Στα βάθη του Ειρηνικού
Τα ευρήματα των Δανών ερευνητών του Πανεπιστημίου Αarhus δημοσιεύονται στο τελευταίο τεύχος της επιθεώρησης Science. Σύμφωνα με το άρθρο, τα βακτήρια προήλθαν από το υπέδαφος του Ειρηνικού Ωκεανού στο σημείο που εντοπίζεται το κυκλοτερές ρεύμα του (ένα από τα πέντε μεγαλύτερα του πλανήτη μας). Η άμμος και η λάσπη από τις ηπείρους, δύσκολα φτάνει στο σημείο αυτό και ως εκ τούτου ο πυθμένας συγκεντρώνει ιζήματα με εξαιρετικά αργούς ρυθμούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα αργιλώδη ιζήματα που εντοπίζονται μόλις 30 μέτρα κάτω από τον πυθμένα έχουν ηλικία 86 εκατομμυρίων ετών, βρίσκονταν δηλαδή εκεί για 20 εκατομμύρια χρόνια πριν από την εμφάνιση του τυραννόσαυρου!
Αφιλόξενα ιζήματα
Αυτά τα ιζήματα περιέχουν τόσο λίγα θρεπτικά υλικά που είναι αδύνατον να υποστηρίξουν τη ζωή. Ωστόσο, λίγο πιο πάνω φαίνεται πως τα ιζήματα είναι κάπως πλουσιότερα καθώς σε αυτά εντόπισαν τα βακτήρια οι Δανοί ερευνητές.
Όχι πως επρόκειτο για πλήθος βακτηρίων: η συγκέντρωσή τους δεν ξεπερνούσε τα 1000 ανά κυβικό εκατοστό ιζήματος, πράγμα που σημαίνει ότι η αναζήτησή τους με τη βοήθεια του μικροσκοπίου έμοιαζε με αναζήτηση ψύλλων στα άχυρα.
Τα βακτήρια εξαρτώνται από το οξυγόνο και τον άνθρακα για την επιβίωσή τους, αλλά οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι αναπνέουν με έναν ρυθμό που είναι 10.000 φορές πιο αργός από εκείνον των βακτηρίων που καλλιεργούνται σε εργαστηριακές συνθήκες.
Στα όρια της ζωής και του θανάτου
Με βάση τον δικό μας χρόνο, τα βακτήρια ζουν τόσο «αργά» ώστε φαίνονται νεκρά! Μόνο όταν οι ερευνητές τους «έκαναν το τραπέζι» με γλυκόζη και άλλα θρεπτικά συστατικά μπόρεσαν να παρατηρήσουν ότι ήταν όντως ζωντανά, καθώς απορρόφησαν μικροποσότητες φαγητού.
Οι Δανοί επιστήμονες εκτιμούν ότι τα βακτήριά τους βρίσκονται πράγματι στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου και πως μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να οριστεί το κατώτερο μεταβολικό όριο για την επιβίωση. Σύμφωνα δε με τις εκτιμήσεις τους, τα βακτήρια αυτά δεν αναπαράγονται καθώς δεν διαθέτουν επαρκή ενέργεια για να διπλασιάσουν το DNA τους και τα υπόλοιπα οργανίδιά τους και να διαιρεθούν. Αυτό τα καθιστά ίσως τους αρχαιότερους οργανισμούς που φιλοξενεί ο πλανήτης μας, αν και η ακριβής ηλικία τους δεν έχει προσδιοριστεί.