Ο Γάλλος συγγραφέας και ποιητής Ρομπέρ Σαμπατιέ, συγγραφέας του πολυδιαβασμένου «Σουηδικά σπίρτα» έφυγε χθες από τη ζωή σε... ηλικία 88 ετών, ανακοίνωσε ο εκδοτικός του οίκος Albin Michel.
«Απεβίωσε σήμερα στις 14.00 (ώρα Ελλάδος) στο νοσοκομείο Αμπρουάζ Παρέ της Βουλώνης-Μπιγιανκούρ», στα παρισινά περίχωρα, αναφέρεται στην ανακοίνωση του εκδότη του.
Μέλος της Ακαδημίας Γκονκούρ, ο Σαμπατιέ επεβλήθη ως μεγάλος συγγραφέας στη συνείδηση του κοινού με τα «Σουηδικά σπίρτα», έργο το οποίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία στα τέλη της δεκαετίας του '60, κι επίσης ως ποιητής και συγγραφέας του έργου «Ιστορία της Γαλλικής Ποίησης».
«Γράφω από ανάγκη, για να προσπαθήσω να γίνω ένα με κάτι που αγνοώ», τόνιζε ο ίδιος, που πάντοτε αδυνατούσε να πιστέψει την απρόσμενη πορεία του στο λογοτεχνικό στερέωμα.
Γεννημένος στις 17 Αυγούστου 1923, το παιδί αυτό από τη Μονμάρτη που έμεινε ορφανό στα 12 του χρόνια, εποικεί τα βιβλία του με αδρούς κι ενδιαφέροντες χαρακτήρες και αναβιώνει στα πάνω από 20 μυθιστορήματά του το χαρωπό, ανέμελο και κάπως αναρχικό Παρίσι της δεκαετίας του 30.
Την επαύριον του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, και μετά την στράτευσή του στις τάξεις των 'Μακί' , επιστρέφει στη γενέτειρά του, το Παρίσι, για να δοθεί ολοκληρωτικά στο πάθος του για τη λογοτεχνία. Το πρώτο του μυθιστόρημα «Ο Αλέν και ο Νέγρος» (1953), χαιρετίζεται από το ονομαστό περιοδικό «Τα Γαλλικά Γράμματα» (Les Lettres Françaises) ως το «πρώτο γαλλικό αντιρατσιστικό μυθιστόρημα», το οποίο κατόπιν μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Ζιλιέν Ντουβιβιέ.
Με την παρότρυνση του Αλμπέρ Καμύ και πολλές σημαντικές μορφές των μεταπολεμικών γραμμάτων, θα δημοσιεύσει δεκαπέντε βιβλία σε ισάριθμα χρόνια, όμως είναι με τα «Σουηδικά σπίρτα» (1969), την πρώτη σειρά από τις περιπέτειες του νεαρού Ολιβιέ--ορφανού κι εκείνου--που του πορίζει τη λαϊκή αναγνώριση.
Το βιβλίο χάνει για λίγες ψήφους το αξιοζήλευτο βραβείο Γκονκούρ, όμως ο Σαμπατιέ θα προσθέσει άλλα επτά επεισόδια μέσα στα επόμενα 30 χρόνια στις περιπέτειες του Ολιβιέ, με σημαντικούς σταθμούς «Τα άγρια φουντούκια»(1974), «Δαυΐδ και Ολιβιέ» (1986) και «Ολιβιέ κι οι φίλοι του» (1993).
Αλλά ο συγγραφέας, πέρα και πάνω από την επιτυχία του στη μυθιστορία, τοποθετούσε την ποίηση. Στο βαθμό μάλιστα που της αφιέρωσε μία «Ιστορία της Γαλλικής Ποίησης», σε εννέα τόμους, για την ολοκλήρωση της οποίας, όπως ο ίδιος αποκάλυψε, ανέγνωσε 25 εκατ. στίχους σε 40 χρόνια. Αλλά και ο ίδιος δημοσίευσε πάνω από 10 ποιητικές συλλογές.
Ο Σαμπατιέ ποσώς αστειευόταν με τη λογοτεχνία. Το 1994 και σε ηλικία 71 ετών δεν δίστασε να προκαλέσει σε πυγμαχικό αγώνα τον συγγραφέα Λουί Νουσερά, με τον οποίο είχε έλθει σε δριμεία διαφωνία για την ανάθεση ενός βραβείου: «αυτό εξελίχθηκε σε πυγμαχικό αγώνα, στη διάρκεια του οποίου έδωσα στον Νουσερά ένα γερό μπερντάχι», συνήθιζε ν' αφηγείται ο ίδιος, διασκεδάζοντας για την τροπή που είχε πάρει το ασυνήθιστο αυτό λογοτεχνικό γεγονός.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
«Απεβίωσε σήμερα στις 14.00 (ώρα Ελλάδος) στο νοσοκομείο Αμπρουάζ Παρέ της Βουλώνης-Μπιγιανκούρ», στα παρισινά περίχωρα, αναφέρεται στην ανακοίνωση του εκδότη του.
