"Πρέπει να πάμε στην Ευρώπη και να πούμε με δύναμη ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα πρέπει να αρχίσει να τυπώνει νόμισμα. Διαφορετικά, ας αρχίσουμε να τυπώνουμε νόμισμα εμείς, με το νομισματοκοπείο μας".
"Δεν είχα ξαναδεί ποτέ μια τόσο σοβαρή κατάσταση. Ο κόσμος δεν έχει ελπίδες, είναι σοκαρισμένος από το πώς περιγράφεται το μέλλον: με μελανά χρώματα", πρόσθεσε ο "Καβαλιέρε".
Σε ότι αφορά, τέλος, το πολιτικό του μέλλον, ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι εξήγησε ότι "είναι στην διάθεση του κόμματός του--του Λαού της Ελευθερίας--όχι ως υποψήφιος Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή πρωθυπουργός. Όχι ως μεσοεπιθετικός ή επιθετικός, αλλά ως προπονητής.
Νωρίτερα ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι είχε γράψει στο facebook ότι η Γερμανία οφείλει να συναινέσει στις αξιώσεις της ΕΚΤ να τυπώσει περισσότερα ευρώ και να εγγυηθεί τα δημόσια χρέη των μελών της ευρωζώνης, ή ειδάλλως να εγκαταλείψει τη ζώνη του κοινού νομίσματος.
Η ΕΚΤ «θα πρέπει να μεταβάλει την αποστολή της, θα πρέπει να μετατραπεί στον τελικό εγγυητή του δημοσίου χρέους (των μελών της ευρωζώνης) και να ξεκινήσει να τυπώνει χρήμα», τονίζει ο ‘Καβαλιέρε’ στον λογαριασμό του στο Facebook.
«Αλλιώτικα, θα πρέπει να έχουμε το σθένος να πούμε ‘τσάο-τσάο ευρώ’ και κατ’ αυτόν τον τρόπο να βγούμε από το ευρώ, παραμένοντας ωστόσο στην ΕΕ, ή να ζητήσουμε από τη Γερμανία να φύγει εάν δεν συμφωνεί», τόνισε.
Ο Μπερλουσκόνι, του οποίου το κόμμα εξακολουθεί να κατέχει την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο, κάλεσε τον διορισμένο πρωθυπουργό Μάριο Μόντι «να αλλάξει πολιτική γραμμή» και να αντιμετωπίσει «σθεναρά» την ΕΚΤ.
«Η τρελή μου ιδέα είναι πως η Τράπεζα της Ιταλίας θα πρέπει να τυπώσει ευρώ, ή να αρχίσει να τυπώνει το δικό μας νόμισμα», τόνισε ο Μπερλουσκόνι, κάνοντας έμμεση αναφορά στη λιρέτα.
«Σας καλώ να το σκεφθείτε σοβαρά», τόνισε ο πρώην πρωθυπουργός, που εξαναγκάσθηκε να παραιτηθεί τον Νοέμβριο υπό το βάρος πολλαπλών οικονομικών και σεξουαλικών σκανδάλων, αλλά και λόγω της αυξανόμενης δυσπιστίας των επενδυτών για το εάν με την πολιτική του η Ιταλία θα μπορούσε να εξυπηρετήσει το τερατώδες δημόσιο χρέος της, που φθάνει τα 2 τρισ. ευρώ.