Γράφει ο Παναγιώτης Μαυροειδής
Μερικές δεύτερες σκέψεις για το εκλογικό αποτέλεσμα.Όταν στις 6 Μάη ο ΣΥΡΙΖΑ ερχόταν δεύτερος, η αριστερά έπαιρνε συνολικά 27% και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έπαιρνε το διόλου ευκαταφρόνητο 1,2% και 75.000 ψήφους, λίγοι...
επέμεναν να επισημαίνουν την δυναμική εμφάνιση της φασιστικής Χρυσής Αυγής. ‘’Ο κόσμος δεν ξέρει τι λένε …αν ήξερε δεν θα τους ψήφιζε …κατά βάση ψηφίζονται για διαμαρτυρία’’, ήταν οι συνήθεις απαντήσεις προς τους δύστροπους ανησυχούντες που δυσκολεύονταν να χαρούν.
Είναι αυτό το χρόνιο άγχος εκείνης της αριστεράς, που έχοντας ενσωματώσει το σύνδρομο της ήττας, θέλει να βλέπει παντού νίκες. Είναι εκείνο το κόμπλεξ μήπως βρεθεί με τους ‘’χαμένους’’, λες και το συναίσθημα της ήττας και της ανημπόριας δεν είναι ο ‘’μαύρος αδερφός’’ τόσων και τόσων φτωχών, ανυπεράσπιστων και ανέργων.
Είναι η εθελοτυφλία της μικροαστικής αριστεράς να βλέπει το μαγαζί της και όχι τη συνολική διάταξη των πολιτικών συσχετισμών.
Είναι, ακόμη χειρότερα, η βαριά παράδοση της κρατικοποίησης της αριστεράς ειδικά μετά την μεταπολίτευση. Ο εθισμός των αριστερών της κυρίαρχης αριστεράς, παρά τα αντιθέτως δηλούμενα, να μετράνε τα πάντα με βάση τα κοινοβουλευτικά ποσοστά και την αναγνώριση της μέσης κοινής γνώμης και να αδιαφορούν για τον ιδεολογικό αξιακό συσχετισμό που κυοφορείται κάθε φορά.
Ας προσπαθήσουμε να δούμε λίγο τα αποτελέσματα των εκλογών της 17ης Ιουνίου, χωρίς αυτούς τους διορθωτικούς φακούς.
Ποια είναι η συνολική μετακίνηση του κόσμου, σε ένα σχηματικό άξονα αριστερά-δεξιά;
Όπως είχαμε επισημάνει και μετά τις εκλογές της 6ης Μάη, το δεξιό μπλοκ είναι πολύ ισχυρό, με τεράστια διαφορά από το μπλοκ της αριστεράς.
Τώρα μάλιστα καταγράφει ποσοστά κοντά στην απόλυτη πλειοψηφία, σε στιγμές που εγκατέλειψε αντιμνημονιακές υποκρισίες και νεοφιλελεύθερες ευγένειες και βγήκε φουλ αντεργατικά και αντικομουνιστικά.
Ας πάμε τώρα να δούμε εσωτερικά το στρατόπεδο της δεξιάς διότι έχει και αυτό τη σημασία του.
Η ΝΔ, που είναι η βασική του συνιστώσα, βγήκε σε αυτές τις εκλογές με ατζέντα Χρυσής Αυγής σε όλα τα ζητήματα.
Το 18% των ψηφοφόρων της δεξιάς οικογένειας ψηφίζει φασίστες της Χρυσής Αυγής και ακροδεξιούς του ΛΑΟΣ και έχει αυτό ξεχωριστή σημασία όταν καταγράφεται μετά τη δημόσιο τηλεοπτικό σώου τραμπουκισμού του Κασιδιάρη.
Οι εκλογικές, όσο και αξιακές και ιδεολογικές εφεδρείες του δεξιού αστικού μπλοκ, είναι πολύ μεγάλες. Και μάλιστα, με συντηρητικότερο κέντρο βάρους από αυτό του κλάδου της ΝΔ που στέκεται απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ.
