tromaktiko: Οι Έλληνες Ντεσπεράντος

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2012

Οι Έλληνες Ντεσπεράντος



του Οδυσσέα Τσαγκαράκη
Για το μέσο Έλληνα εργαζόμενο και συνταξιούχο η ζωή δεν ήταν ποτέ εύκολη, αλλά σήμερα, στην εποχή του μνημονίου, έγινε ιδιαίτερα σκληρή. Κάποτε ελεεινολογούσαμε τους οικονομικούς μετανάστες (από την Ασία, την Αφρική και τα Βαλκάνια) και φτάσαμε στο σημείο να βλέπουμε το γείτονα, το γνωστό και το συγγενή με συναισθήματα λύπης και φόβου (σα να είμαστε θεατές αρχαίας τραγωδίας).

Ένας εργατικός, φιλότιμος και περήφανος λαός, με τεράστια και αξεπέραστη πολιτιστική προσφορά στην ανθρωπότητα από τις απαρχές της ιστορικής του διαδρομής, με ένδοξους απελευθερωτικούς αγώνες, βρίσκεται (και μάλιστα σε περίοδο ειρήνης) για πρώτη φορά σε τόσο δεινή θέση. Αν «η ανάγκη σπρώχνει σε απονενοημένα διαβήματα» (Θερβάντες), τι να πούμε για την απόγνωση, που βιώνουν καθημερινά άνθρωποι της διπλανής πόρτας; Και όμως: οι υπεύθυνοι για τη ζοφερή κατάσταση εξακολουθούν να πολιτεύονται (έχοντας εξασφαλίσει οικονομικά το δικό τους μέλλον και των οικείων τους καμώνονται τώρα ότι έχουν τη συνταγή για να βγάλουν τη χώρα από την κρίση), ενώ οι συνυπεύθυνοι ιδρύουν (για τον ίδιο λόγο) νέα κόμματα, αναζητούν συμμαχίες και επευφημούνται. Υπάρχουν στρατιές από κομματοβολεμένους που έχουν τις προσωπικές τους προτιμήσεις και ψηφίζουν «με πόδια και με χέρια» τους «ευεργέτες» τους.

Δεν είναι λίγοι οι συμπολίτες μας που αναγκάζονται να ζητιανεύουν ή να ξεπουλούν τα λιγοστά υπάρχοντά τους σε εξευτελιστικές τιμές (αν είναι «τυχεροί», αφού τα «κοράκια» γυροφέρνουν) για να ζήσουν τις οικογένειές τους. Αν έχουν και σοβαρά προβλήματα υγείας την ώρα που δεν χορηγούνται φάρμακα με πίστωση (λόγω αδυναμίας του κράτους να καταβάλει τα οφειλόμενα στους φαρμακοποιούς κατά τους ισχυρισμούς τους ενώ παραμένουν ανείσπραχτα δισεκατομμύρια ευρώ από εισπάξιμες οφειλές προς το δημόσιο, με την ανοχή και συνενοχή όλων των κομμάτων της παρελθούσας Βουλής), η επιλογή τους είναι ανάμεσα στην πείνα και την ασθένεια που αργά ή γρήγορα οδηγούν στο ίδιο αποτέλεσμα. Ποιος θα βοηθήσει; Οι άνεργοι συγγενείς, οι φίλοι που ψωμοζούν ή οι τράπεζες;

Προεκλογικά, τράπεζες χορηγούν δεκάδες και εκατοντάδες εκατομμύρια σε κόμματα (εδώ δεν υπάρχει πρόβλημα ρευστότητας) ενώ ταυτόχρονα αρνούνται να δανειοδοτήσουν νοικοκυριά και επιχειρήσεις, με αποτέλεσμα να πολλαπλασιάζονται οι αυτοκτονίες και τα λουκέτα. Μήπως ακούμε τους παραθυράνθρωπους να μιλάνε για αυτά τα ζωτικά θέματα; Ακούμε μόνο μια ακατάσχετη δημαγωγική λογοδιάρροια κατά ή υπέρ του μνημονίου, περίπου όπως ακούγαμε τη δεκαετία του ΄80 κατά ή υπέρ του ΝΑΤΟ.

Ποτέ άλλοτε δεν έσπρωξαν κυβερνητικές επιλογές και πολιτικές τον κόσμο σε τέτοια απόγνωση. Όσοι πάλι ευαγγελίζονται (ενόψει της νέας εκλογικής αναμέτρησης) αλλαγή οικονομικής πολιτικής, που θα φέρει πίσω το χαμένο ψευτοπαράδεισο (π.χ. με γενναίες αυξήσεις σε μισθούς, συντάξεις, επιδόματα ή με την αποκατάστασή τους στα προ του μνημονίου επίπεδα), και υπόσχονται ένα νέο Ελντοράντο, καπηλεύονται τον πόνο και την απόγνωση του άνεργου, του άστεγου, του κακομοίρη, του απόκληρου και εν γένει των θυμάτων από τις συντεχνιακές και καταστροφικές πολιτικές που, δυστυχώς, συνεχίζονται.

