Τα άκομψα σχόλια της Κριστίν Λαγκάρντ για την Ελλάδα έχουν προκαλέσει σάλο (και δικαίως) στη χώρα. Αλλά και στο Νίγηρα, θα πρέπει να... επικρατεί εξίσου έντονη περιφρόνηση για τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ. Απορρίπτοντας τα δεινά που περνάνε κάποιες μητέρες στην Ελλάδα, η Λαγκάρντ είπε επίσης ότι αισθάνεται περισσότερη συμπάθεια για «τα μικρά παιδιά ενός σχολείου σε ένα μικρό χωριό στο Νίγηρα».
Αν η «συμπάθεια» είναι αυτό που χαρακτηρίζει την προσέγγιση του ΔΝΤ στο Νίγηρα, τότε η Ελλάδα θα έκανε καλά να αποφύγει την βοήθεια του ΔΝΤ. Ο Νίγηρας εμφανίζεται στους τίτλους ειδήσεων σε τακτά χρονικά διαστήματα - καθώς σχετίζεται με συνεχώς υψηλά επίπεδα υποσιτισμού και πείνας. Δεν έχει γίνει ωστόσο εκτενής αναφορά στο ρόλο του ΔΝΤ, και της Παγκόσμιας Τράπεζας, στην δυστυχία του λαού του Νίγηρα.
Ο Νίγηρας ήταν θύμα του κακόφημου πια προγράμματος διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ από το 1982 και παραμένει στο πλαίσιο ενός προγράμματος του ΔΝΤ, έως και σήμερα. Όπως και στην Ελλάδα, το ΔΝΤ δάνεισε χρήματα στη χώρα για να διασώσει τους πιστωτές του Νίγηρα. Τίποτα δεν ειπώθηκε για το αν ίσχυε αυτό το χρέος, ένα σημαντικό ερώτημα, αφού η χώρα τελούσε υπό στρατιωτικές κυβερνήσεις από το 1974 τη χρονιά δηλαδή που τα δάνεια άρχισαν να εισρέουν.
Τα δάνεια αποπλήρωναν το χρέος και, όπως στην Ευρώπη σήμερα, οι απλοί άνθρωποι του Νίγηρα καλούνταν να πληρώσουν το τίμημα του απερίσκεπτου δανεισμού μέσω της λιτότητας και μιας σειράς οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Παίρνουμε μια ένδειξη του αντίκτυπου που είχαν οι πολιτικές αυτές αν κοιτάξουμε τον κλάδο της γεωργίας.
Οι περισσότεροι στον Νίγηρα ζουν από τη γη. Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα θεωρούν τις εξαγωγές ως βασική πηγή συναλλάγματος για την αποπληρωμή του χρέους. Αυτό συνήθως τίθεται σε ισχύ ανοίγοντας και τον τομέα των τροφίμων στην αστάθεια των διεθνών αγορών. Επιδοτούμενα εισαγόμενα τρόφιμα πλημμύρισαν την εσωτερική αγορά, καταστρέφοντας ξαφνικά τον απροστάτευτο γεωργικό τομέα.
Σε συνδυασμό με τη λιτότητα, οι πολιτικές αυτές είχαν καταστροφικές συνέπειες. Όταν οι τιμές των τροφίμων είναι χαμηλές, ο πραγματικός αντίκτυπος μπορεί να καλυφθεί. Αλλά όταν αυξάνονται, οι άνθρωποι συνειδητοποιούν πολύ γρήγορα πόσο ευάλωτη είναι η πρόσβαση τους σε τρόφιμα. Ο Djibo Bagna, πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου του Νίγηρα, πιστεύει ότι η διαρθρωτική προσαρμογή της γεωργίας κατέστρεψε το Νίγηρα: «Φυσικά, όταν ο τομέας αυτός περιλαμβάνει το 85% του πληθυσμού, αυτό έχει συνέπειες: μείωση της παραγωγής, εγκατάλειψη της υπαίθρου, αύξηση των παραγκουπόλεων.»
