Creditanstalt, μια μεγάλη τράπεζα της Βιέννης το 1931, γεγονός ισοδύναμο της Lehman Brothers τότε. Λίγα χρόνια αργότερα, ο Χίτλερ έγινε δεκτός από ζητωκραυγάζοντα πλήθη εντός της Βιέννης.
Για τους οφειλέτες, που επιθυμούν να ξεφύγουν από τα δεσμά των πιστωτών τους, η αναζωπύρωση του εθνικισμού οδήγησε σε χρεωκοπίες και σιγά σιγά στην πολιτική του μίσους. Για τους πιστωτές όπως οι ΗΠΑ και η Γαλλία (οι βασικοί παίκτες της εποχής) ήταν ένα απότομο ξύπνημα. Οι δικές τους οικονομίες υπέφεραν πιο πολύ από όλους, μια αντανάκλαση της προσκόλλησής τους στην οικονομική ορθοδοξία - κυρίως συνεχίζοντας την αφοσίωσή τους στο Gold Standard - στον απόηχο της έκτακτης οικονομικής και χρηματοπιστωτικής αναταραχής.
Ο Φρασνουά Ολάντ έχει εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας υποστηρίζοντας σθεναρά την ανάπτυξη. Αυτό δεν είναι κάτι παραπάνω από ευσεβής πόθος, εκτός αν υπάρχει εθελοντική προσαρμογή χρεών τόσο από πιστωτές όσο και οφειλέτες. Για να επιτευχθεί αυτό - και να επιβιώσει το ευρώ - χρειάζεται περισσότερη, όχι λιγότερη, Ευρώπη.
Τίποτα από αυτά δεν θα είναι εύκολο. Ίσως η επιτυχία της ακροδεξιάς θα εξαναγκάσει τους πολιτικούς σε δράση. Η ειρωνεία, όμως, είναι προφανής. Μια επιτυχημένη επίλυση της κρίσης της ευρωζώνης χρειάζεται «περισσότερη Ευρώπη», αλλά αυξάνεται ο αριθμός των ψηφοφόρων που αρχίζουν να ζητούν όλο και λιγότερη. Τα φαντάσματα έχουν επιστρέψει για τα καλά.
sofokleous10.gr