Το ίδιο κάνουν και όσοι καλλιεργούν κλίμα φόβου για επιστροφή στη δραχμή. Όχι ότι ο κίνδυνος είναι ανύπαρκτος ή αμελητέος. Όσο η χρόνια πάθηση της σπατάλης και υπερκατανάλωσης ενός λαού, που τον έμαθαν να ζει επί χρόνια με εύκολα δανεικά, εξακολουθεί να παραμένει αθεράπευτη (καραμπινάτο παράδειγμα η χρήση και κατάχρηση του κινητού τηλεφώνου από το μαθητή του δημοτικού μέχρι το συνταξιούχο του ΟΓΑ), κανένα νόμισμα δεν τον σώζει μακροπρόθεσμα. Θα είναι πάντα καταχρεωμένος, θα αναζητά δανειστές και θα πέφτει στα νύχια τοκογλύφων. Τελικά είχε δίκιο ο Ησίοδος, (γεωργός-ποιητής από τη Βοιωτία του 7. π. Χ. αιώνα που είχε κτηματικές διαφορές με το σπάταλο αδερφό του): «πλέον ήμισυ παντός» («Έργα και Ημέραι», στ.40), δηλ. το μισό είναι περισσότερο από το ολόκληρο, όταν φυσικά είναι δικό σου, σε αντίθεση με το «ολόκληρο» όταν το χρωστάς.

Όσοι νιώθουν αδικημένοι (και δεν είναι λίγοι) για πολλούς και διάφορους λόγους (είτε γιατί έχασαν τη δουλειά τους, είτε γιατί απολύθηκαν ή έχασαν το σπίτι τους, κτλ.) είναι φυσικό να θέλουν να τιμωρήσουν, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τους υπαίτιους. Αυτό έκαναν στις πρόσφατες εθνικές εκλογές και αυτό (πολύ πιθανόν) θα κάνουν στις εκλογές που έρχονται (όσοι ζουν μέχρι τότε).

Μήπως είδαν ποτέ την κυβέρνησή τους, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, να παίρνει ισοδύναμα μέτρα για την αναχαίτιση της μείωσης μισθών, συντάξεων, για την περικοπή προνοιακών επιδομάτων ή και απολύσεων; Μήπως είδαν να εισπράττονται τα 10 δισ. (από τα 40 και πλέον στα οποία ανέρχονται οι οφειλές προς το δημόσιο) που θεωρούνται εισπράξιμα (κατά τη γνωμάτευση ξένων εμπειρογνωμόνων); Σε μια λίστα που δημοσιοποίησε το Υπουργείο Οικονομικών στις 23.1.2012 φιγουράρουν τα ονόματα 4.152 μεγαλοφειλετών (στην κορυφή βρίσκεται άτομο που χρωστάει 952 εκατομμύρια ευρώ).

Κουίζ (για δυνατούς λύτες): γιατί οι μεγαλοφειλέτες του δημοσίου δεν αποτελούν αντικείμενο συζήτησης στα τηλεοπτικά παράθυρα και το αποφεύγουν επίσης οι αρχηγοί (καθώς και οι υποψήφιοι βουλευτές) όλων των κομμάτων στις ομιλίες τους τη στιγμή μάλιστα που τα ταμεία καταρρέουν και οι αυτοκτονίες είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο; Αν δεν μπορούν να πιάσουν τους μεγαλοφοροφυγάδες γιατί δεν ακουμπάνε τους μεγαλοφειλέτες με τις βεβαιωμένες οφειλές; Κυκλοφορούν ανάμεσά μας ελεύθερα και ανερυθρίαστα (όπως βέβαια και οι προστάτες τους).

Πολιτική κατά τον Μοντεσκιέ είναι «να μπορείς να κάνεις αυτό που πρέπει να θέλεις». Δυστυχώς για τη χώρα μας οι πολιτικοί της, με ελάχιστες εξαιρέσεις, παραβλέπουν το «πρέπει» στον ορισμό του Γάλλου στοχαστή, δηλ. το δύσκολο, και κάνουν το εύκολο, δηλ. αυτό που τους συμφέρει (προσωπικά και κομματικά), που δεν ταυτίζεται πάντα, ή σχεδόν καθόλου, με ό, τι θέλει ο λαός. Για αυτό βρίσκεται η χώρα στο σημερινό χάλι και οι συνεπείς στις υποχρεώσεις τους πολίτες βυθίζονται όλο και περισσότερο στην απελπισία. Οι άλλοι, οι ληστές και καταχραστές του δημοσίου χρήματος, καλά περνούν. Όλα εύκολα γι αυτούς, εκτός από το πέρασμα τού Αχέροντα.

Οδυσσέας Τσαγκαράκης Ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης και συγγραφέας
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!