Ούτε ένα πρόγραμμα λιτότητας και απελευθέρωσης κατάφερε να μειώσει τα επίπεδα του χρέους – ότι δηλαδή γίνεται και στην Ελλάδα. Τα χρέη του Νίγηρα συνέχισαν να αυξάνονται από $ 960 εκατομύρια, όταν ξεκίνησε η διαρθρωτική προσαρμογή, στο $ 1,8 δισ. το 1990, και στη συνέχεια, μετά από πρόσκαιρη πτώση, στο ρεκόρ των $ 2,1 δισ. το 2003. Περισσότερο χρέος σημαίνει περισσότερο έλεγχο από το ΔΝΤ, πράγμα που σήμαινε περισσότερη λιτότητα και περισσότερες μεταρρυθμίσεις.
Μετά από πολλά χρόνια, η παραγραφή του χρέους του Νίγηρα φαινόταν, ακόμη και στο ΔΝΤ, ως αναπόφευκτη. Η ελάφρυνση του χρέους επέτρεψε στο Νίγηρα να βελτιώσει την εκπαίδευση και να αυξήσει την πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό. Αλλά ήρθε και με προϋποθέσεις. Ένα 19% φόρο επί των πωλήσεων σε βασικά τρόφιμα και ταχεία αύξηση των τιμών των τροφίμων σήμαινε ότι για τους απλούς ανθρώπους ήταν ακόμη πιο δύσκολο να τα αποκτήσουν. Η πώληση των αποθεμάτων σίτου έκτακτης ανάγκης, μια πολιτική που είχε ήδη προκαλέσει λιμό στο Μαλάουι το 2002, έκανε περαιτέρω ζημιά.
Οι πολιτικές αυτές τροφοδότησαν το λιμό του 2005. Η κρίση δεν προκλήθηκε κυρίως από φυσικές καταστροφές - τα τρόφιμα ήταν διαθέσιμα, αλλά πανάκριβα - αλλά έπειτα από μια σειρά πολιτικών αποφάσεων. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν υπήρχε αλλαγή στο οικονομικό δόγμα. Το ΔΝΤ διαμήνυσε τότε στην κυβέρνηση του Νίγηρα να μην εκπονήσει το πρόγραμμα δωρεάν διανομής τροφίμων σε όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Η λεγόμενη λοιπόν σήμερα «σκληρή αγάπη» προς την Ελλάδα δεν είναι κάτι καινούργιο.
Η Lagarde δηλώνει: «Είναι μερικές φορές δύσκολο να πούμε στην κυβέρνηση σε φτωχές χώρες... να ενισχύσει ουσιαστικά τον προϋπολογισμό και να μειώσει το έλλειμμα.» Δύσκολο, αλλά όχι και ακατόρθωτο από ότι φαίνεται, παρά την επίδραση που έχει η προσέγγιση αυτή στην εκτίναξη της φτώχειας και της ανισότητας ξανά και ξανά.
Το απελπιστικό αντίκτυπο των πολιτικών του ΔΝΤ στον Νίγηρα δεν έχει φέρει καν τα αναμενόμενα αποτελέσματα δηλαδή τον έλεγχο του χρέους. Σε έκθεση που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα, αναφέρθηκε ότι 10 χρόνια μετά την ακύρωση του, οι πληρωμές χρέους του Νίγηρα, ως ποσοστό των κρατικών εσόδων αναμένεται να βρεθούν στο ίδιο επίπεδο όπως και πριν από την αναδιάρθρωση. Οι προσπάθειες του ΔΝΤ να «αναδιαρθρωθεί» ο Νίγηρας έχουν αποτύχει ακόμη και με αυτούς τους όρους.
Το να προσποιηθεί κανείς ότι το ΔΝΤ λειτουργεί με τρόπο φιλικότερο προς το Νίγηρα από ό τι προς στην Ελλάδα είναι μάλλον αβάσιμο. Οι πολιτικές του ΔΝΤ δεν μπορούν να βοηθήσουν χώρες που βρίσκονται σε κρίση. Η Ελλάδα μπορεί να μάθει πολλά από αυτό - και δεν έχει και πολλά να κερδίσει από τη «συμπάθεια» της κ. Λαγκάρντ.
