Ο πρόεδρος της Ένωσης των Βιομηχανικών και Εμπορικών Επιμελητηρίων της Γερμανίας (DIHK) Χανς Χάινριχ Ντρίφτμαν δήλωσε στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων ότι ο γερμανικός επιχειρηματικός κόσμος «δεν επιθυμεί να προκύψει η χειρότερη των περιπτώσεων». Όπως μεταδίδει η Deutche Welle ο εκπρόσωπος της γερμανικής οικονομίας αναμένει ότι οι Έλληνες θα «συνετιστούν» και προβαίνει στην πρόγνωση ότι «και αυτή τη φορά τα πράγματα μπορούν να πάνε καλά την τελευταία στιγμή». Ο κ. Ντρίφτμαν υπενθυμίζει ότι το 80% των Ελλήνων τάσσεται υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στη ζώνη του κοινού νομίσματος, ανεξαρτήτως της εκλογικής επιτυχίας των ακραίων κομμάτων.
O πρόεδρος της DIHK θεωρεί τον κίνδυνο μετάδοσης της ελληνικής κρίσης σε άλλες χώρες μικρότερο από ότι συχνά υποστηρίζεται. «Σε περίπτωση ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας της Ελλάδας θα επιβαρυνθούν σίγουρα τα χρηματοπιστωτικά ινστιτούτα και υπάρχει ο φόβος να υποστούν απώλειες οι μικροεπενδυτές», λέει ο κ. Ντρίφτμαν, εκφράζοντας την εκτίμηση ότι οι διεθνείς δανειστές της Ελλάδας δεν πρόκειται να προβούν σε περαιτέρω παραχωρήσεις προς την Αθήνα. «Ζητούμενο είναι να πειστούν οι πολίτες και όχι νέες ενέσεις χρήματος», λέει χαρακτηριστικά. Παρά το γεγονός ότι στη φάση αυτή η κατάσταση στην Ελλάδα και στην Ισπανία είναι δύσκολη, ο Χανς Χάινριχ Ντρίφτμαν τάσσεται κατά της χαλάρωσης του Δημοσιονομικού Συμφώνου. «Προγράμματα αναθέρμανσης της οικονομίας με δανεικά είναι ο λάθος δρόμος», επισημαίνει ο πρόεδρος της DIHK.
Το τελεσίγραφο «συνέχιση του προγράμματος λιτότητας ή έξω από την ευρωζώνη» συμμερίζεται το 73% των Γερμανών. Σύμφωνα με δημοσκόπηση που διενήργησε η εταιρεία ερευνών Toluna und Thöring Heer & Partner, σε δείγμα χιλίων ατόμων προκύπτει το συμπέρασμα ότι η πλειονότητα των Γερμανών δεν είναι διατεθειμένη να αποδεχθεί την παραμονή της Ελλάδας στην ευρωζώνη εάν εκείνη δεν ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της έναντι των δανειστών. Το 60% αντιμετωπίζει τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ελλάδα και τη Γαλλία ως σοβαρή απειλή για το ευρώ, ωστόσο στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι ερωτηθέντες παραδέχονται ότι τα προγράμματα λιτότητας δεν επαρκούν, αλλά θα πρέπει να συμπληρωθούν με μια στρατηγική ανάπτυξης και ενίσχυσης της απασχόλησης. Επίσης πολλοί ερωτηθέντες δείχνουν κατανόηση για την οργή των Ελλήνων, καθώς τα προγράμματα λιτότητας τούς επιβαρύνουν σε υπερβολικό βαθμό.