Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν απο ενημερωτικό σημείωμα, που έδωσε στη δημοσιότητα το Ευρωπαϊκό Κέντρο για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (cedefop), με έδρα τη Θεσσαλονίκη.
Πάντως, τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε αυτή την κατηγορία εργαζομένων καταγράφονται στη Σλοβακία και τη Λιθουανία, όπου προσεγγίζουν το 40%!
Αναλυτικότερα, ο "εφιάλτης" της ανεργίας για τα άτομα με χαμηλή εκπαίδευση (το πολύ αρχική κατώτερη δευτεροβάθμια) δεν επηρεάζει μόνο τις παραπάνω πέντε χώρες, αλλά και συνολικά την Ευρωπαϊκή 'Ενωση. Στο διάστημα που μεσολάβησε από το 2008 μέχρι πέρυσι, η ανεργία των ατόμων της συγκεκριμένης κατηγορίας στην ΕΕ αυξήθηκε συνολικά κατά 5% λόγω και της κρίσης κι έφτασε το 2011 στο 14,8%.
Οι 11 κοινοτικές χώρες, στις οποίες τα σχετικά ποσοστά ανεργίας ξεπερνούσαν το 15% το 2011, ήταν οι εξής: Σλοβακία (39,2%), Λιθουανία (37,3%), Εσθονία (26,4%), Ισπανία (26,4%), Λετονία (25,8%), Βουλγαρία (25,5%), Ουγγαρία (23,1%), Ιρλανδία (21,7%), Τσεχία (21,6%), Ελλάδα (17%) και Πολωνία (16,9%).
Το αντίστοιχο ποσοστό για τις υπόλοιπα κράτη-μέλη της ΕΕ κυμάνθηκε πέρυσι μεταξύ του 5,4% (για την Ολλανδία, που φαίνεται ότι έχει βρει τρόπους απασχόλησης των εργαζομένων με χαμηλά τυπικά προσόντα) και 13,9% (για τη Γερμανία).
Μάλιστα, τα ποσοστά ανεργίας για τη συγκεκριμένη κατηγορία εργαζομένων αυξήθηκαν μεταξύ 2008 και 2011 για όλες τις κοινοτικές χώρες που εξετάστηκαν, πλην της Γερμανίας. Η τελευταία κατόρθωσε να τα μειώσει κατά 2,4%, με το μεγαλύτερο μέρος αυτής της μείωσης να έχει επιτευχθεί μεταξύ του 2010 και της περσινής χρονιάς.
Στη διάρκεια της ίδιας περιόδου, τα άτομα ηλικίας 25-64 ετών με μέση ή υψηλή μόρφωση βρίσκονταν σε σαφώς καλύτερη μοίρα, αφού η ανεργία στη δική τους περίπτωση αυξήθηκε μόνο κατά 2% και 1,5% αντίστοιχα. Με απλά λόγια, όσο υψηλότερη ήταν η μόρφωση, τόσο χαμηλότερη αποδείχτηκε η πιθανότητα εξόδου από την αγορά εργασίας.
Για τη σύνταξη του ενημερωτικού σημειώματος, το cedefop χρησιμοποίησε στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία-Eurostat (25/4/2012), αλλά και τους ετήσιους μέσους όρους απασχόλησης και ανεργίας, που καταγράφονται και δημοσιοποιούνται στο πλάισιο της έρευνας εργατικού δυναμικού της ΕΕ (EU Labour Force Survey).
Η έρευνα κατέγραψε τους ανέργους ηλικίας 25-64 ετών με χαμηλή εκπαίδευση, οι οποίοι δεν είχαν δουλειά κατά την περίοδο αναφοράς. Επίσης, όσους εξ αυτών έψαχναν για μια θέση εργασίας τις τέσσερις εβδομάδες πριν από την έρευνα, αλλά και όσους είχαν ήδη βρει κάποια δουλειά, στην οποία θα ξεκινούσαν να εργάζονται το τετράμηνο έπειτα από τη μελέτη.
Οι δείκτες ανεργίας που προαναφέρονται έχουν υπολογιστεί ως ποσοστό των ανέργων επί του συνολικού οικονομικά ενεργού πληθυσμού.