Αν η «συμπάθεια» είναι αυτό που χαρακτηρίζει την προσέγγιση του ΔΝΤ στο Νίγηρα, τότε η Ελλάδα θα έκανε καλά να αποφύγει την βοήθεια του ΔΝΤ. Ο Νίγηρας εμφανίζεται στους τίτλους ειδήσεων σε τακτά χρονικά διαστήματα - καθώς σχετίζεται με συνεχώς υψηλά επίπεδα υποσιτισμού και πείνας. Δεν έχει γίνει ωστόσο εκτενής αναφορά στο ρόλο του ΔΝΤ, και της Παγκόσμιας Τράπεζας, στην δυστυχία του λαού του Νίγηρα.
Ο Νίγηρας ήταν θύμα του κακόφημου πια προγράμματος διαρθρωτικής προσαρμογής του ΔΝΤ από το 1982 και παραμένει στο πλαίσιο ενός προγράμματος του ΔΝΤ, έως και σήμερα. Όπως και στην Ελλάδα, το ΔΝΤ δάνεισε χρήματα στη χώρα για να διασώσει τους πιστωτές του Νίγηρα. Τίποτα δεν ειπώθηκε για το αν ίσχυε αυτό το χρέος, ένα σημαντικό ερώτημα, αφού η χώρα τελούσε υπό στρατιωτικές κυβερνήσεις από το 1974 τη χρονιά δηλαδή που τα δάνεια άρχισαν να εισρέουν.
Τα δάνεια αποπλήρωναν το χρέος και, όπως στην Ευρώπη σήμερα, οι απλοί άνθρωποι του Νίγηρα καλούνταν να πληρώσουν το τίμημα του απερίσκεπτου δανεισμού μέσω της λιτότητας και μιας σειράς οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Παίρνουμε μια ένδειξη του αντίκτυπου που είχαν οι πολιτικές αυτές αν κοιτάξουμε τον κλάδο της γεωργίας.
Οι περισσότεροι στον Νίγηρα ζουν από τη γη. Το ΔΝΤ και η Παγκόσμια Τράπεζα θεωρούν τις εξαγωγές ως βασική πηγή συναλλάγματος για την αποπληρωμή του χρέους. Αυτό συνήθως τίθεται σε ισχύ ανοίγοντας και τον τομέα των τροφίμων στην αστάθεια των διεθνών αγορών. Επιδοτούμενα εισαγόμενα τρόφιμα πλημμύρισαν την εσωτερική αγορά, καταστρέφοντας ξαφνικά τον απροστάτευτο γεωργικό τομέα.
Σε συνδυασμό με τη λιτότητα, οι πολιτικές αυτές είχαν καταστροφικές συνέπειες. Όταν οι τιμές των τροφίμων είναι χαμηλές, ο πραγματικός αντίκτυπος μπορεί να καλυφθεί. Αλλά όταν αυξάνονται, οι άνθρωποι συνειδητοποιούν πολύ γρήγορα πόσο ευάλωτη είναι η πρόσβαση τους σε τρόφιμα. Ο Djibo Bagna, πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου του Νίγηρα, πιστεύει ότι η διαρθρωτική προσαρμογή της γεωργίας κατέστρεψε το Νίγηρα: «Φυσικά, όταν ο τομέας αυτός περιλαμβάνει το 85% του πληθυσμού, αυτό έχει συνέπειες: μείωση της παραγωγής, εγκατάλειψη της υπαίθρου, αύξηση των παραγκουπόλεων.»
Ούτε ένα πρόγραμμα λιτότητας και απελευθέρωσης κατάφερε να μειώσει τα επίπεδα του χρέους – ότι δηλαδή γίνεται και στην Ελλάδα. Τα χρέη του Νίγηρα συνέχισαν να αυξάνονται από $ 960 εκατομύρια, όταν ξεκίνησε η διαρθρωτική προσαρμογή, στο $ 1,8 δισ. το 1990, και στη συνέχεια, μετά από πρόσκαιρη πτώση, στο ρεκόρ των $ 2,1 δισ. το 2003. Περισσότερο χρέος σημαίνει περισσότερο έλεγχο από το ΔΝΤ, πράγμα που σήμαινε περισσότερη λιτότητα και περισσότερες μεταρρυθμίσεις.