Τα πράγματα θα ήταν χειρότερα αν προσθέταμε σε αυτά τα ποσοστά τα αντίστοιχα του ΠΑΣΟΚ, καθώς έχει μετατραπεί σε ένα τυπικό δεξιό, καθεστωτικό αστικό, κόμμα, απόλυτα υποτελές στο κεφάλαιο και την ΕΕ. Ξεχωρίσαμε ωστόσο αυτό το ρεύμα και το τοποθετήσαμε μαζί με ΔΗΜΑΡ και Οικολόγους, με τους οποίους έχουν κάποια κοινά χαρακτηριστικά. Η έννοια του ‘’κεντρο-αριστερού μπλοκ’’ είναι απολύτως τυπική και δε σχετίζεται με δική μας εκτίμηση, αλλά με τον αυτοπροσδιορισμό που αυτές οι δυνάμεις κάνουν. Δεν είναι άξιο προσοχής ότι το ΠΑΣΟΚ, έχοντας δηλώσει καθαρά πριν τις εκλογές ότι θα στηρίξει Σαμαρά για πρωθυπουργό, να συγκρατεί εν τέλει τις δυνάμεις του; Ακόμη περισσότερο, έχει μεγάλη σημασία, για όποιον θέλει να κατανοήσει τι σημαίνει συστημική αριστερά, το γεγονός ότι η ΔΗΜΑΡ έχοντας δηλώσει πως θα είναι οπωσδήποτε μέρος της λύσης, δηλαδή ότι θα μπει στην κυβέρνηση όποιου βγει πρώτος, όχι μόνο δεν καταβαραθρώνεται, αλλά ενισχύεται στην τελευταία αναμέτρηση.
Τελευταίος σταθμός μας το στρατόπεδο της αριστεράς.
Οπωσδήποτε αποτελεί σημαντικό στοιχείο ότι ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού, αναζήτησε και αναζητεί διέξοδο στην σημερινή κοινωνική καταστροφή προς τα αριστερά. Είναι μια παράλληλη και σχετικά αντίστροφη τάση με αυτή της πόλωσης προς τη δεξιά και την ακροδεξιά. Ας δούμε όμως και μερικές πικρές αλήθειες.
Δεν είναι ούτε η μοναδική ούτε δυστυχώς η κύρια τάση των διεργασιών, αν δούμε το συνολικό ‘’πιάτο’’ των πολιτικών μετατοπίσεων.
Συνοδεύεται από μια δραματική μεταβολή σε βάρος των αντικαπιταλιστικών και αντι-ΕΕ δυνάμεων, που θα έχει συνέπειες στη δυνατότητα άμεσης εργατικής αντίστασης αλλά και πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης στην επιθετικότητα του αστικού μπλοκ. Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ ορκίζεται στην υπεράσπιση του ευρώ την ώρα που ούτε η Μέρκελ δεν είναι σίγουρη για το μέλλον του, τα πράγματα δεν είναι καλά. Το ίδιο και όταν αποπέμπεται και αυτή ακόμη η θέση για αποχώρηση από το ΝΑΤΟ του πολέμου ή δίνονται συγχαρητήρια για τη στάση της αστυνομίας τον Δεκέμβρη του 2008… Αυτά ίσως είναι αρκετά για να γίνει φανερό, πως και αυτή η συνάθροιση ετερογενών δυνάμεων ως ‘’αριστερά’’, έχει τεράστια προβλήματα και σε μεγάλο βαθμό αποπροσανατολίζει.
Η περίοδος που έχουμε μπροστά μας θα είναι εξαιρετικά κρίσιμη για τα εργαζόμενα στρώματα στην χώρα μας.
Από τη μια η συζήτηση πρέπει να είναι βαθειά και αυτοκριτική. Από την άλλη κανείς δεν μας δίνει χρόνο και δεν επιτρέπει αναχώρηση.
