Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην προσφυγή, οι μειώσεις στις κύριες (σε ποσοστό 12% για το ποσό πέραν των 1.300 ευρώ) και στις επικουρικές συντάξεις (σε ποσοστά που αυξάνονται σταδιακά π.χ. 10% για σύνταξη έως 250 ευρώ, 15% από 250 έως 300 ευρώ κ.λπ.) είναι αντισυνταγματικές και αντίθετες σε διεθνείς κανόνες δικαίου και του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως διαμορφώθηκε μετά την έναρξη ισχύος της συνθήκης της Λισσαβώνας.
Οι προσφεύγοντες υποστηρίζουν ότι παραβιάζονται οι συνταγματικές διατάξεις οι οποίες κατοχυρώνουν το δικαίωμα στην ασφάλιση, την αρχή της αναλογικότητας, την αρχή της ισότητας και ταυτόχρονα παραβιάζονται το πρώτο πρόσθετο πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), ο Ευρωπαϊκός Κοινωνικός Χάρτης και το Διεθνές Σύμφωνο για τα οικονομικά, πολιτιστικά και κοινωνικά δικαιώματα των Ηνωμένων Εθνών.
Ακόμη, αναφέρουν στην προσφυγή τους ότι οι μειώσεις στις συντάξεις είναι παράνομες γιατί δεν προβλέπεται να έχουν προσωρινό χαρακτήρα ενώ δεν έχει προηγηθεί αναλογιστική μελέτη. Ισχυρίζονται ότι το όριο των 1.300 ευρώ είναι αυθαίρετο, τονίζοντας ότι δεν συναρτάται με κάποιο λόγο δημοσίου συμφέροντος.
Τέλος, σημειώνουν ότι με τις μειώσεις αυτές ο νομοθέτης φαίνεται σαν να εκδικείται μία μόνο κατηγορία συνταξιούχων, θεωρώντας τους υπεύθυνους για το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας λόγω των σχετικά υψηλών συντάξεών τους.