Η τακτική του Φώτη Κουβέλη εστιάστηκε στην προσπάθεια να ισορροπήσει μεταξύ του μηνύματος της κάλπης, δηλαδή της έκδηλης απονομιμοποίησης του δικομματισμού και της επιβαλλόμενης λιτότητας, και των όποιων ανησυχιών στο εκλογικό σώμα και το ευρύτερο οικονομικό σύστημα για την «ακυβερνησία» και τις επιπτώσεις στην οικονομία. Κατά συνέπεια επέμεινε μέχρι τέλους στην άρνηση να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση Ν.Δ. - ΠΑΣΟΚ, όπως προεκλογικά εγγυήθηκε, και από την άλλη κατέβαλε κάθε προσπάθεια να αποδείξει ότι εννοεί τα περί «κυβερνώσας Αριστεράς», η οποία «δεν μένει αδιάφορη απέναντι στη διακυβέρνηση της χώρας».
Παράλληλα, με αυτό τον τρόπο ο Κουβέλης επέλεξε να διαφυλάξει το κλίμα στο εσωτερικό του κόμματός του από μια νέα εσωτερική διχογνωμία, όπως στην περίπτωση της συγκυβέρνησης υπό τον Παπαδήμο τον περασμένο Νοέμβριο, μεταξύ εκείνων των στελεχών που πριμοδοτούσαν την εξάντληση των προσπαθειών για μια κυβέρνηση εδώ και τώρα και άλλων που προέκριναν μια πιο φιλική στάση απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Όσον αφορά λοιπόν συνολικά τη στάση της ΔΗΜΑΡ, είναι ενδεικτική η δήλωση του Φώτη Κουβέλη αμέσως μετά το πέρας της τελευταίας σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών υπό τον Παπούλια:
«Απευθυνόμενος στους Έλληνες και στις Ελληνίδες θέλω να πω με σαφήνεια και κατηγορηματικότητα ότι η Δημοκρατική Αριστερά έκανε ό,τι ήταν δυνατόν, έκανα ό,τι μπορούσα και μάλιστα με το ποσοστό του 6,11% του ελληνικού λαού που μας τίμησε με την ψήφο του, προκειμένου να μην υπάρξει προσφυγή της χώρας σε νέες εκλογές».
Στην ίδια δήλωση ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς επιχείρησε να επιμερίσει ευθύνες για τη μη ευόδωση της πρότασής του για σχηματισμό οικουμενικής κυβέρνησης με σκοπό να οδηγήσει τη χώρα σε «σταδιακή απαγκίστρωση» από το μνημόνιο, αποδίδοντας ωστόσο το μεγαλύτερο μέρος των ευθυνών στη στάση του ΣΥΡΙΖΑ.
Ειδικότερα, κάλεσε τους πολίτες να βγάλουν τα συμπεράσματά τους και την κάθε πολιτική δύναμη να «αναλάβει τις δικές της ευθύνες, που δεν υπηρέτησε αυτή τη συγκεκριμένη πρόταση που έκανα για τη συγκρότηση μιας οικουμενικής κυβέρνησης και μάλιστα με συγκεκριμένο πολιτικό περιεχόμενο, δεσμευτικού χαρακτήρα για τις δυνάμεις που θα συγκροτούσαν οικουμενική κυβέρνηση έτσι ώστε να αντιμετωπιστούν άμεσα προβλήματα, τα οποία στην κυριολεξία έχουν τεμαχίσει την ελληνική κοινωνία».
Η πρόταση για οικουμενική κυβέρνηση αποκρυσταλλώθηκε πριν από τη συνάντηση του Κουβέλη με τον Βενιζέλο, μετατοπίζοντας την αρχικά θετική στάση του κόμματος απέναντι στην πρόταση του Τσίπρα για «κυβέρνηση της Αριστεράς». Είχε εξάλλου διαφανεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης.
Κατόπιν αυτού, μοιραία ήρθε η σύγκρουση με τον ΣΥΡΙΖΑ, καθώς η Δημοκρατική Αριστερά ανέβασε τους τόνους αποδίδοντας ουσιαστικά στην Κουμουνδούρου μικροκομματική σκοπιμότητα και παιχνίδια με τη διαχείριση της εντολής, την όποια, όπως έλεγαν κορυφαία στελέχη, τη μετέτρεψε σε προεκλογική εκστρατεία εν όψει των πιθανών επαναληπτικών εκλογών. Η επιμονή της Δημοκρατικής Αριστεράς να βάζει ως όρο σε όλα τα σενάρια σχηματισμού κυβέρνησης τη συμμετοχή του ΣΥΡΙΖΑ άναψε τα αίματα μεταξύ των δύο χώρων, με τον δεύτερο να αντεπιτίθεται εγγράφοντάς την στο στρατόπεδο των Σαμαρά - Βενιζέλου και κατηγορώντας τη για παρασκηνιακή συμφωνία μαζί τους.
Το στοίχημα για τη Δημοκρατική Αριστερά πλέον είναι να επιβεβαιώσει στην επερχόμενη κάλπη του Ιουνίου ότι το ποσοστό της αντανακλά ένα υπαρκτό ρεύμα στην κοινωνία υπέρ της και όχι απλώς μια ψήφο διαμαρτυρίας απογοητευμένων ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Καθώς και ότι το χαρτί της ευθύνης πέρασε ως τέτοιο και όχι ως συγκατάνευση στις μεθοδεύσεις του μπλοκ του δικομματισμού έναντι του ΣΥΡΙΖΑ…