Οι ερευνητές, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό της Εθνικής Ακαδημίας Επιστημών των ΗΠΑ (PNAS), σύμφωνα με το BBC, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η διγλωσσία επιδρά θεμελιωδώς στον εγκέφαλο και μεταβάλλει τον τρόπο που το νευρικό σύστημα αντιδρά στους ήχους, όπως έδειξαν τα σχετικά εργαστηριακά πειράματα, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο.
Οι επιστήμονες παρατήρησαν τις εγκεφαλικές αντιδράσεις 48 υγιών εθελοντών -από τους οποίους οι 23 ήσαν δίγλωσσοι- σε διάφορους ήχους. Οι ερευνητές είχαν συνδέσει τους εγκεφάλους των εθελοντών με ηλεκτρόδια, ώστε να καταγράφουν τα εγκεφαλικά κύματά τους.
Όπως διαπιστώθηκε, όταν επικρατούσε σχετική ησυχία στο εργαστήριο, και οι δύο ομάδες, όσοι μιλούσαν μόνο την μητρική γλώσσα και όσοι μιλούσαν και μία δεύτερη, είχαν παρόμοιες εγκεφαλικές αντιδράσεις στους διάφορους ήχους. Όταν όμως σκοπίμως το εργαστήριο κατακλύστηκε από ηχητικά ερεθίσματα και θορύβους, τότε τα μέλη της δεύτερης ομάδας των ξενόγλωσσων τα κατάφεραν πολύ καλύτερα στο να επεξεργαστούν τους ήχους, να εστιάσουν την προσοχή τους στη φωνή του εκάστοτε ομιλητή και να αποκόψουν τους άλλους θορύβους στο υπόβαθρο. Η διαφορά στις επιδόσεις ανάμεσα στις δύο ομάδες εθελοντών ήταν ορατή και στα εγκεφαλικά κύματά τους.
Όπως είπε η επικεφαλής της έρευνας, όσοι γνωρίζουν κι άλλη γλώσσα, έχουν πιο αποδοτικό ακουστικό σύστημα, πιο ευέλικτο και πιο ικανό να εστιάζεται αυτομάτως στα ηχητικά ερεθίσματα να τα επεξεργάζεται.
Σύμφωνα με άλλη ερευνήτρια, «οι άνθρωποι λύνουν σταυρόλεξα και κάνουν άλλες δραστηριότητες για να διατηρήσουν κοφτερό το μυαλό τους, Όμως ανακαλύψαμε ότι παρόμοια πλεονεκτήματα προέρχονται από τη γνώση και τη χρήση μιας δεύτερης γλώσσας». Προηγούμενη έρευνα έχει δείξει ότι η διγλωσσία βοηθά στην καταπολέμηση της άνοιας.