«Η κριτική των χειρόγραφων είναι ανύπαρκτη στην Κύπρο», επισημαίνει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιβλιοπωλών, ο οποίος μιλά για τη σχέση συγγραφέα-βιβλιοπώλη.
Η ιδιάζουσα σχέση συγγραφέων-βιβλιοπωλών αναδείχθηκε προ ημερών σε μια εκδήλωση την οποία διοργάνωσαν έξι νέοι λογοτέχνες. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο Αρχοντικό Ιεροδιακόνου και είχε ως στόχο να συζητηθεί το νέο λογοτεχνικό πεδίο της χώρας.
Ωστόσο, στη συζήτηση που ακολούθησε με το κοινό, αναδείχθηκε η «κακή» -όπως αφέθηκε να νοηθεί- σχέση των νέων συγγραφέων με τους βιβλιοπώλες, οι οποίοι -σύμφωνα με τους ίδιους- αρνούνται να τοποθετήσουν τα βιβλία τους στις προθήκες.
«Καταλαβαίνω την απογοήτευση των συγγραφέων αλλά», λέει ο πρόεδρος του Συνδέσμου Βιβλιοπωλών, Άκης Χρίστου ο οποίος, μιλώντας για τα δεδομένα στο εκδοτικό τοπίο της Κύπρου, επισημαίνει τα κακώς έχοντα.
Δίνει, πάντως, ανοιχτή πρόσκληση στις Ενώσεις λογοτεχνών αλλά και σε ανεξάρτητες ομάδες συγγραφέων, να συναντηθούν και να συζητήσουν όλα όσα απασχολούν τις δύο πλευρές.
Εκδοτικό παράλογο
«Στον υπόλοιπο κόσμο, όταν ένας συγγραφέας θέλει να του εκδώσουν το βιβλίο του, παίρνει το χειρόγραφό του στους εκδοτικούς οίκους και αυτοί αποφασίζουν κατά πόσο το λογοτεχνικό έργο είναι εμπορεύσιμο ή όχι. Από αυτά τα χειρόγραφα, μόλις το 3-4% εμφανίζεται ως βιβλίο στην αγορά», εξηγεί ο κ. Χρίστου, επισημαίνοντας ότι αυτή η διαδικασία στην Κύπρο είναι ανύπαρκτη. «Πολλά βιβλία δεν εκδίδονται από τους εκδότες αλλά από τους ίδιους τους συγγραφείς, οι οποίοι νιώθουν ότι το έργο τους, τους εκφράζει και θέλουν να το δουν να εκδίδεται. Πολλοί ξοδεύουν χρόνια ολόκληρα για να δουν επιτέλους τυπωμένο τον κόπο τους, το καταλαβαίνω. Τη δική τους γνώμη, όμως, δεν τη συμμερίζεται κατ’ ανάγκη και το κοινό».
Ο κ. Χρίστου αναφέρει πως το ποσοστό του 3-4% θα ίσχυε και στην Κύπρο αν οι συγγραφείς έστελναν τα χειρόγραφά τους σε εκδοτικούς οίκους. «Άραγε όλα τα βιβλία θα είχαν την επιτυχία της πώλησης; Με αυτό το σκεπτικό, οι βιβλιοπώλες φοβούνται να δεχτούν τα βιβλία», αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος του συνδέσμου βιβλιοπωλών.
Διευκρινίζει, πάντως, πως τα εμπορεύσιμα βιβλία δεν σημαίνει πως είναι και ποιοτικά. Και το αντίθετο: τα καλά βιβλία, συχνά δεν αφορούν τους πολλούς.
Και θέμα προώθησης
Ο κ. Χρίστου θίγει ακόμη το θέμα της ευθύνης προώθησης ενός βιβλίου, θεωρώντας πως απ’ εκεί ξεκινά η «δύναμη» ενός βιβλίου σε σχέση με την πώλησή του. Σύμφωνα με τον ίδιο, η προώθηση είναι μάλλον δουλειά του εκδότη παρά του συγγραφέα, ωστόσο, όταν η μεταξύ τους σχέση καταργείται, τα πράγματα δυσκολεύουν.
Κρίση στο βιβλίο
Ο κ. Χρίστου μίλησε και για τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες στα βιβλιοπωλεία. «Όλοι οι συνάδελφοι είμαστε στα όρια επιβίωσης. Δεν είναι μόνο η οικονομική κρίση που έπληξε τον χώρο μας αλλά το διαδίκτυο και τα ebooks», σημειώνει. Διευκρίνισε, δε, πως κινούνται ακόμη τα βιβλία ελληνικής λογοτεχνίας «που θα αργήσουν να ακολουθήσουν το ρεύμα των ebooks» και τα παιδικά βιβλία, τα οποία δύσκολα μεταφέρονται σε ψηφιακή μορφή λόγω των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών τους.
Οι λύσεις
«Πιστεύουμε ότι τα βιβλία των Κυπρίων πρέπει να βρίσκονται στα βιβλιοπωλεία. Το πιστεύουμε ακράδαντα», τονίζει ο κ. Χρίστου και προτείνει οι συγγραφείς, όταν βλέπουν έναν βιβλιοπώλη να δυσκολεύεται να δεχτεί τα βιβλία τους, να αφήνουν δύο-τρία αντίτυπα με πίστωση, με την προοπτική πως όταν πουληθούν, θα πληρωθούν και θα συμπληρωθούν με άλλα.
Θεωρεί, ακόμη, πως εκείνο που πρέπει να πετύχουν οι συγγραφείς αλλά κυρίως οι εκδότες, είναι να προωθήσουν τα βιβλία τους έτσι ώστε το αναγνωστικό κοινό να θεωρεί σημαντική την απόκτησή τους.
Τέλος, στέλνει ανοιχτή πρόσκληση στους συγγραφείς, ώστε «να συζητήσουμε το θέμα, να εισηγηθούμε λύσεις και να δούμε πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ο ένας τον άλλο».