Το ΚΚΕ χάρισε χρόνο και έδωσε χώρο τόσο στο αστικό μπλοκ όσο και στη ρεφορμιστική φιλο-ΕΕ αριστερά, επιλέγοντας να δηλώσει αδιάφορο και ανέτοιμο για το ώριμο βήμα ανατροπής της κυρίαρχης πολιτικής. Το πλήρωσε πολύ ακριβά. Το θέμα είναι ότι υπάρχει κίνδυνος να το πληρώσει ακόμη πιο βαριά η ΧΑΛΥΒΟΥΡΓΙΑ και τόσοι άλλοι εργασιακοί χώροι που στενάζουν από την επίθεση του κεφαλαίου και έχουν βγάλει το κεφάλι τους μπροστά.
Η ΑΝΤΑΡΣΥΑ έδωσε ένα σημαντικό αγώνα, πάνω και από το μπόι της. Με συνείδηση της δυσκολίας και σχετική επίγνωση του αρνητικού εκλογικού αποτελέσματος. Σε συνθήκες που κυριαρχούσε το ερώτημα της διακυβέρνησης, υποχώρησης του ΚΚΕ και πλήρους υπόκλισης του ΣΥΡΙΖΑ στην ατζέντα της ΝΔ για το κρίσιμο θέμα της ΕΕ αλλά και με την αποστροφή στις ‘’μονομερείς’’ ενέργειες. Έδωσε μάχη για το αναγκαίο αντικαπιταλιστικό πρόγραμμα και αριστερή πολιτική, για το ζητούμενο ενός πολιτικοποιημένου εργατικού και λαϊκού κινήματος που θα μπορεί να ανακόψει και να ανατρέψει την επίθεση του κεφαλαίου, να επιβάλει ένα άλλο δρόμο.
Το κυριότερο πρόβλημα δεν είναι το χαμηλό εκλογικό ποσοστό, που αποτελεί φυσικά σημαντικό πλήγμα. Είναι τα φυσιογνωμικά προβλήματα που βγήκαν έντονα στην επιφάνεια. Την ώρα που η Χρυσή Αυγή, στερεώνεται γύρω από φριχτά αξιακά και ιδεολογικά προτάγματα, σημαντικά τμήματα της αντικαπιταλιστικής αριστεράς μοιάζουν να εξαρτώνται τόσο ασφυκτικά από το ερώτημα της κυβερνητικής διαχείρισης της κρίσης. Να ορίζονται από την τακτική και τον τακτικισμό, σε συνθήκες καπιταλιστικής κρίσης, όπου απαιτούνται στρατηγικές απαντήσεις στην άμεση πολιτική παρέμβαση. Να δυσκολεύονται να θέσουν ιδεολογικό στίγμα την ώρα που το αστικό στρατόπεδο αναπτύσσει τον αντικομουνισμό και την επίθεση στον κόσμο της εργασίας και τις προοπτικές του. Να διστάζουν ακόμη και να διατυπώσουν κριτική στην ‘’κυβερνώσα αριστερά’’, στις φιλο-ΕΕ αυταπάτες, στη λογική της ταξικής συνεργασίας, στο όνομα της ‘’αξιοποίησης των αντιφάσεων’’. Αυτά και άλλα σαφώς αναδείχτηκαν ως τάσεις ταλάντευσης πριν τις εκλογές και θα επανέλθουν ως πίεση υποταγής στον πιο δεξιό ΣΥΡΙΖΑ όλων των εποχών. Η αυτολογοκρισία των εντός ΣΥΡΙΖΑ πρώην εξωκοινοβουλευτικών δυνάμεων, δίνει ένα μέτρο της πολιτικής λοβοτομής που αποτελεί το λογικό τέρμα αυτής της αντίληψης.
Σε δύσκολες στιγμές, όταν δεν μπορείς να αλλάξεις τα πράγματα, είναι κρίσιμο κατ’ αρχήν να μη σε αλλάξουν αυτά κατά την εικόνα τους. Δηλαδή να μην κάνεις την αδυναμία αρετή. Αλλά αυτό είναι μόνο η αναγκαία άμυνα. Το καθοριστικό είναι να αλλάξουμε ριζικά και επαναστατικά, στην κατεύθυνση της ικανότητας να μετασχηματίσουμε την πραγματικότητα και όχι να την αγνοήσουμε.