Μέλος της Ακαδημίας Γκονκούρ, ο Σαμπατιέ επεβλήθη ως μεγάλος συγγραφέας στη συνείδηση του κοινού με τα «Σουηδικά σπίρτα», έργο το οποίο γνώρισε μεγάλη επιτυχία στα τέλη της δεκαετίας του '60, κι επίσης ως ποιητής και συγγραφέας του έργου «Ιστορία της Γαλλικής Ποίησης».
«Γράφω από ανάγκη, για να προσπαθήσω να γίνω ένα με κάτι που αγνοώ», τόνιζε ο ίδιος, που πάντοτε αδυνατούσε να πιστέψει την απρόσμενη πορεία του στο λογοτεχνικό στερέωμα.
Γεννημένος στις 17 Αυγούστου 1923, το παιδί αυτό από τη Μονμάρτη που έμεινε ορφανό στα 12 του χρόνια, εποικεί τα βιβλία του με αδρούς κι ενδιαφέροντες χαρακτήρες και αναβιώνει στα πάνω από 20 μυθιστορήματά του το χαρωπό, ανέμελο και κάπως αναρχικό Παρίσι της δεκαετίας του 30.
Την επαύριον του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, και μετά την στράτευσή του στις τάξεις των 'Μακί' , επιστρέφει στη γενέτειρά του, το Παρίσι, για να δοθεί ολοκληρωτικά στο πάθος του για τη λογοτεχνία. Το πρώτο του μυθιστόρημα «Ο Αλέν και ο Νέγρος» (1953), χαιρετίζεται από το ονομαστό περιοδικό «Τα Γαλλικά Γράμματα» (Les Lettres Françaises) ως το «πρώτο γαλλικό αντιρατσιστικό μυθιστόρημα», το οποίο κατόπιν μεταφέρθηκε στη μεγάλη οθόνη από τον Ζιλιέν Ντουβιβιέ.
Με την παρότρυνση του Αλμπέρ Καμύ και πολλές σημαντικές μορφές των μεταπολεμικών γραμμάτων, θα δημοσιεύσει δεκαπέντε βιβλία σε ισάριθμα χρόνια, όμως είναι με τα «Σουηδικά σπίρτα» (1969), την πρώτη σειρά από τις περιπέτειες του νεαρού Ολιβιέ--ορφανού κι εκείνου--που του πορίζει τη λαϊκή αναγνώριση.
Το βιβλίο χάνει για λίγες ψήφους το αξιοζήλευτο βραβείο Γκονκούρ, όμως ο Σαμπατιέ θα προσθέσει άλλα επτά επεισόδια μέσα στα επόμενα 30 χρόνια στις περιπέτειες του Ολιβιέ, με σημαντικούς σταθμούς «Τα άγρια φουντούκια»(1974), «Δαυΐδ και Ολιβιέ» (1986) και «Ολιβιέ κι οι φίλοι του» (1993).
Αλλά ο συγγραφέας, πέρα και πάνω από την επιτυχία του στη μυθιστορία, τοποθετούσε την ποίηση. Στο βαθμό μάλιστα που της αφιέρωσε μία «Ιστορία της Γαλλικής Ποίησης», σε εννέα τόμους, για την ολοκλήρωση της οποίας, όπως ο ίδιος αποκάλυψε, ανέγνωσε 25 εκατ. στίχους σε 40 χρόνια. Αλλά και ο ίδιος δημοσίευσε πάνω από 10 ποιητικές συλλογές.
Ο Σαμπατιέ ποσώς αστειευόταν με τη λογοτεχνία. Το 1994 και σε ηλικία 71 ετών δεν δίστασε να προκαλέσει σε πυγμαχικό αγώνα τον συγγραφέα Λουί Νουσερά, με τον οποίο είχε έλθει σε δριμεία διαφωνία για την ανάθεση ενός βραβείου: «αυτό εξελίχθηκε σε πυγμαχικό αγώνα, στη διάρκεια του οποίου έδωσα στον Νουσερά ένα γερό μπερντάχι», συνήθιζε ν' αφηγείται ο ίδιος, διασκεδάζοντας για την τροπή που είχε πάρει το ασυνήθιστο αυτό λογοτεχνικό γεγονός.
ΑΠΕ-ΜΠΕ