Αυτό θα είναι το «δια ταύτα» της εισήγησης του συμβούλου Επικρατείας Παναγιώτη Ευστρατίου στο Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο (ΑΕΔ), όπου παραπέμφθηκε το όλο ζήτημα για οριστική κρίση μετά τις αντίθετες αποφάσεις που έχουν εκδοθεί από το Ελεγκτικό Συνέδριο και τον Άρειο Πάγο.
Ο κ. Ευστρατίου θα τονίσει ότι λόγοι δημοσίου συμφέροντος δεν δικαιολογούν τη διαφοροποίηση του ύψους του επιτοκίου μεταξύ δημοσίου και ιδιωτών. Όμως, θα συνεχίσει, συνιστούν λόγους δημοσίου συμφέροντος, η ανάγκη διασφαλίσεως της δημοσιονομικής ισορροπίας του κράτους και η αντιμετώπιση της διαπιστωθείσας από τον νομοθέτη, «οξείας δημοσιονομικής κρίσεως την οποία διέρχεται η χώρα». Για την αντιμετώπιση της κρίσης αυτής και για την αποκατάσταση της δημοσιονομικής ισορροπίας έχουν ήδη ληφθεί διάφορα μέτρα που επιβαρύνουν οικονομικώς διάφορες και μεγάλες κατηγορίες πολιτών με σκοπό, τη μείωση των δαπανών και την αύξηση των δημοσίων εσόδων, θα τονίσει ο κ. Ευστρατίου, υπενθυμίζοντας ότι μεταξύ των άλλων μέτρων που έχουν ληφθεί, είναι οι περικοπές των αποδοχών και των συντάξεων, η αύξηση των φόρων, η επιβολή έκτακτων φόρων, η επιβολή εκτάκτου ειδικού τέλους ηλεκτροδοτούμενων δομημένων επιφανειών (χαράτσι) κ.λπ.
Υπό τα δεδομένα αυτά, θα υπογραμμίσει ότι, η διαφοροποίηση αυτή στο ύψος του τόκου, που προβλέπει ο Κώδικας Νόμων περί Δικών του Δημοσίου, δεν αντίκειται στα άρθρα 4 παράγραφος 1 του Συντάγματος (ισότητα) και 25 (αρχή αναλογικότητας), ούτε στην κατοχυρωμένη από το άρθρο 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος της ισότητας «ενώπιον των δημοσίων βαρών».