Μία μόλις ημέρα μετά το κούρεμα της δόσης από τις Βρυξέλλες, το κράτος υποχρεώθηκε να προσφύγει σε έκδοση εντόκων γραμματίων για να καλύψει ακριβώς το 1 δισ. ευρώ που ψαλιδίστηκε με τον κίνδυνο ενός νέου αλμυρού επιτοκίου δανεισμού λόγω της πολιτικής αβεβαιότητας.
Την ίδια ώρα το ΙΚΑ υποχρεώνεται για πέμπτη συνεχόμενη φορά να οδηγηθεί σε εσωτερικό δανεισμό (ΕΤΕΑΜ και ΤΑΠ ΔΕΗ) προκειμένου να μπορέσει να καταβάλει τις συντάξεις του Ιουνίου, τη στιγμή που στο πρώτο τρίμηνο του έτους έχει κιόλας απορροφήσει τα 2/3 της ετήσιας επιχορήγησής του από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το χειρότερο όλων, ωστόσο, είναι η απότομη κάμψη που παρουσιάζουν οι ημερήσιες εισπράξεις των εφοριών, στις οποίες είχε εναποθέσει τις ελπίδες του το Δημόσιο προκειμένου να μπορέσει να εξυπηρετήσει τις τρέχουσες ταμιακές του ανάγκες μέχρι να ξεκαθαρίσει η πολιτική κατάσταση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Μάιο η μέση ημερήσια εισροή εσόδων στις εφορίες ήταν της τάξης των 35 εκατ. ευρώ, έναντι 40 εκατ. ευρώ τον αντίστοιχο περυσινό μήνα. Από την επόμενη ημέρα των εκλογών, ωστόσο, και μέχρι την περασμένη Παρασκευή το ποσό είχε υποχωρήσει στα 25 εκατ. ευρώ με συνεχείς πτωτικές τάσεις. Εξέλιξη που οδηγεί σε αυξημένη ανησυχία το σημερινό οικονομικό επιτελείο, το οποίο βλέπει να μετατίθενται για το μέλλον μια σειρά φορολογικών υποχρεώσεων και μέτρων που είχαν ήδη αποφασισθεί και ψηφισθεί, αλλά ουδέποτε εφαρμόστηκαν.
Ακόμα και το περίφημο μαξιλάρι ασφαλείας τον Απρίλιο ξεφούσκωσε σημαντικά μετά τη μείωση των εσόδων κατά 10,2% σε σχέση με πέρυσι αλλά και τη μείωση της δόσης.
Και εάν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο οι φορολογικές υποχρεώσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών θα καλυφθούν έστω και μεταχρονολογημένα, δεν συμβαίνει το ίδιο και με τις εισπράξεις από τους έμμεσους φόρους, οι οποίοι έχουν για τα καλά ροκανιστεί από την επιμονή της ύφεσης, που είναι βέβαιο πλέον ότι θα είναι σχεδόν διπλάσια από το προβλεπόμενο 2,8%.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο για τον προηγούμενο μήνα οι εισπράξεις από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης στα οινοπνευματώδη και στα καπνικά προϊόντα σημείωσαν πτώση 30% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο, ενώ σημαντική μείωση 15% εμφανίζουν και τα τελωνειακά έσοδα. Τη μεγαλύτερη μείωση εμφανίζουν τα έσοδα από τα τέλη ταξινόμησης αυτοκινήτων (60%), ενώ μείωση 2,5% εμφανίζουν και οι ΕΦΚ Πετρελαιοειδών.
Τα έσοδα από ΦΠΑ μειώθηκαν κατά 13,5% σε σχέση με πέρυσι, ενώ ακόμη μεγαλύτερη πτώση σημείωσαν τον περασμένο μήνα τα συνολικά έσοδα προ επιστροφών φόρων, καθώς διαμορφώθηκαν στο -13,4%.
Κατόπιν των αποτελεσμάτων αυτών, οι συνολικές εισπράξεις του Δημοσίου κινήθηκαν για πρώτη φορά αρνητικά μετά το θετικό πρώτο τρίμηνο, το οποίο και αυτό ωστόσο υπολείπονταν του στόχου του προϋπολογισμού. Μοναδική αναλαμπή αποτέλεσαν οι εισπράξεις από τους φόρους στη δημόσια περιουσία, κυρίως λόγω του τέλους ηλεκτροδότησης, που εμφανίζουν το σχετικό κονδύλι αυξημένο κατά 1.800%!
