Ήδη, από την αρχή του εγχειρήματος του Μωχάμετ Αλυ έως τον θάνατό του το 1848, (και) στον συγκεκριμένο χώρο ξεχώριζαν Ελληνες, μεταξύ των άλλων, ο οίκος Τοσίτσα και Στουρνάρη και ο οίκος του Γεώργιου Σκαραμαγκά, ενώ κατά την περίοδο 1861-1866 - «το boom του βάμβακος για την Αίγυπτο» - έρχονται και εγκαθίστανται στη χώρα και άλλοι έλληνες έμποροι, ο Εμμανουήλ Μπενάκης, ο Θεόδωρος Ράλλης, ο Ιωάννης Χωρέμης κ.ά. Χαρακτηριστικό της ενασχόλησης των Ελλήνων με το συγκεκριμένο αγροτικό προϊόν υπήρξε η καινοτομία. Οι Ελληνες παρενέβησαν με τρόπο πρωτοποριακό στην παραγωγική διαδικασία του βαμβακιού, είτε εισάγοντας καινούργιες μεθόδους επεξεργασίας (οι ατμοκίνητες μηχανές του Θεόδωρου Ράλλη) είτε διευρύνοντας την παραγωγή (ο Ιωάννης Ζερμπίνης υπήρξε ο πρώτος που παρήγαγε βαμβακέλαιο και στη συνέχεια σαπούνι, λίπασμα και ζωοτροφές) είτε δημιουργώντας νέες ποικιλίες βάμβακος όπως το Πήλιον του Νικόλαου Παραχειμώνα και το Σάκελ του Ιωάννη Σακελλαρίδη.
Οι επιδόσεις των Ελλήνων υπήρξαν εξαιρετικές και στο εμπόριο. Όταν στις αρχές του 20ού αιώνα το βαμβάκι αντιπροσώπευε το 80% της ολικής εξαγωγής της Αιγύπτου, πέντε Ελληνες - Χωρέμης, Μπενάκης, Καζούλλης, Σαλβάγος και Ροδοκανάκης - κρατούσαν στα χέρια τους το 1/4 της εξαγωγής αυτής. Ο οίκος Χωρέμη - Μπενάκη συγκεκριμένα κατείχε την πρώτη θέση μεταξύ των εξαγωγέων, πάνω από αγγλικές, γαλλικές και ελβετικές εταιρείες.
katoci.com