tromaktiko: Το (νέο) λάθος με τον ΣΥΡΙΖΑ

Τρίτη 8 Μαΐου 2012

Το (νέο) λάθος με τον ΣΥΡΙΖΑ



Η πολιτική εκτόξευση του ΣΥΡΙΖΑ σε ρόλο Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δηλαδή πολιτικά κυρίαρχου στον χώρο του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, προσπερνώντας το παρηκμασμένο ΠΑΣΟΚ, είχε τα…
στάδιά της. Φαίνεται ωστόσο ότι το πολιτικό σύστημα δεν κατανόησε πλήρως τα μηνύματα, και έτσι το μόρφωμα συνιστωσών του οποίου ηγείται ο Αλέξης Τσίπρας, συνεχίζει να κερδίζει πόντους, ακόμη και μετά το κλείσιμο της κάλπης.

Ο ΣΥΡΙΖΑ έθεσε τα θεμέλια για την πολιτική άνοδό του, με την αντικατάσταση του Αλέκου Αλαβάνου στην ηγεσία του. Ο πρώην πρόεδρος του Συνασπισμού, ήταν βαριά… συστημικός για την εποχή, τις απαιτήσεις της αλλά και το κοινωνικό ακροατήριο της σύγχρονης Αριστεράς. Έχοντας διανύσει τη μεγάλη διαδρομή από το ΚΚΕ στον Συνασπισμό, έμοιαζε ήδη στα μάτια πολλών ως φθαρμένος. Αν όχι ξεπερασμένος.

Η εκλογή Τσίπρα ήταν το σημείο καμπής για να γυρίσει ο ΣΥΡΙΖΑ σελίδα. Όχι απλά από μόνη της. Αλλά και επειδή ήρθε απέναντι στον Φώτη Κουβέλη, ο οποίος περισσότερο έμοιαζε με συνεχιστή της πολιτικής κληρονομιάς του Νίκου Κωνσταντόπουλου, παρά ως φορέας ανατροπών και νέων ιδεών.

Κάτι φυσικά που αποδείχτηκε από το αποτέλεσμα των εκλογών. Η Δημοκρατική Αριστερά ξεκίνησε δημοσκοπικά να βρίσκεται στα υψηλά επίπεδα στα οποία κατέληξε ο ΣΥΡΙΖΑ… επί πραγματικών εκλογικών ποσοστών. Η καμπύλη της συρρίκνωσης της ΔΗΜΑΡ, έχει στο κέντρο της τις συζητήσιμες και μάλλον ατυχείς προεκλογικές επιλογές του Φώτη Κουβέλη, ο οποίος άνοιξε μια φιλόξενη αγκαλιά για «εκπεσόντες» του σημιτικού ΠΑΣΟΚ, με μηδενική απήχηση στην κοινωνία. Που δεν του έφεραν, όπως αποδείχτηκε, ψήφους, αλλά αντιθέτως λειτούργησαν στην αντίθετη κατεύθυνση, απομακρύνοντας ψηφοφόρους από τη Δημοκρατική Αριστερά.

Όντας αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας πέρασε από διάφορα στάδια. Θα ήταν ένδειξη εμπάθειας ωστόσο, να μην αναγνωρίσει κανείς ότι από το 2009 μέχρι και σήμερα, επέδειξε μετρήσιμη και απτή βελτίωση. Τόσο στον προφορικό λόγο του, όσο στη δομή των επιχειρημάτων και τις στρατηγικές επιλογές του.

Τη δε κρίσιμη ώρα, κατανόησε εγκαίρως τα μηνύματα του ιδεολογικού και κοινωνικού χώρου τον οποίο επεδίωκε να εκφράσει. Η Κεντροαριστερά γύρισε την πλάτη στο ΠΑΣΟΚ, όχι (μόνο) λόγω του Γιώργου Παπανδρέου. Αλλά (κυρίως) λόγω του Μνημονίου. Το οποίο εξέφραζε και ο διάδοχος του παπανδρεϊκού οικόσημου στην Ιπποκράτους, Ευάγγελος Βενιζέλος.