Μετά από πολλά χρόνια, η παραγραφή του χρέους του Νίγηρα φαινόταν, ακόμη και στο ΔΝΤ, ως αναπόφευκτη. Η ελάφρυνση του χρέους επέτρεψε στο Νίγηρα να βελτιώσει την εκπαίδευση και να αυξήσει την πρόσβαση σε ασφαλές πόσιμο νερό. Αλλά ήρθε και με προϋποθέσεις. Ένα 19% φόρο επί των πωλήσεων σε βασικά τρόφιμα και ταχεία αύξηση των τιμών των τροφίμων σήμαινε ότι για τους απλούς ανθρώπους ήταν ακόμη πιο δύσκολο να τα αποκτήσουν. Η πώληση των αποθεμάτων σίτου έκτακτης ανάγκης, μια πολιτική που είχε ήδη προκαλέσει λιμό στο Μαλάουι το 2002, έκανε περαιτέρω ζημιά.
Οι πολιτικές αυτές τροφοδότησαν το λιμό του 2005. Η κρίση δεν προκλήθηκε κυρίως από φυσικές καταστροφές - τα τρόφιμα ήταν διαθέσιμα, αλλά πανάκριβα - αλλά έπειτα από μια σειρά πολιτικών αποφάσεων. Ακόμη και κατά τη διάρκεια της κρίσης δεν υπήρχε αλλαγή στο οικονομικό δόγμα. Το ΔΝΤ διαμήνυσε τότε στην κυβέρνηση του Νίγηρα να μην εκπονήσει το πρόγραμμα δωρεάν διανομής τροφίμων σε όσους έχουν μεγαλύτερη ανάγκη. Η λεγόμενη λοιπόν σήμερα «σκληρή αγάπη» προς την Ελλάδα δεν είναι κάτι καινούργιο.
Η Lagarde δηλώνει: «Είναι μερικές φορές δύσκολο να πούμε στην κυβέρνηση σε φτωχές χώρες... να ενισχύσει ουσιαστικά τον προϋπολογισμό και να μειώσει το έλλειμμα.» Δύσκολο, αλλά όχι και ακατόρθωτο από ότι φαίνεται, παρά την επίδραση που έχει η προσέγγιση αυτή στην εκτίναξη της φτώχειας και της ανισότητας ξανά και ξανά.
Το απελπιστικό αντίκτυπο των πολιτικών του ΔΝΤ στον Νίγηρα δεν έχει φέρει καν τα αναμενόμενα αποτελέσματα δηλαδή τον έλεγχο του χρέους. Σε έκθεση που κυκλοφόρησε την περασμένη εβδομάδα, αναφέρθηκε ότι 10 χρόνια μετά την ακύρωση του, οι πληρωμές χρέους του Νίγηρα, ως ποσοστό των κρατικών εσόδων αναμένεται να βρεθούν στο ίδιο επίπεδο όπως και πριν από την αναδιάρθρωση. Οι προσπάθειες του ΔΝΤ να «αναδιαρθρωθεί» ο Νίγηρας έχουν αποτύχει ακόμη και με αυτούς τους όρους.
Το να προσποιηθεί κανείς ότι το ΔΝΤ λειτουργεί με τρόπο φιλικότερο προς το Νίγηρα από ό τι προς στην Ελλάδα είναι μάλλον αβάσιμο. Οι πολιτικές του ΔΝΤ δεν μπορούν να βοηθήσουν χώρες που βρίσκονται σε κρίση. Η Ελλάδα μπορεί να μάθει πολλά από αυτό - και δεν έχει και πολλά να κερδίσει από τη «συμπάθεια» της κ. Λαγκάρντ.