Το οικονομικό επιτελείο προσδοκά για αναστροφή της αρνητικής τάσης των εσόδων τις τελευταίες ημέρες του μήνα, όπου κατά τεκμήριο προσφεύγουν οι φορολογούμενοι για να τακτοποιήσουν τις φορολογικές τους υποχρεώσεις. Πλην όμως κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος ότι εάν προκηρυχθούν εκλογές αυτή η τάση θα επιβεβαιωθεί ή θα επαναληφθεί εκείνη της προεκλογικής περιόδου του Απριλίου, όπου υπήρξε πραγματική καθίζηση.
Τον χειμώνα και βλέπουμε
Η προσδοκία για βελτίωση των εισπράξεων εναποτίθεται πάντως στους μήνες που απομένουν μέχρι το τέλος του έτους, όπου έχει μεταφερθεί το μεγαλύτερο μέρος τακτοποίησης των φορολογικών υποχρεώσεων. Το συνολικό ποσό που προβλέπεται από το δίχτυ των «χαρατσιών» υπερβαίνει τα 8,5 δισ. ευρώ και θα προέλθει από την καταβολή του τέλους ακινήτων έτους 2012, τον φόρο εισοδήματος φυσικών προσώπων για τα εισοδήματα του 2011, την έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης για τα περυσινά εισοδήματα, το αυξημένο τέλος επιτηδεύματος, το ΕΤΑΚ 2009 και τον ΦΑΠ 2010 και 2011.
Εάν κάτι από αυτά αποκλίνει από τους στόχους, η ταμιακή εξυπηρέτηση των αναγκών του Δημοσίου θα δυσχεράνει ακόμη περισσότερο. Είναι χαρακτηριστικό ότι έστω κι αν ακόμη αγνοηθούν οι υποχρεώσεις της χώρας για την καταβολή τόκων ύψους 13 δισ. ευρώ ετησίως, το κράτος θα απαιτούσε τουλάχιστον 1,1 δισ. ευρώ προκειμένου να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες του. Αυτό είναι ακριβώς το πρωτογενές έλλειμμα με το οποίο θα έκλεινε το έτος στην περίπτωση που όλες οι πηγές των εσόδων απέδιδαν τα προβλεπόμενα, οι δαπάνες δεν ξέφευγαν και η ύφεση δεν βάθαινε περισσότερο από το προβλεπόμενο 2,8%.
Ήδη, όμως, τον προεκλογικό μήνα Απρίλιο τα έσοδα «βούτηξαν» κατά 10,2%, με αποτέλεσμα στο πρώτο τετράμηνο του έτους τα καθαρά έσοδα να έχουν μειωθεί κατά 0,5%, έναντι ετήσιου στόχου για αύξηση 4,2%. Αν μάλιστα λάβει κάποιος υπόψη και τις επιστροφές φόρου που... δεν επιστρέφονται, τα συνολικά έσοδα είναι μειωμένα κατά περίπου 13%. Επισήμως το Δημόσιο έχει εισπράξει κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους μόλις 12,8 δισ. ευρώ, έναντι ετήσιου στόχου 56,1 δισ. ευρώ. Απομένουν έτσι προς είσπραξη 43,3 δισ. ευρώ, που επιμερίζονται σε μέσες μηνιαίες εισπράξεις της τάξης των 4,8 δισ. ευρώ.
Μεγαλύτερο πρόβλημα προκύπτει από το σκέλος των δαπανών, καθώς στο ίδιο διάστημα έχει ήδη εκταμιευθεί το 25% του ετήσιου κονδυλίου για μισθούς και συντάξεις και το 37,5 των επιχορηγήσεων για ασφαλιστικά ταμεία. Κάποια μάλιστα από αυτά, όπως το ΙΚΑ και ο ΕΟΠΥΥ, έχουν ήδη εισπράξει τα 2/3 της ετήσιας επιχορήγησής τους. Αυτό σημαίνει ότι εάν δεν εξορθολογιστεί ο ρυθμός συγκράτησής τους το ταμιακό έλλειμμα θα ανοίξει ακόμη περισσότερο.