Ο Αλέξης Τσίπρας λοιπόν επένδυσε στην επικαιροποιημένη ρήση του Ανδρέα Παπανδρέου, για την «ύπαρξη δυο κόσμων». Επιλέγοντας να εκφράσουν, ο ίδιος και ο ΣΥΡΙΖΑ την προφανή κοινωνική οργή κατά του Μνημονίου. Και την ίδια ώρα, τοποθετώντας στους απέναντι, δηλαδή στη «γειτονιά» του Μνημονίου, κυρίως το ΠΑΣΟΚ. Το ΠΑΣΟΚ του Ευάγγελου Βενιζέλου.

Τις τελευταίες μέρες της προεκλογικής περιόδου, καταγράφηκαν δυο tipping points, τα οποία ώθησαν στην αγκαλιά του ΣΥΡΙΖΑ, τη συντριπτική πλειοψηφία των αναποφάσιστων που προέρχονταν από τον χώρο του ΠΑΣΟΚ: Το πρώτο ήταν οι σφοδρές επιθέσεις του σημερινού ΠΑΣΟΚ απέναντι στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Επιθέσεις που έκαναν τον Αλέξη Τσίπρα περισσότερο συμπαθή, σε έναν κόσμο εκ των προτέρων προσανατολισμένο στο να καταδικάσει τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας. Κυρίως το ΠΑΣΟΚ.

Το δεύτερο ήταν η ριψοκίνδυνη στρατηγική της ρητορικής περί «κυβερνητικής Αριστεράς». Μια επιλογή που δικαιώθηκε στην πράξη, καθώς φάνηκε ότι έχασαν… όλοι οι άλλοι πλην του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Έχασε το Κομμουνιστικό Κόμμα, που έσπευσε αμέσως να την απορρίψει. Έχασε η Δημοκρατική Αριστερά, που μέχρι τότε επένδυε στο επιχείρημα της «σοβαρής Αριστεράς». Κυρίως όμως έχασε το ΠΑΣΟΚ, που ήταν διαχρονικά η μόνη «κυβερνητική» συνιστώσα του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς.

Μετά όμως και από τα αποτελέσματα που ανέδειξαν τον ΣΥΡΙΖΑ σε Αξιωματική Αντιπολίτευση, η λάθος αντιμετώπιση του «φαινομένου Τσίπρας» συνεχίζεται. Υπονοείται η αναγκαιότητα συμμετοχής του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πολυπρόσωπο κυβερνητικό σχήμα, ώστε να εκτεθεί ο Συνασπισμός, και να αποδειχθεί ότι οι πολιτικές τις οποίες ευαγγελίζεται, είναι ανεφάρμοστες.

Μα, στην περίπτωση που συμβεί αυτό, η «κυβέρνηση Τσίπρα» δεν θα έχει χρονικό ορίζοντα ούτε έξι μηνών. Δεν θα προλάβει δηλαδή να εκτεθεί. Επειδή, πολύ απλά, λόγω της γενικότερης αναστάτωσης, αμηχανίας και αβεβαιότητας που επικρατεί αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη, θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να πιεστεί η όποια αυριανή ελληνική κυβέρνηση από τις Βρυξέλλες.

Αντιθέτως λοιπόν, ελλοχεύει ο κίνδυνος, μια «κυβέρνηση Τσίπρα» 100 ημερών, να διαχειριστεί απλώς την κατάσταση, και να «πετύχει» τη στιγμιαία ανάσχεση της επιβολής των σκληρών μέτρων για τα οποία μιλούσε και χθες η Άνγκελα Μέρκελ. Αν συμβεί αυτό, οι επιπτώσεις στη συμπεριφορά του εκλογικού σώματος θα είναι εκκωφαντικές.

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!